του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου

Προ ημερών η Κριστίν Λαγκάρντ, γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, σε ομιλία της στο Βερολίνο πρότεινε τη δημιουργία ενός κοινού ταμείου ασφαλείας της Ευρωζώνης για να αποφευχθεί μια νέα κρίση του ευρώ. Οσοι γνωρίζουν τα παρασκήνια των Βρυξελλών δεν εισέπραξαν την πρόταση ως μια ψυχρή τεχνοκρατική εισήγηση του διεθνούς οργανισμού, αλλά ως μια προσωπική κίνηση της σιδηράς κυρίας στο υπόγειο παιχνίδι εξουσίας που παίζεται στην Ευρωζώνη.

Τίποτα δεν έχει ειπωθεί ανοιχτά, αλλά στους διαδρόμους των Βρυξελλών ήδη συζητείται η πιθανότητα η κυρία Λαγκάρντ να είναι υποψήφια για τη θέση του προέδρου της Κομισιόν το 2019. Το όνομά της είχε συζητηθεί και το 2014, αλλά το πρόβλημα τώρα φαίνεται να είναι ότι ενώ η Γαλλίδα πολιτικός έχει την υποστήριξη της Γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, δεν είναι αποδεκτή από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.

Η πρότασή της λοιπόν για το κοινό ταμείο της Ευρωζώνης, λένε οι κακές γλώσσες, ήταν μια κίνηση υποστήριξης των προτάσεων Μακρόν για μεγάλες αλλαγές και κοινό προϋπολογισμό με σκοπό να κερδίσει και τη δική του υποστήριξη. Την ίδια στιγμή έβαλε και το ΔΝΤ στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρωζώνης, καθώς όλα δείχνουν ότι το Ταμείο δεν θέλει να αποχωρήσει από τα ευρωπαϊκά πράγματα, για να διατηρήσει δυνατότητα παρέμβασης σε μια περίοδο όπου η διεθνής γεωπολιτική σκακιέρα ανασυντάσσεται.

Η ευρωπαϊκή πολιτική κουζίνα έχει γίνει ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς οι εθνικές γραμμές μπλέκουν με τις πολιτικές οικογένειες. Η ευρωπαϊκή Δεξιά πολέμησε με λύσσα τις προτάσεις Μακρόν για διευρωπαϊκές λίστες στις επόμενες ευρωεκλογές και βλέπει με μεγάλη επιφύλαξη τα σχέδια του Γάλλου προέδρου για τις αλλαγές στην Ευρώπη. Και τούτο παρά το γεγονός ότι η Ανγκελα Μέρκελ, που ανήκει στην ευρωπαϊκή Δεξιά, υποστηρίζει τα σχέδια Μακρόν, στον βαθμό βέβαια που δεν θα κάνουν τη Γερμανία να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη.

Ο Μακρόν έχει προτείνει έναν κοινό ευρωπαϊκό προϋπολογισμό για μεγάλες επενδύσεις, που σημαίνει ότι θα πρέπει οι χώρες-μέλη με δημοκρατικές πολιτικές διαδικασίες να αποφασίζουν για τα ποσά και τη διάθεσή τους. Οι Γερμανοί υποστηρίζουν την ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) ο οποίος λειτουργεί περισσότερο ως ανώνυμη εταιρεία, επηρεάζεται λιγότερο από πολιτικές διεργασίες και το πάνω χέρι το έχει ο μεγαλύτερος μέτοχος, που είναι βέβαια το Βερολίνο.

Το παιχνίδι είναι πολύ σκληρό, όσο και αν κρύβεται πίσω από βαρετές και αόριστες ανακοινώσεις που κάνουν λόγο για «τραπεζική ένωση» και «εμβάθυνση της Ενωσης». Η ουσία είναι ότι στην Ευρώπη το χρήμα και η εξουσία ξαναμοιράζονται και, όπως είναι λογικό, έχουν βγει τα μεγάλα μαχαίρια. Η Ευρωζώνη επιχειρεί να απαντήσει στις διαλυτικές τάσεις που εκδηλώθηκαν με το Brexit με μεγάλες θεσμικές αλλαγές που θα φέρουν τη λεγόμενη «εμβάθυνση», δηλαδή στενότερη συνεργασία και περισσότερες κοινές πολιτικές, ακόμα και αν αυτό σημάνει τη δημιουργία Ευρώπης πολλών ταχυτήτων.

Η πορεία αυτή, όμως, μοιραία φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα ουσιαστικό «κοινό ταμείο» είτε πρόκειται για χρηματοδότηση νέων πολιτικών όπως η κοινή άμυνα ή οι επενδύσεις είτε ακόμα, γα τη στήριξη τραπεζών και κρατών-μελών όταν έχουν πρόβλημα. Κι αυτό μοιραία προκαλεί αντιδράσεις και διαιρέσεις.

Οι 19 ηγέτες της Ευρωζώνης στη Σύνοδο Κορυφής προ ημερών αποφάσισαν να προωθήσουν το κοινό ταμείο διάσωσης των τραπεζών στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης. Τον Ιούνιο θα πρέπει να παρουσιαστεί ένας οδικός χάρτης για να δημιουργηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας για τις τράπεζες, έτσι ώστε να μη δημιουργούνται συστημικοί κίνδυνοι σε περίπτωση κρίσης, αλλά και για την ευρωπαϊκή εγγύηση των καταθέσεων.

Από την άλλη, η πρόταση του Γάλλου προέδρου για κοινό προϋπολογισμό δεν φαίνεται να προχωράει, καθώς ήδη εννιά χώρες-μέλη έχουν διατυπώσει τις αντιρρήσεις τους και το εγχείρημα είναι εξ ορισμού ιδιαίτερα δύσκολο. Το ΔΝΤ, για παράδειγμα, υπέδειξε ότι σε περίπτωση κοινού ευρωπαϊκού προϋπολογισμού η υιοθέτησή του θα ήταν μια ιδιαίτερα περίπλοκη υπόθεση πολιτικά, καθώς θα χρειάζονται πολλές εγκρίσεις σε διαφορετικά επίπεδα τόσο για τα έσοδα όσο και για τις δαπάνες.

Αντιθέτως, υποστήριξε η Κριστίν Λαγκάρντ, η πρόταση του Ταμείου έχει πιο απλούς και ξεκάθαρους κανόνες. Κατά περίεργη σύμπτωση, μία ημέρα μετά τις προτάσεις Λαγκάρντ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδωσε στη δημοσιότητα έκθεση τεχνοκρατών της με προτάσεις για τη συγκρότηση ενός διαφορετικού τύπου ταμείου σταθεροποίησης της Ευρωζώνης σε περίοδο κρίσης με ενίσχυση χωρών που αντιμετωπίζουν μείωση των εξαγωγών τους λόγω εξωγενών προβλημάτων. Η πρόταση Λαγκάρντ προβλέπει τη σύσταση ενός ταμείου που θα βασίζεται σε εισφορές των κρατών-μελών κατά 0,35% του ΑΕΠ τους και θα ενισχύει τις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Οταν, για παράδειγμα, σε μια χώρα η ανεργία αυξάνεται, θα εισπράττει χρήματα εφόσον πληροί τους δημοσιονομικούς κανόνες και θα πληρώνει περισσότερα στη συνέχεια.

Το γεγονός είναι πως όλοι στην Ευρωζώνη έχουν αντιληφθεί ότι χρειάζεται ένα σύστημα αντιμετώπισης των κρίσεων και υποστήριξης τόσο των κρατών-μελών όσο και των τραπεζών και συμφωνούν ότι κάτι πρέπει να γίνει. Το πρόβλημα, όμως, είναι το ποιος θα πληρώνει, καθώς οι ισχυρές χώρες, που είναι «καθαροί πληρωτές» (βάζουν στον κοινοτικό προϋπολογισμό περισσότερα από όσα εισπράττουν από αυτόν), δεν θέλουν να πληρώνουν περισσότερα για κοινές πολιτικές από τις οποίες θα επωφελούνται οι άλλοι.

Το δε μεγαλύτερο εμπόδιο είναι η Γερμανία, η οποία σύμφωνα με την πρόταση Λαγκάρντ θα πρέπει να πληρώνει 10 δισ. ευρώ τον χρόνο.