Της Στεφανίας Σούκη

«Η Hines είναι ακόμη εδώ, επομένως κάποια προοπτική πρέπει να υπάρχει». Η χθεσινή δήλωση προέρχεται από τον επικεφαλής του αμερικανικού κολοσσού της Hines κ. Πολ Γομόπουλο, σε μία προσπάθεια να δώσει έναν πιο αισιόδοξο… τόνο, στο γενικότερο απαισιόδοξο κλίμα που περιβάλλει το εγχώριο real estate και το 2017.

Τις προοπτικές, όσον αφορά τις επενδύσεις στην ελληνική αγορά ακινήτων ανέλυσαν χθές το βράδυ τρία μεγαλοστελέχη της ελληνικής αγοράς ακινήτων, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνική Πανγαία κ. Άρης Καρυτινός, ο διευθύνων σύμβουλος της Grivalia κ. Γιώργος Χρυσικός και ο Πολ Γομόπουλος γενικός διευθυντής της Hines στη χώρα μας με αφορμή την εκδήλωση για την παρουσίαση της πανευρωπαϊκής έρευνας «Αναδυόμενες Τάσεις στο Real Estate για το 2017» που πραγματοποίησαν και φέτος το Urban Land Institute και η PricewaterhouseCoopers. H φετινή έρευνα κατατάσσει την Αθήνα στην προτελευταία- 29η θέση- όσον αφορά στις γενικότερες προοπτικές του 2017 σε ένα σύνολο 30 ευρωπαϊκών πόλεων με την ελληνική πρωτεύουσα να είναι μαζί με τη Μόσχα οι δύο μοναδικές περιπτώσεις όπου οι προοπτικές χαρακτηρίζονται ως «φτωχές» για το επόμενο έτος, τόσο στο κομμάτι της ανάπτυξης, όσο και στο κομμάτι των επενδύσεων.

«Οι επενδυτές λαμβάνουν υπόψη τους παράγοντες όπως η πολιτική σταθερότητα, οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας και το νόμισμα. Σε σχέση με το 2014, οπότε οι συνθήκες διαφαίνονταν καλύτερες, τώρα έχει επανέλθει η πολιτική αβεβαιότητα και τα σενάρια περί εκλογών, οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν είναι αυτοί που προσδοκούσαμε, ενώ έχουν επανέλθει και σενάρια περί Grexit», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χρυσικός. «Στο ερώτημα ως προς το αν τελικά υπάρχουν προοπτικές για επιστροφή της Αθήνας στο στόχαστρο των ξένων επενδυτών και να επανακάμψει η εμπιστοσύνη, χρειάζεται συντονισμένη προσπάθεια και ξεκάθαρο επενδυτικό σχέδιο».

Ο Γιώργος Χρυσικός, διευθύνων σύμβουλος της Grivalia

Γιώργος_Χρυσικός.jpg

«Το 2014 πράγματι υπήρξε η πρόθεση για επενδύσεις στην Ελλάδα, οι οποίες ωστόσο λόγω της αλλαγής των συνθηκών ουδέποτε πραγματοποιήθηκαν», ανέφερε ο κ. Καρυτινός. «Αρα για να έρθει ο επενδυτής θα πρέπει να έχει παγιοποιηθεί το κατάλληλο κλίμα για περίοδο τουλάχιστον διετίας ή τριετίας. Θα πρέπει λοιπόν να σταθεροποιηθεί μία τάση για να έρθουν οι επενδυτές, ακόμη και αυτοί που δεν έχουν τόσο μεγάλο πρόβλημα με το ρίσκο».

Ο Πολ Γομόπουλος γενικός διευθυντής της Hines στην Ελλάδα

poll.png

«Υπάρχει δυνατότητα για ανάκαμψη, αλλά δεν είναι αυτονόητο. Χρειάζεται σωστό momentum, επενδυτές που έρχονται στην Ελλάδα και αποκομίζουν αποδόσεις, ώστε να έρθουν στη συνέχεια και άλλοι επενδυτές. Σαν Ηines ξεκινήσαμε να κοιτάζουμε, παράλληλα τόσο την αγορά της Ελλάδας όσο και της Ιρλανδίας. Στην Ιρλανδία ξεκινήσαμε τις επενδύσεις το 2011 και έχουμε πλέον μία ομάδα 20 ατόμων και ένα επενδυτικό χαρτοφυλάκιο άνω των 2 δισ. ευρώ, ενώ στην Ελλάδα δεν έχουμε προχωρήσει ακόμη σε κάποια κίνηση», ανέφερε ο κ. Γομόπουλος. «Για τους επενδυτές που θέλουν πιο ”σίγουρες” και σταθερές επενδύσεις, η ελληνική αγορά δεν προσφέρει αυτό το προφίλ. Ενδιαφέρον υφίσταται για τους επενδυτές που είναι πρόθυμοι να αναλάβουν ρίσκο, για να εξασφαλίσουν υψηλότερες αποδόσεις, ενώ για όσους αναζητούν έργα μεγαλύτερης κλίμακας ο κλάδος των ξενοδοχείων μπορεί να προσφέρει ενδεχομένως τα κατάλληλα επενδυτικά προϊόντα».

Πράγματι, ως προς τα πεδία που παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για επενδύσεις όσον αφορά τα ακίνητα, ο Τάσος Κοτζαναστάσης, από τη θέση του προέδρου του ULI Greece ανέφερε ότι «τα κόκκινα δάνεια θα είναι η κινητήριος δύναμη της ελληνικής αγοράς ακινήτων στο προσεχές διάστημα, έστω κι αν δεν υπάρχει μεγάλη κινητικότητα αυτή την στιγμή, ενώ σε επίπεδο κλάδων, τα ξενοδοχεία είναι ο πιο ενδιαφέρων τομέας».

Από την πλευρά του, ο επικεφαλής της Εθνικής Πανγαία ΑΕΕΑΠ χαρακτήρισε ως «καμπανάκι» για την αγορά το γεγονός ότι τελικά ο όμιλος της Grivalia ξεκίνησε τις επενδύσεις της στον ξενοδοχειακό κλάδο από τον Παναμά, αντί της Ελλάδας «γεγονός το οποίο δείχνει το μέγεθος του προβλήματος, αφού ακόμη και μία μεγάλη εταιρεία που έχει την εμπειρία της ελληνικής αγοράς δε βρίσκει τις κατάλληλες συνθήκες για να επενδύσει σήμερα στην Ελλάδα».

Απαντώντας με τη σειρά του στο ερώτημα γιατί η πρώτη επένδυση της Grivalia Hospitality στον τομέα του τουρισμού πραγματοποιείται τελικά στον Παναμά (σ.σ. η εταιρεία ανακοίνωσε την εξαγορά του Pearl Island από τον όμιλο της Dolphin) ο κ. Χρυσικός απάντησε ότι «αρχικά η εταιρεία ξεκίνησε το 2015, στοχεύοντας αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά πλέον η κατεύθυνσή της είναι να κοιτάζει και διεθνή projects, σύμφωνα και με τη βούληση των βασικών της μετόχων. Προσπαθούμε να κάνουμε και στην Ελλάδα κινήσεις, δυστυχώς όμως οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν μέρα με τη μέρα, ειδικά στο κομμάτι της φορολογίας των ακινήτων, με την υπερφορολόγηση από το περασμένο έτος των ΑΕΕΑΠ ακόμη και όταν πρόκειται για έργα ανάπτυξης ακινήτων, πρίν ακόμη αρχίσουν να αποδίδουν. Στο εμπορικό real estate ωστόσο, οι επενδύσεις μας συγκεντρώνονται στην Ελλάδα, με ικανοποιητικές αποδόσεις».

Ο Άρης Καρυτινός, διευθύνων σύμβουλος της Εθνική Πανγαία

kar.jpg

O κ. Καρυτινός αναφέρθηκε και στις αποκρατικοποιήσεις του ΤΑΙΠΕΔ, στο κομμάτι των σιδηροδρόμων και των αεροδρομίων σημειώνοντας ότι «είναι πολύ σημαντικό για μία χώρα σε ύφεση να προχωρούν βασικές υποδομές, οι οποίες θα μπορούσαν να στηρίξουν περαιτέρω επενδύσεις, ωστόσο θα πρέπει να υπάρξει και αντίστοιχη θεσμική αντιμετώπιση από πλευράς Πολιτείας, να υπάρχει δηλαδή η βούληση για στήριξη. Η χώρα μας θα έπρεπε- θεωρητικά- να είναι πρώτη σε επενδύσεις π.χ. ειδικού τουρισμού, με περίπου εξασφαλισμένη επιτυχία για τους επενδυτές και τελικά είναι τελευταία κυρίως λόγω έλλειψης στρατηγικής, θεσμικών θεμάτων, οργάνωσης της κοινωνίας και του κράτους».