Με την Omicron να επελαύνει σε όλη την Ευρώπη, οι όποιες εκτιμήσεις για τον ελληνικό τουρισμό τη νέα χρονιά, σε αυτή τη συγκυρία, φαίνεται να είναι για μία ακόμη φορά υπό αμφισβήτηση, έστω κι αν η χώρα μας πλασάρεται για τη θερινή σεζόν του 2022 πολύ ψηλά στις προτιμήσεις του ταξιδιωτικού κοινού σε όλη την Ευρώπη.

Ενα, πάντως, είναι σίγουρο: το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει καταφέρει, σε καιρό κορωνοϊού, να παγιώσει το αίσθημα της ασφάλειας στους ξένους επισκέπτες, Ευρωπαίους και Αμερικανούς, οι οποίοι ήταν και αυτοί που στήριξαν το 2021 τον ελληνικό τουρισμό φτάνοντας τελικά σε έσοδα πάνω από τα 10 δισ. ευρώ και σε διεθνείς αφίξεις στα πέριξ των 14 εκατομμυρίων.

Την ίδια στιγμή, ο κλάδος έχει συσσωρευμένη γνώση πλέον ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, την οποία γνώση είναι έτοιμος να αξιοποιήσει ξανά, έστω κι αν σύσσωμος απεύχεται να βιώσει την τρίτη κατά σειρά σεζόν COVID-19 με τις ανατροπές, τα σκαμπανεβάσματα και την έντονη αβεβαιότητα των δύο προηγούμενων.

Και οι δύο αυτές παράμετροι αποτελούν παρακαταθήκη για το ερχόμενο ελληνικό καλοκαίρι, όπου, σύμφωνα με τον προγραμματισμό, προ Omicron, η σεζόν θα ξεκινούσε νωρίτερα, ακόμη και μέσα στον Μάρτιο, με βάση τουλάχιστον τις συζητήσεις που έχουν γίνει με το υπουργείο Τουρισμού και τους κορυφαίους της ευρωπαϊκής ταξιδιωτικής βιομηχανίας, όπως οι ΤUI, Jet2, μεγάλες αεροπορικές κ.ά.

Πάει πίσω η έναρξη της νέας σεζόν;

Τώρα, η ταχεία εξάπλωση των κρουσμάτων σε όλη την Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας ανατρέπει για μία ακόμη φορά το σκηνικό στον τουρισμό όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στις ανταγωνίστριές της στην υπόλοιπη Μεσόγειο, όπου οι αυξημένες προκρατήσεις έχουν ήδη παγώσει και ολόκληρη η ταξιδιωτική αλυσίδα παρακολουθεί την πορεία της πανδημίας με κομμένη την ανάσα ξανασχεδιάζοντας από την αρχή τον όποιο -ούτως ή άλλως υπό συνεχή αναθεώρηση- προγραμματισμό.

Για την Ελλάδα, το νέο κύμα της πανδημίας φέρνει εύλογη ανησυχία και πιθανότατα μπορεί να μεταθέσει πιο πίσω την έναρξη της θερινής σεζόν του 2022, την οποία ιδανικά η χώρα μας θα ήθελε φέτος νωρίς μέσα στην άνοιξη. Κάτι, ωστόσο, που τώρα φαντάζει νωρίς, με δεδομένες και τις εκτιμήσεις για μεγάλη έξαρση των κρουσμάτων το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου σε όλη την Ευρώπη.

Παρ’ όλα αυτά, έστω κι αν είναι μπροστά ένας πολύ δύσκολος χειμώνας, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Γιάννης Ρέτσος δηλώνει ότι «διατηρούμε την αισιοδοξία μας γιατί ο κλάδος είναι ισχυρός και στάθηκε όρθιος σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες», παραπέμποντας ουσιαστικά στη δημοσιονομική κρίση της χώρας από το 2010 έως το 2018, «όπου ο ελληνικός τουρισμός όχι μόνο ξεχώρισε ως ένας από τους λίγους τομείς της οικονομίας που αναπτύχθηκαν, αλλά τελικά γιγαντώθηκε».

Από το τέλος του 2012 και μετά, στα επτά χρόνια της ανόδου και της ανάκαμψης, περισσότεροι από 230 εκατομμύρια ξένοι επισκέπτες ήρθαν στη χώρα μας και αυτό βοήθησε στο να βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό το brand της Eλλάδας, προσθέτοντας πάνω από 160-170 δισ. ευρώ την περασμένη δεκαετία μέσω άμεσων τουριστικών εισπράξεων και επενδύσεων.

Οι προβλέψεις για 15 δισ.

Για τη νέα χρονιά, η πρώτη πρόβλεψη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, σύμφωνα με τον στόχο που προβλέπει ο Προϋπολογισμός για την επόμενη χρονιά, κάνει λόγο για άμεσα έσοδα 15 δισ. ευρώ από τους ξένους επισκέπτες, έναντι του ρεκόρ των 18,2 δισ. ευρώ των εσόδων του 2019.

Ο στόχος, ακόμη κι εν μέσω Omicron, θεωρείται ρεαλιστικός, ανάλογα φυσικά με το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία μέσα στο 2022, ιδιαίτερα από την άνοιξη και μετά: «Ξέρουμε ότι ο χειμώνας θα είναι πολύ δύσκολος και ότι το 2022 θα είναι επίσης χρονιά πανδημίας, αλλά αυτό για την Ελλάδα ενδεχομένως να είναι ακόμη και… πλεονέκτημα, γιατί η χώρα έχει καταφέρει τουριστικά τα δύο τελευταία χρόνια να θεωρείται ένας πολύ ασφαλής προορισμός διακοπών στην ψυχολογία όσων Ευρωπαίων είναι διατεθειμένοι να ταξιδέψουν στο εξωτερικό».

Και ακριβώς μετά από δύο σεζόν πανδημίας, το ταξιδιωτικό κοινό έχει πλέον εξοικειωθεί περισσότερο και δηλώνει πιο έτοιμο να ταξιδέψει στο εξωτερικό, εφόσον γνωρίζει ότι ο προορισμός που θα έχει επιλέξει θα είναι υγειονομικά ασφαλής.

Στην αξιοσημείωτη αντοχή του ελληνικού τουρισμού εν μέσω COVID-19 αναφέρεται και η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία στην ενδιάμεση έκθεση που δημοσιεύτηκε στις 22 Δεκεμβρίου αναφέρει ότι οι επιδόσεις του τουριστικού κλάδου κατά το 2021 δημιουργούν ευνοϊκές προσδοκίες για την ταξιδιωτική κίνηση και τις σχετικές εισπράξεις και για το επόμενο έτος, «κατά το οποίο αναμένεται να πραγματοποιηθούν επιδόσεις περίπου στα επίπεδα του 2019». Μάλιστα στα θετικά για τον κλάδο θα πρέπει να προσμετρηθεί και το γεγονός ότι οι επιχειρηματικές προσδοκίες που σχετίζονται με τον τομέα, όπως τα καταλύματα, η εστίαση, τα ταξιδιωτικά πρακτορεία κ.λπ., έχουν επανέλθει σε θετικό έδαφος και μάλιστα στα επίπεδα που είχαν καταγράψει πριν από την πανδημική κρίση.

Στα θετικά του 2021 προσμετράται και η αύξηση της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι, όπως καταγράφεται από την ΤτΕ με βάση τα επίσημα στοιχεία του δεκαμήνου, έστω κι αν οι τουριστικοί φορείς αναγνωρίζουν ότι αυτή επετεύχθη υπό ειδικές συνθήκες (χαμηλότερες δαπάνες των καταναλωτών λόγω lockdown και άρα μεγαλύτερες δαπάνες στα ταξίδια, μακρύτερη περίοδο παραμονής στον προορισμό, περισσότερες δαπάνες για καταλύματα υψηλότερων κατηγοριών κ.ά.) και αποτελεί ερώτημα αν θα είναι διατηρήσιμη και υπό συνθήκες κανονικότητας. Την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου του 2021 η μέση δαπάνη αυξήθηκε στα 732 ευρώ από 592 ευρώ το 2020 και 575 ευρώ το 2019, την καλύτερη χρονιά του ελληνικού τουρισμού.

Διαβάστε ακόμα:

Πουλήθηκε η έπαυλη του εφοπλιστή Κωνσταντίνου Τσακίρη στο Ψυχικό – Μια από τις πιο ιστορικές βίλες (pics)

Πώς μπορούν οι επενδυτές να αντιμετωπίσουν την μεταβλητότητα των αγορών – Οι 3 κανόνες της JPMorgan

Netflix: Γιατί ανεβάζει τις τιμές στις συνδρομές