Με την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων επί ελληνικού εδάφους για 12 μέρες με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών, η κυβέρνηση έδωσε τις πρώτες εξετάσεις της για το (δικής της πατρότητος) σχέδιο εξόδου της χώρας από την κρίση.

Και το κρας τεστ ήταν θετικό: η κυβέρνηση απέκρουσε πιέσεις για σκληρά μέτρα, με όπλο τις ως τώρα επιτυχίες και το έργο της.

Ενώ όμως οι θεσμοί υποδέχονται με επιδοκιμασίες τούς έως τώρα χειρισμούς της κυβέρνησης, δεν κρύβουν και την προσκόλλησή τους σε εποχές Μνημονίου. Ενοχλεί, όπως φαίνεται, ότι η κυβέρνηση έδειξε να μη φοβάται τις συγκρούσεις, λαμβάνοντας αποφάσεις με βάση τις ανάγκες της χώρας και όχι το δίπολο «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» όπως παλιά γινόταν.

Στόχος η Ανάπτυξη

Πρόγευση όσων θα γράψει στην έκθεσή του το ΔΝΤ, έδωσε ο επικεφαλής του κλιμακίου Πίτερ Ντόλμαν, ζητώντας να κλείσουν οι ρυθμίσεις χρεών και προστασίας α΄ κατοικίας, να κοπούν «13η σύνταξη» και γενικώς οι παροχές στους συνταξιούχους, να μειωθεί το αφορολόγητο κλπ.

«Πίσω από τις λέξεις», κρύβεται ένα τεχνικό κείμενο “φωτιά”, το οποίο συγκρούεται με τα σχέδια της κυβέρνησης. Υπό καθεστώς αυξημένης εποπτείας, το ΔΝΤ στέλνει σήματα στις αγορές για το τι συμβαίνει στη χώρα μας.

Σήμα 1ο: η Ελλάδα πρέπει «να τα δώσει όλα» για την Ανάπτυξη: Το ΔΝΤ προβλέπει Ανάπτυξη «κοντά στο 2%» φέτος και το 2020 –δηλαδή μπορεί και χαμηλότερα! Απομακρύνεται πολύ από τον κυβερνητικό στόχο για Ανάπτυξη 3% και  «ρίχνει» πολύ τις προβλέψεις του εν σχέσει με πέρυσι που προέβλεπε 2,4% για φέτος και 2,2% το 2020.

Σήμα 2ο: οι θεσμοί χρεώνουν στον ΣΥΡΙΖΑ την υπανάπτυξη: «Η νέα κυβέρνηση κληρονόμησε μια χλιαρή ανάκαμψη, επιβαρυμένη από τις παρακαταθήκες της κρίσης και τις ανατροπές πολιτικών σε όλους τους τομείς μετά την έξοδο από το πρόγραμμα, οι οποίες αύξησαν περαιτέρω τις δημοσιονομικές, χρηματοπιστωτικές και εξωτερικές τρωτότητες» αναφέρει η έκθεση Συμπερασμάτων του ΔΝΤ.

3ο σήμα: «Η νέα κυβέρνηση έκανε μια πολλά υποσχόμενη αρχή», τονίζει στη  Έκθεση Συμπερασμάτων το ΔΝΤ. Και υπογραμμίζει: «η νέα κυβέρνηση ορθώς δίνει προτεραιότητα στην ανάπτυξη αλλά είναι αντιμέτωπη με μια δύσκολη μάχη. Το κατά κεφαλήν εισόδημα παραμένει σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά πριν την προσχώρηση στην Ευρωζώνη, αντανακλώντας σημαντικές παρακαταθήκες της κρίσης (υψηλό δημόσιο χρέος, υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων, υπερχρεωμένους δανειολήπτες), χαμηλή παραγωγικότητα, απουσία επενδύσεων, αδύναμη νοοτροπία πληρωμής και δυσμενείς δημογραφικές τάσεις».

4ο σήμα: δανειστές και αγορές ήθελαν να δούνε «αίμα»: εξηγώντας γιατί πέφτει η Ανάπτυξη, το ΔΝΤ υποστηρίζει πως «οι προοπτικές μετριάστηκαν από την ευρεία υποχώρηση πολιτικών μετά την έξοδο από το πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018, με μεταρρυθμίσεις που προβλέπονταν από το πρόγραμμα να καθυστερούν (π.χ. δημοσιονομικές-διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις), να ακυρώνονται (π.χ. τα προνομοθετημένα μεταρρυθμιστικά πακέτα για τις συντάξεις και τη φορολογία εισοδήματος) ή να ανατρέπονται (π.χ. βασικά στοιχεία των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας που εισήχθησαν κατά την περίοδο 2011-2013 και προσπάθειες διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και ενίσχυσης της νοοτροπίας πληρωμών)».

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

–  Στην πρώτη μετεκλογική αξιολόγηση η νέα κυβέρνηση πέτυχε να προχωρήσουν ρυθμίσεις χρεών, μέτρα προστασίας δανειοληπτών, μείωση φόρων χωρίς μείωση αφορολογήτου κλπ

–  Το ΔΝΤ δεν κρύβει την ενόχλησή του και θα στέλνει αντφατικά μηνύματα στις αγορές: όπως τονίζει «η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την πολιτική της εντολή και το βελτιωμένο επενδυτικό κλίμα ώστε να αναπτύξει ένα ευρύ φάσμα εργαλείων πολιτικής και να ξεπεράσει τα μακροχρόνια οργανωμένα συμφέροντα, με στόχο να προωθήσει την μακροχρόνια ανάπτυξη σημαντικά πιο πάνω από τις τωρινές προβλέψεις».

«Κλειδί» τα πλεονάσματα

Ωστόσο το ΔΝΤ (και ενδεχομένως η μέχρι τώρα διευθύντριά του, Κριστίν Λαγκάρντ η οποία μετακομίζει άμεσα στην Φραγκφούρτη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) έρχονται να υποστηρίξουν την ανάγκη μείωσης των πλεονασμάτων.

Και … «για όποιον δεν κατάλαβε» η Εκθεση επισημαίνει: «Η μείωση των δημοσιονομικών στόχων θα υποστήριζε την οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη. Το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα για το 2019 αναμένεται να είναι σύμφωνο με την δέσμευση της Ελλάδας προς τους Ευρωπαίους εταίρους για πλεόνασμα 3.5 τοις εκατό ως ποσοστό του ΑΕΠ- αν και για ακόμη μια φορά εξαρτάται από την υπο-εκτέλεση των δημοσίων επενδύσεων, γεγονός που μετριάζει την ανάπτυξη.

Για το 2020, (το κλιμάκιο του ΔΝΤ προτείνει) η κυβέρνηση και οι Ευρωπαίοι εταίροι να συναινέσουν σε μια πορεία χαμηλότερων δημοσιονομικών πλεονασμάτων, με δεδομένο το ευρύ οικονομικό περιθώριο και τις σημαντικές μη εξυπηρετούμενες ανάγκες σε κοινωνική και επενδυτική δαπάνη και για τη συμπερίληψη δαπανών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν συνέργειες με ενισχυμένες δομικές μεταρρυθμίσεις.