Επιβράδυνση της πιστωτικής επέκτασης που οφείλεται σε μία σειρά από λόγους με κυριότερο την αύξηση των επιτοκίων καταγράφεται τους πρώτους μήνες του 2023, με στελέχη της αγοράς να «ποντάρουν» στην αντιστροφή της τάσης μεσοπρόθεσμα, με «καταλύτες» τα ευρωπαϊκά κονδύλια (βλ. Ταμείο Ανάκαμψης) και την επενδυτική βαθμίδα.

«Το κόστος της ρευστότητας αυξάνεται. Ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες από την αρχή του 2022 ξεκίνησαν να ανατιμολογούν τα δανειακά χαρτοφυλάκια των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα το κόστος χρηματοδότησης να έχει συγκλίνει πολύ σε σχέση με την ελληνική αγορά. Σε αυτές τις συνθήκες είναι εύλογο να περιμένει κάποιος μία κάμψη της ζήτησης για δάνεια», τόνισε, στο πλαίσιο του 8ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο γενικός διευθυντής και Chief Financial Officer της Alpha Bank, κ. Λάζαρος Παπαγαρυφάλλου, αναφερόμενους στους τρεις λόγους που οδήγησαν στην επιβράδυνση:

  • Η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης που είναι ανασταλτικός παράγοντας ζήτησης για δάνεια. «Τον τελευταίο καιρό κάποιες επιχειρήσεις χρησιμοποιούν τη ρευστότητά τους για να αποπληρώσουν τον δανεισμό τους και να είναι πιο φειδωλές στη χρήση εργαλείων ρευστότητας λόγω αύξησης των επιτοκίων», σχολίασε χαρακτηριστικά, εκτιμώντας, ωστόσο, πως σταδιακά αυτή η τάση θα κοπάσει.
  • Οι ίδιες οι τράπεζες μπορεί να μειώσουν την προσφορά για δάνεια λόγω σύσφιξης πιστωτικών κριτηρίων.
  • Κάθε νέα κρίση «γεννάει» καινούργιες εποπτικές πρωτοβουλίες που κάποιες φορές οδηγούν σε αύξηση του κόστους λειτουργίας των τραπεζών, η οποία «περνάει» στην οικονομία και εντέλει στον πελάτη, χωρίς αυτό να βοηθάει την πιστωτική επέκταση.

«Στην Ελλάδα παρατηρείται πιστωτική επιβράδυνση το α’ τρίμηνο του 2023, τάση, η οποία, ωστόσο, μπορεί να αναστραφεί χάρη στα κονδύλια, όπως αυτά του Ταμείου Ανάκαμψης – ήδη έχουν «ανέβει» 381 επενδυτικά σχέδια – και την επενδυτική βαθμίδα, η οποία θα μειώσει το κόστος χρηματοδότησης για τράπεζες και επιχειρήσεις και θα βελτιώσει τη βιωσιμότητα πολλών επενδυτικών έργων, αφού μειώνεται το ρίσκο της χώρας. Μεσοπρόθεσμα, λοιπόν, θα έχουμε πιστωτική επέκταση και αυτό προβλέπει και ο δικός μας σχεδιασμός», σημείωσε ο κ. Παπαγαρυφάλλου.

Ασφάλεια καταθέσεων

«Η αβεβαιότητα, σχετικά με τη σταθερότητα των καταθέσεων, ως απόρροια της νέας τραπεζικής κρίσης και τα αυξημένα επιτόκια ξεκάθαρα θα οδηγήσει σε επιβράδυνση της πιστωτικής επέκτασης», τόνισε από την πλευρά του και ο διευθύνων σύμβουλος της Bain & Company Ελλάδας, κ. Δημήτρης Ψαρρής, κάνοντας λόγο για τη μεγαλύτερη και γρηγορότερη αύξηση των επιτοκίων στη σύγχρονη ιστορία. «Την ίδια στιγμή, ωστόσο, από την πανδημία και μετά είχε συσσωρευτεί μία υπερβολική ρευστότητα στο σύστημα Χαρακτηριστικά, στις ΗΠΑ υπήρξαν καταθέσεις, ύψους πέντε τρις δολαρίων, μεταξύ 2020 – 2022, με μόνο ένα μέρος αυτών να διοχετεύεται σε χορηγήσεις. Έτσι, επέλεξαν να τοποθετηθούν σε μακροχρόνια ομόλογα», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τον ίδιο, πλέον οι πελάτες των τραπεζών κάνουν στροφή προς την ποιότητα. Έτσι, ένα 10% των τραπεζών αυξάνουν τις καταθέσεις τους κατά 20% και ένα 10% που είναι στη βάση της πυραμίδας τις μειώνουν κατά 17% με 18%. Υπάρχει, δηλαδή, μία μετακίνηση των πελατών σε συγκεκριμένες τράπεζες – περισσότερες στην Αμερική και λιγότερες στην Ευρώπη. «Η Ευρώπη, πάντως, έχει ένα υγιές και ισχυρό τραπεζικό σύστημα. Σε πρόσφατη έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο περιμένει αισθητά χαμηλότερες επιπτώσεις στα κεφάλαια των τραπεζών, ειδικά από επενδύσεις σε μακροχρόνια ομόλογα. Εκεί, ωστόσο, που επικεντρώνεται το ενδιαφέρον είναι σε ό, τι έχει να κάνει με τη ρευστότητα, την πιστωτική επέκταση και την κερδοφορία», κατέληξε.

Όσον αφορά στις ελληνικές τράπεζες, αυτές, σύμφωνα με τον κ. Παπαγαρυφάλλου, έχουν διαφοροποιημένη και ευρεία βάση που υποστηρίζεται από καταθέσεις λιανικής, με κυμαινόμενο επιτόκιο που δημιουργεί διαφορετικό προφίλ κινδύνου. Παράλληλα, διατηρούν το 15% – 20% των στοιχείων του ενεργητικού τους σε υψηλής ποιότητας ρευστά διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία, ενώ έχουν δείκτες ρευστότητας υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτά τα στοιχεία συντείνουν σε μία εικόνα ανθεκτικότητας.

Τραπεζική κρίση: Το αρχικό σοκ και η αντίδραση

«Όταν ξεκίνησε η νέα τραπεζική κρίση ήταν μία έκπληξη για όλους μας, γιατί δεν περιμέναμε να υπάρχει πρόβλημα στον τραπεζικό τομέα, αφού τα όποια οικονομικά προβλήματα δεν σχετίζονταν με αυτόν, δεν ήταν, δηλαδή, όπως το 2008. Πολλοί κανονισμοί είχαν αλλάξει, οι τράπεζες είχαν αρκετά κεφάλαια και υποτίθεται πως αποτελούσαν τον δυνατό κρίκο στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Γρήγορα, όμως, συνειδητοποιήσαμε πως τα προβλήματα ήταν μεμονωμένα, ενώ και οι κεντρικές τράπεζες αντέδρασαν πολύ γρήγορα». Αυτό τόνισε με τη σειρά του, ο κ. Αθανάσιος Βαμβακίδης, Managing Director και επικεφαλής Παγκοσμίων Δραστηριοτήτων – Στρατηγικής Συναλλάγματος της Bank of America, σημειώνοντας πως οι αγορές και η οικονομία προσαρμόστηκαν γρήγορα σε αυτό που συνέβη. «Σίγουρα κάποιες τράπεζες επηρεάστηκαν, αλλά το σοκ ήταν μικρότερο συγκριτικά με αυτό που περιμέναμε», εξήγησε.

Την άποψη πως όταν ξεκινάει μία κρίση είναι πολύ δύσκολο να προδικάσει κάποιος εάν η αντίδραση είναι επαρκής ή και κατάλληλη εξέφρασε ο κ. Νίκος Σαλακάς, επικεφαλής Banking & Finance στη Δικηγορική Εταιρεία Κουταλίδη. Όπως ανέφερε, αυτό που είθισται να συμβαίνει είναι να γίνεται μία σύγκριση με την πλέον πρόσφατη κρίση – εν προκειμένω αυτή του 2008 – για να εξάγει κάποια πρώτα συμπεράσματα. Το πρώτο ήταν ότι σε έναν κόσμο παγκοσμιοποίησης μπορεί ένα σύστημα να χάσει την ευστάθειά του λόγω του επηρεασμού από κάποιο άλλο σύστημα. Το δεύτερο ότι δεν θα πρέπει σε κανένα σύστημα να υπάρχουν χρηματοοικονομικές οντότητες, το μέγεθος των οποίων εκβιάζει κινήσεις από τους επόπτες ή από τις κεντρικές τράπεζες για διάσωση. «Το ευρωπαϊκό σύστημα αποδείχθηκε ο καλύτερος μαθητής», κατέληξε.

Πώς βλέπουν τις τράπεζες οι Έλληνες

Τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας της Accenture για τους πελάτες των τραπεζών παρουσίασε ο γενικός διευθυντής του Ομίλου στην Ελλάδα, κ. Λάμπρος Τσόλκας. Βάσει αυτών:

  • Περίπου το 1/3 των Ελλήνων πελατών (και παγκοσμίως) είναι ικανοποιημένο από την κύρια τράπεζά του.
  • Περίπου το 1/5 εκτιμά ότι τα προϊόντα που λαμβάνει είναι αυτά που θέλει και το ικανοποιούν.
  • Περίπου το 1/5 των πελατών παγκοσμίως και στην Ελλάδα βλέπει την τράπεζα ως σύμβουλό του, με τη σχέση να χαρακτηρίζεται «απρόσωπη».
  • Ποσοστό 42% των πελατών στην Ελλάδα έχει προβλήματα με την τράπεζά του.

Διαβάστε ακόμη

«Λιγότεροι φόροι, καλύτερες αμοιβές» – Tο θετικό αφήγημα Μητσοτάκη στον δρόμο προς τις κάλπες

ΙΕΑ για Ελλάδα: Να γίνουν περισσότερα για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα

Ενοίκια, εφάπαξ μέχρι και… αποζημιώσεις απόλυσης μπορεί να κατάσχει η εφορία

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ