Του Γιάννη Μακρυγιάννη

Στις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα κυρίως στο παρασκήνιο και σχετίζονται με τη συνολική συμφωνία που θα πιθανόν υπάρξει στις 5 Δεκεμβρίου για τη δεύτερη αξιολόγηση και τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, στρέφει την προσοχή της η κυβέρνηση, ελπίζοντας ότι αυτές θα επηρεαστούν θετικά από την παρέμβαση του Μπαράκ Ομπάμα και τις θετικές δηλώσεις που έκανε στην Αθήνα.

Ωστόσο το κλίμα αρχίζει να γίνεται και πάλι βαρύ, καθώς δεν υπήρξε κανένα μήνυμα σχετικό με το ελληνικό πρόβλημα από τη χθεσινή συνάντηση του Αμερικανού προέδρου με την Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο. Οι δύο ηγέτες φάνηκε να συζήτησαν όλα τα άλλα, πλην του ελληνικού ζητήματος, ενώ δεν έγινε και καμία αναφορά στην κοινή συνέντευξη τύπου.

Τον τόνο έδωσε έτσι κι αλλιώς το τελευταίο διήμερο, προς απάντηση των παραινέσεων Ομπάμα για την ελάφρυνση του χρέους, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος με δύο απανωτές παρεμβάσεις ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα έχει ακόμη πολλές μεταρρυθμίσεις να κάνει, αντί να περιμένει μία συμφωνία για το χρέος. Η στάση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών επιβεβαίωσε την ακαμψία του Βερολίνου στο συγκεκριμένο θέμα, επιβεβαιώνοντας ότι λόγω των γερμανικών εκλογών είναι δύσκολο το δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε, που είναι υπό πίεση από τα ακροδεξιά, να κάνει υποχωρήσεις στο ελληνικό θέμα.

Η σκληρή πραγματικότητα, μετά το «διάλειμμα Ομπάμα», επέστρεψε για την ελληνική κυβέρνηση και με τη μορφή των απαιτήσεων που διατυπώνουν οι άνθρωποι της Τρόικας στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση: στο τραπέζι βρίσκονται και τα δημοσιονομικά θέματα, καθώς οι δανειστές βλέπουν «τρύπα» ύψους 1 δισ. στους στόχους της επόμενης χρονιάς, αλλά και την εκπλήρωση εκείνων του 2016.

Η κατάσταση είναι μάλλον ασφυκτική για την κυβέρνηση και τη διαπραγματευτική ομάδα, καθώς η στρατηγική της πάση θυσία ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων ενός του Νοεμβρίου -ώστε να υπάρξει συμφωνία στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου για το χρέος- είναι ο ασφαλέστερος δρόμος για νέες υποχωρήσεις. Η κυβέρνηση επιμένει ότι θα υπάρξουν «καλές ειδήσεις» για το χρέος πολύ σύντομα, που θα επισκιάσουν την όποια επώδυνη συμφωνία για τα εργασιακά, αλλά δεν είναι βέβαιη ότι τυχόν λήψη νέων μέτρων μπορεί να υπερκεραστεί από την υπόσχεση που θα δώσουν οι δανειστές για τη μελλοντική ελάφρυνση των βαρών.