Στα λάθη και τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στη 10ετή οικονομική κρίση, στο πλαίσιο των προγραμμάτων προσαρμογής, αναφέρθηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, εστιάζοντας, μεταξύ άλλων και στις εμμονές της τρόικας, η οποία ήθελε να κάνει micro management.

«Σαφώς τα προγράμματα πέτυχαν, αλλά με μεγαλύτερο κόστος από ό, τι θα έπρεπε. Παρά τα λάθη που αναμφισβήτητα έγιναν δεν υπήρχε εναλλακτική λύση. Εάν δεν υπήρχαν αυτά τα προγράμματα σήμερα η Ελλάδα ενδεχομένως να ήταν εκτός Ευρωζώνης και απόλυτα χρεοκοπημένη. Πέτυχαν να διορθώσουν πολύ μεγάλες μακροοικονομικές, δημοσιονομικές και διαρθρωτικές ανισορροπίες που είχαμε όταν ξεκίνησαν, το 2010. Εξάλειψαν τεράστια δίδυμα ελλείμματα, της τάξεως του 15% του ΑΕΠ (έλλειμμα προϋπολογισμού και τρεχουσών συναλλαγών). Δεν νομίζω καμία άλλη χώρα του ΟΟΣΑ να κατέφερε να πετύχει μία τόσο μεγάλη προσαρμογή. Επιπλέον πέτυχαν προσαρμογή της ανταγωνιστικότητας, περίπου 25%, κυρίως στο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, λιγότερο σε θέματα τιμών και ελάχιστα στην διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα. Αυτά, βέβαια, έγιναν γιατί προχώρησαν πολύ γενναίες μεταρρυθμίσεις σε όλο το φάσμα της οικονομικής ζωής», σχολίασε χαρακτηριστικά στο 2ο DigiTalk του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΟΕΕ), με θέμα: «The macroeconomic and fiscal path in Greece during the economic adjustment programmes: 2010-2018», για να προσθέσει: «Πέρασαν 15 μεγάλες δέσμες μεταρρυθμίσεων αυτά τα χρόνια από το ελληνικό κοινοβούλιο σε τομείς όπως το ασφαλιστικό, η υγεία, οι τράπεζες, οι ιδιωτικοποιήσεις, η πρόνοια, το ελάχιστον εγγυημένο εισόδημα, η αγορά εργασίας, η φορολογική διοίκηση. Κυρίως με την εγκαθίδρυση μιας ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Είχαμε αναδιάρθρωση και ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών. Βεβαίως, έχουμε κληρονομιά ακόμη έναν πολύ μεγάλο όγκο «κόκκινων» δανείων και δύσκολα προβλήματα, όπως η αναβαλλόμενη φορολογία. Συνολικά, πετύχαμε να έχουμε μία περισσότερο εξωστρεφή οικονομία σήμερα και, επίσης, ναι μεν, μεγάλο δημόσιο χρέος, αλλά πλέον φέρει πολύ ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής – αποπληρώνεται άνετα, έχει μακρά διάρκεια και χαμηλά επιτόκια – διακρατείται από θεσμούς, όπως ο ESM, λιγότερο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το IMF και όχι από ιδιώτες. Τα τοκοχρεολύσια που πληρώνει σήμερα είναι αρκετά χαμηλότερα από πολλές άλλες χώρες της Ευρωζώνης».

Όσον αφορά στα λάθη και τα προβλήματα ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε τα εξής:

  • Την ύπαρξη πολλών μερών στις διαπραγματεύσεις. «Το έβλεπες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων πως σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξε ρήξη μεταξύ του ΔΝΤ και των ευρωπαϊκών θεσμών», σχολίασε χαρακτηριστικά.
  • Οι υπερβολικές και λεπτομερείς αιρεσιμότητες. «Η τρόικα ήθελε να κάνει micro management. Αυτό ήταν λάθος, υπήρχαν εμμονές, καχυποψία και, επίσης, ρητορική εξόδου από την Ευρωζώνη», πρόσθεσε.
  • Ως προς τη δημοσιονομική προσαρμογή, ο κ. Στουρνάρας σημείωσε πως στο πρώτο πρόγραμμα υπήρξε σαφής έμφαση στην αύξηση φόρων και στη μείωση των δημοσίων επενδύσεων και λιγότερο σε εξορθολογισμό δαπανών. Και, βεβαίως, όχι σε επέκταση της φορολογικής βάσης, με εξαίρεση τον φόρο ακίνητης περιουσίας.
  • Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές αποδείχθηκαν πολύ μεγαλύτεροι του αρχικού σχεδιασμού. «Θυμάμαι, όταν είχαν αναλάβει υπουργός Οικονομικών το 2012 φαινόταν διά γυμνού οφθαλμού ότι τα μέτρα που ζητούσαν τότε οι θεσμοί και ιδίως το ΔΝΤ σε σχέση με τους στόχους ήταν πολύ περισσότερα από ό, τι έπρεπε. Όταν το επισημάναμε μας έλεγαν ναι, αλλά πρέπει να γίνει για να υπάρχει και ένα buffer ασφαλείας που, όμως, είχε ένα πολύ μεγάλο κόστος. Εκ των υστέρων το ΔΝΤ στην έκθεσή του μίλησε για υπερβολικούς δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές. Η ζημιάς, όμως, είχε γίνει. Αυτά τα μέτρα, λοιπόν, επέκτειναν την ύφεση, επιβλήθηκαν μέτρα λιτότητας όταν η οικονομία ήταν ήδη σε μεγάλη ύφεση και έπρεπε κατά την άποψή μου να ληφθεί υπόψη το κυκλικό διορθωμένο πρωτογενές έλλειμμα και όχι το απλό», συνέχισε.
  • Η μεγάλη μείωση μισθών που οδήγησε σε μεγάλη μείωση των φορολογικών εσόδων, διότι οι μισθωτοί κυρίως φέρουν στην Ελλάδα το φορολογικό βάρος, αφού στα υπόλοιπα εισοδήματα υπάρχει σημαντική φοροδιαφυγή.
  • Τα δάνεια του πρώτου προγράμματος έφεραν πολύ μεγάλα επιτόκια. Δόθηκε υπερβολική έμφαση στον ηθικό κίνδυνο. Έπρεπε να είχε γίνει αναδιάρθρωση χρέους από την αρχή ή τουλάχιστον όταν είχαν επιτευχθεί οι συνθήκες που όρισε η απόφαση του Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012.
  • Δεν ήταν σωστή η χρονική ακολουθία των μεταρρυθμίσεων. Επικεντρώθηκε εξ αρχής στην αγορά εργασίας, αντί να επικεντρωθεί συγχρόνως και στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Αυτό οδήγησε σε μεγάλη μείωση των πραγματικών μισθών.
  • Υπήρξε μεγάλη έμφαση στη μείωση μισθών για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και όχι στους διαρθρωτικούς παράγοντες.
  • Υπήρξε ασυμμετρία στην μακροοικονομική προσαρμογή, γεγονός που έκανε την εσωτερική υποτίμηση ακόμη πιο δαπανηρή.
  • Υπερβολικά αισιόδοξες απόψεις για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Έπρεπε να δοθεί έμφαση στο Κτηματολόγιο που, όμως, αφέθηκε για αργότερα.
  • Έλλειψη ιδιοκτησίας των προγραμμάτων προσαρμογής. Υπήρξαν εσωτερικές έριδες, διχαστικές απόψεις και, φυσικά, κεκτημένα συμφέροντα στην Ελλάδα, τα οποία δεν ήθελαν τα επίμαχα προγράμματα, με ιδιαίτερη αναφορά στις μεταρρυθμίσεις.
  • Η Ελλάδα δεν αφέθηκε να δημιουργήσει μία Asset Management Company, όπως έγινε σε άλλες χώρες που καθάρισαν αμέσως τους ισολογισμούς των τραπεζών από τα «κόκκινα» δάνεια. Αυτό το κόστος το πληρώνουμε ακόμη και σήμερα. Έχουμε ποσοστό 36% μη εξυπηρετούμενων δανείων σε σχέση με 2,6% στην Ευρωζώνη και περίπου εκεί στις χώρες που είχαν το ίδιο πρόβλημα.
  • Έλλειψη εργαλείων αντιμετώπισης της κρίσης. Το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν λειτούργησε.

Διαβάστε ακόμη: 

«Black Friday» στην αγορά με την… Επιστρεπτέα 4

Κομισιόν: Συμφωνία με τη Moderna για το εμβόλιο – Αύριο οι υπογραφές

Επεκτείνεται η ηλεκτρονική διαδικασία για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων