Μετά την αποδυνάμωση της επιχειρηματικότητας τα χρόνια της πολυετούς κρίσης, οι μικρές επιχειρήσεις (10-49 απασχολούμενοι) από το 2014 και μετέπειτα κατάφεραν να ανακάμψουν με σχετικά γρήγορους ρυθμούς τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και σε εργατικό δυναμικό. Αποτέλεσμα ήταν το 2017 να ξεπεράσουν τα επίπεδα του 2008.

Συγκεκριμένα, το 2008 δραστηριοποιούνταν 25.400 μικρές επιχειρήσεις με 487.000 απασχολούμενους, ενώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 2022 ο αριθμός τους διαμορφώθηκε σε 36.800 με περίπου 648.000 απασχολούμενους.

Ωστόσο, η παραγωγή προστιθέμενης αξίας (12,8 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές) υπολείπεται σημαντικά του 2008 (16,6 δισ., σε τρέχουσες τιμές), γεγονός που υποδηλώνει ότι η παραγωγικότητα των μικρών επιχειρήσεων, η οποία ορίζεται ως η προστιθέμενη αξία ανά εργαζόμενο, δεν έχει κατορθώσει να επανέλθει στα επίπεδα που βρισκόταν πριν από την οικονομική κρίση.

Η υστέρηση της παραγωγικότητας σε σύγκριση με το 2008 αφορά και τις υπόλοιπες κατηγορίες της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, δηλαδή τις πολύ μικρές (0-9 απασχολούμενοι) και μεσαίες επιχειρήσεις (50-249 απασχολούμενοι).

Με βάση αυτά τα δεδομένα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, μια σημαντική πρόκληση για τις ΜμΕ είναι η αύξηση της παραγωγικότητάς τους. Αυτό προσδοκάται ότι θα προέλθει μέσω της ανόδου των επενδύσεων σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, σε συνδυασμό με την ψηφιοποίηση και την τεχνολογική αναβάθμιση που λαμβάνει χώρα με ιδιαίτερα έντονο ρυθμό μετά το ξέσπασμα της πανδημίας.

Προς αυτή την κατεύθυνση, καθοριστικής σημασίας είναι η αξιοποίηση αναπτυξιακών εργαλείων όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ και η υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης. Σημειώνεται ότι από τα 392 επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στο δανειακό σκέλος του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (μέχρι 30.4.2023), τα 236 προέρχονται από ΜμΕ με τον συνολικό προϋπολογισμό τους να διαμορφώνεται στα 2,75 δις.ευρώ.

Επιπλέον, στο σκέλος των επιδοτήσεων, ο δεύτερος πυλώνας του Σχεδίου αφορά την ψηφιακή μετάβαση, μέρος του οποίου είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός των ΜμΕ με συνολικό προϋπολογισμό 375 εκατ. ευρώ. Η αξιοποίηση αυτών των πόρων αναμένεται να συμβάλλει στη σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην ψηφιοποίηση των ΜμΕ, ένα πεδίο στο οποίο η χώρα μας υστερεί.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας, ο οποίος παρακολουθεί τις ψηφιακές επιδόσεις των κρατών-μελών της ΕΕ-27, το 2021 μόλις το 39% των ΜμΕ παρουσιάζουν τουλάχιστον το βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης έναντι 55 % που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ-27.

Ωστόσο, σε άλλα πεδία η Ελλάδα έχει συγκλίνει ή ακόμα και υπερβεί τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Συγκεκριμένα, το 2021, το 20% των ΜμΕ πραγματοποίησαν πωλήσεις μέσω διαδικτύου (έναντι 18% στην ΕΕ-27), το 7% πραγματοποίησε ηλεκτρονικές πωλήσεις σε διασυνοριακό επίπεδο (έναντι 9% στην ΕΕ-27), ενώ το ηλεκτρονικό εμπόριο αντιπροσώπευσε το 11% του συνολικού κύκλου εργασιών των ΜμΕ (έναντι 12% στην ΕΕ-27).

Γενικότερα, όσον αφορά στην ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 22η θέση στο σύνολο των 27 χωρών, υστερώντας σημαντικά έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου στη χρήση προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών, όπως της τεχνητής νοημοσύνης (4% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα έναντι 8% στην ΕΕ-27) και του υπολογιστικού νέφους (17% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα έναντι 34% στην ΕΕ-27).

Σημειώνεται, ωστόσο, ότι σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB Investment Survey 2022), το επιχειρηματικό περιβάλλον συνεχίζει να αποτελεί βασική ανησυχία των ΜμΕ προκειμένου να αυξήσουν την επενδυτική τους δραστηριότητα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 84% των ΜμΕ στην Ελλάδα αναφέρουν το θεσμικό πλαίσιο (business regulation) ως ένα σημαντικό εμπόδιο στην επενδυτική τους δραστηριότητα, έναντι 62% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Δυνατή ανάπτυξη το 2023

Σύμφωνα με τακτική μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, με την ελληνική οικονομία να επανέρχεται με αξιοζήλευτη επιτάχυνση μετά το δίδυμο χτύπημα της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, κομβικό ζήτημα παραμένει η διάχυση της δυναμικής αυτής στο κομμάτι της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, με κοινή συνισταμένη των ευρημάτων της οικονομικής ανάλυσης να αποτελεί η αισιόδοξη οπτική των ελληνικών επιχειρήσεων για το μέλλον, η οποία μετουσιώνεται σε προσλήψεις και ενεργή επενδυτική ορμή.

Ειδικότερα σύμφωνα με την μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, άνοδο 8 μονάδων κατέγραψε ο Δείκτης Εμπιστοσύνης των ΜμΕ το πρώτο εξάμηνο του 2023, μετά από ένα παρατεταμένο διάστημα επιδείνωσης λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων. Συγκεκριμένα, ήδη έχει καλύψει τα 2/3 των απωλειών που προκλήθηκαν αρχικά από την πανδημία και στη συνέχεια από την ενεργειακή κρίση. Η βελτίωση στο επιχειρηματικό κλίμα οδήγησε σε κάθετη αύξηση του ποσοστού των επιχειρήσεων που ακολουθεί στρατηγικές ανάπτυξης, το οποίο διαμορφώθηκε στο 57% του τομέα ΜμΕ (έναντι 47% κατά το προηγούμενο εξάμηνο).

Σημαντικό ρόλο στην βελτίωση του Δείκτη Εμπιστοσύνης διαδραμάτισαν κυρίως οι προσδοκίες ανοδικής ζήτησης για το επόμενο εξάμηνο, με τον αντίστοιχο δείκτη να καταγράφει άνοδο 29 μονάδων (έναντι οριακής αύξησης κατά 1 μονάδα σε όρους τρέχουσας ζήτησης). Αξίζει να σημειωθεί ότι αυξημένη αισιοδοξία εντοπίζεται σε επιχειρήσεις όλων των μεγεθών και κλάδων, με τις υπηρεσίες να ξεχωρίζουν καταγράφοντας ιστορικό υψηλό, αντανακλώντας εν μέρει τις ισχυρά θετικές προοπτικές της φετινής τουριστικής περιόδου.

Ανθεκτικές οι επιχειρήσεις

Αν και εμφανώς αποδυναμωμένο, το αποτύπωμα των διαδοχικών κρίσεων παραμένει ορατό. Συγκεκριμένα, ως βασικοί παράγοντες πίεσης ξεχωρίζουν τα κόστη ενέργειας και πρώτων υλών (με 63-65% του τομέα να δηλώνει υψηλή επίδραση, παρά τη σταδιακή αποκλιμάκωση των σχετικών τιμών). Ακολουθεί με ελαφρώς μικρότερη επίδραση η δυσκολία εύρεσης προσωπικού και η σχετικά αδύναμη ζήτηση, που πιέζουν σημαντικά το 46% και 43% του τομέα ΜμΕ αντίστοιχα.

Ωστόσο, το στοιχείο που αξίζει να υπογραμμιστεί σύμφωνα με την μελέτη είναι ότι ότι η αβεβαιότητα που παραμένει δεν φαίνεται να στέκεται εμπόδιο στο επιχειρείν. Βασική ασπίδα αποτελεί το γεγονός ότι η χρηματοοικονομική υγεία των ΜμΕ παραμένει ανθεκτική, καθώς τόσο οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας όσο και αυτές που ακολουθούν στρατηγικές επιβίωσης βαίνουν μειούμενες (στο 8% και το 16% του τομέα αντίστοιχα).

Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων (54% του τομέα) αναμένει ανοδικές πωλήσεις για το 2023 (έναντι 46% με αύξηση πωλήσεων την προηγούμενη τριετία) – εκτίμηση που ήδη δημιουργεί δυναμισμό καθώς τροφοδοτεί σχέδια αύξησης παραγωγικών συντελεστών. Σχεδόν 40% των ΜμΕ προγραμματίζει για το 2023 είτε αύξηση προσωπικού είτε αύξηση παγίων (με το 12% του τομέα να συνδυάζει και τα δύο). Ακόμα υψηλότερη δυναμική πωλήσεων αναμένουν οι επιχειρήσεις για την επόμενη τριετία, με μέση ετήσια μεταβολή της τάξης του 7% (έναντι 5% για το 2023). Το 1/2 προγραμματίζει αυξημένες επενδύσεις συγκριτικά με την προηγούμενη τριετία.

Πέρα από την ποσοτική ενίσχυση, άξια αναφοράς είναι η ποιοτική αναβάθμιση των επενδυτικών τους σχεδίων, τα οποία χαρακτηρίζονται από έναν εξαιρετικά ισορροπημένο συνδυασμό αύξησης δυναμικότητας (σε επίπεδο παραγωγής και προώθησης) και βελτίωσης αποτελεσματικότητας (κυρίως μέσω ψηφιακών δράσεων). Συνεπώς, όλα τα δεδομένα συγκλίνουν ότι ο αναπτυξιακός κύκλος των ΜμΕ που τώρα ξεκινά δομείται σε στέρεα θεμέλια, δημιουργώντας βάσεις διατήρησης στον χρόνο και ευρείας διάχυσης στο ελληνικό επιχειρείν.

Διαβάστε ακόμη

Billionaires και jet setters με ράβδους χρυσού, συλλεκτικά Rolex και διαμαντένια κολιέ στο νησί των ανέμων – Το θησαυροφυλάκιο της Μυκόνου (pics + vid)

Μια εντυπωσιακή κατοικία στην Βουλιαγμένη ίπταται πάνω από την ιδιωτική της πισίνα

Η δίαιτα και οι προπονήσεις που έκαναν τον Τζεφ Μπέζος τον πιο fit δισεκατομμυριούχο

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ