Αν η άνοδος των αξιών σε χρηματιστήριο και ομόλογα μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών έφτασε και ξεπέρασε τα όρια της υπερβολής, η πτώση που βρίσκεται σε εξέλιξη τις τελευταίες μέρες φτάνει τα όρια της υστερίας.

Κοινός παρονομαστής και των δύο γεγονότων παραμένει η ρηχότητα της ελληνικής – κυρίως χρηματιστηριακής – αγοράς. Ως εκ τούτου εύκολα αποτελεί στόχο των απανταχού κυνηγών γρήγορων κερδών. Η πτώση ωστόσο των τελευταίων ημερών έχει περάσει κατά πολύ τα όρια μιας απλής κερδοσκοπικής επίθεσης.

Την ίδια στιγμή, κάνοντας μια όσο το δυνατόν νηφάλια ανάγνωση της πραγματικότητας των τελευταίων ημερών, προκύπτει ότι δεν υπάρχουν κακά νέα στο επίκεντρο που να δικαιολογούν τη σφοδρότητα της πτώσης. Εκτός και αν κάποιος πιστεύει ότι η οικονομία μας είναι πλέον τόσο εξωστρεφής ώστε να επηρεάζεται με τρόπο άμεσο από τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο.

Επίσης δεν υπάρχει καμία εσωτερική αναταραχή οποιαδήποτε είδους, όπως αυτή που βγαίνει άγνωστο για ποιο λόγο από τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Πέραν της ανταλλαγής ανακοινώσεων, όπως φυσιολογικά γίνεται στις δημοκρατίες μεταξύ των κομμάτων, δεν προκύπτει κάποια σοβαρή επιδείνωση του εσωτερικού κλίματος. Ακόμα και οι διαρροές για δήθεν γερμανική άρνηση στη μείωση των πλεονασμάτων, δεν είναι σαφές πως επηρεάζουν και κυρίως πως δικαιολογούν την μεγάλη πτώση των τραπεζικών μετοχών.

Αυτό που ενδεχομένως επηρεάζει δεν είναι η άρνηση – αληθινή ή όχι – της Γερμανίας να δεχτεί την μείωση των πλεονασμάτων, αλλά το γεγονός ότι πληθαίνουν χωρίς ορατό λόγο τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα. Λες και κάποια «δύναμη» θέλει τον Έλληνα πρωθυπουργό «κοντύτερο» όταν θα συναντηθεί στο Βερολίνο με τη Γερμανίδα Καγκελάριο. Αυτά όμως έχουν ξαναγίνει.  Τότε έβρισκαν έδαφος, απλά γιατί η οικονομία δεν ακολουθούσε.

Τα δεδομένα σήμερα, παραμένουν, αν όχι θετικά, σίγουρα ίδια με αυτά που ίσχυαν στα τέλη Ιουλίου:

– το 10ετές ομόλογο, ίσως το πιο αντικειμενικό βαρόμετρο του κινδύνου χώρας, συμπεριφέρθηκε καλά σε γενικές γραμμές όλες αυτές τις μέρες, παρά τον Ιταλικό κίνδυνο.

-οι μακροοικονομικοί δείκτες συνεχίζουν να βελτιώνονται. Μάλιστα δεν δείχνουν απλώς ανθεκτικότητα αλλά πραγματική βελτίωση, συμπεριλαμβανομένου του δείκτη Μικρής Επιχειρηματικής Εμπιστοσύνης που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα.

– από τα τραπεζικά επιτελεία δεν παρατηρείται κανένα νέο που να δικαιολογεί το μέγεθος της διόρθωσης. Μάλιστα εκφράζουν την πλήρη ικανοποίησή τους για τις κινήσεις της κυβέρνησης τις πρώτες 30 μέρες της διακυβέρνησης.

– το σχέδιο του ΤΧΣ για τα κόκκινα δάνεια δείχνει να προχωράει κανονικά και θεωρείται πιθανό να εγκριθεί την 3η / 4η εβδομάδα του Σεπτεμβρίου και να νομοθετηθεί τον Οκτώβριο.

Πειραιώς και Eurobank προχωρούν στις κινήσεις τους μείωση των κόκκινων εντός του Αυγούστου.

τα αποτελέσματα 2ου τριμήνου των τραπεζών που θα ανακοινωθούν στα τέλη Αυγούστου, αναμένεται να επιβεβαιώσουν τις θετικές τάσεις στα έσοδα, στη μείωση του κόστους λειτουργίας, τις μειώσεις των NPE’s καθώς και τα κέρδη τους από την αγορά ομολόγων.

– όσον αφορά τη ΔΕΗ, η κατάσταση δείχνει να βρίσκεται υπό μερικό έλεγχο, καθώς η συνολική έκθεση των τραπεζών είναι περίπου 1,2 δισ. Ευρώ. Ο νέος CEO της ΔΕΗ αναλαμβάνει την 22η Αυγούστου και θα προβεί σε σειρά ανακοινώσεων, συμπεριλαμβανομένων των συμβούλων αναδιάρθρωσης, του νέου επιχειρηματικού σχεδίου, των προτεραιοτήτων κλπ.

Άρα πάνω σε ποιο σενάριο εδράζεται η απαισιοδοξία των τελευταίων ημερών;