Tης Στεφανίας Σούκη

Περιορισμό των επενδύσεων σε στενότερα πλαίσια σε μία περίοδο που η χώρα έχει όσο ποτέ ανάγκη από νέα κεφάλαια βλέπουν οι τουριστικοί φορείς στο νέο αναπτυξιακό, το σχέδιο του οποίου μάλιστα έχει υποβληθεί με σημαντική καθυστέρηση. Οι παρατηρήσεις προέρχονται από έναν κλάδο, ο οποίος θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να προσελκύσει επενδύσεις της τάξεως των 100 δισ. ευρώ στον ορίζοντα της επόμενης πενταετίας, άποψη που συμμερίζονται και οι τραπεζίτες, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ο επικεφαλής του ομίλου Eurobank, Φωκίων Καραβίας.

Ένα από τα βασικά μειονεκτήματα του νέου προτεινόμενου πλαισίου παραμένει το γεγονός ότι, παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου, τελικά δεν εξασφαλίζεται η… πολυπόθητη σταθερότητα: Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, το κίνητρο της σταθερότητας του φορολογικού πλαισίου μόνο για επενδύσεις άνω των 20 εκατ. ευρώ (και μάλιστα αμέσως μετά από μια σημαντικότατη αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων κατά 20%), «κρίνεται ουσιαστικά αναποτελεσματικό (άλλωστε και αυτό τίθεται με περιορισμούς), ενώ παράλληλα επιτείνει το αίσθημα του κινδύνου για νέες αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών, γεγονός που αναμένεται να αποθαρρύνει τους δυνητικούς επενδυτές». Το σχόλιο μάλιστα από πλευράς του ίδιου του προέδρου του ΣΕΤΕ ήταν αρκούντως… δηκτικό: «Περιμένουν στην ουρά οι επενδυτές και περιορίζουμε γι’ αυτό τα όρια των επενδύσεων;»

Παρατηρείται θέσπιση περιορισμού των ενισχύσεων για τις μεγάλες επιχειρήσεις μόνο σε φορολογικές απαλλαγές, γεγονός που εμποδίζει τις δυναμικές και οργανωμένες τουριστικές επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα, για τον εμπλουτισμό των υπηρεσιών τους και την ανάπτυξη σε νέες αγορές στόχους, στηρίζοντας την αναβάθμιση της εικόνας και του κύρους του Τουρισμού στην Ελλάδα, ώστε να δοθεί η δυνατότητα αποτελεσματικής ανάπτυξης και των μικρότερων εταιρειών. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι και οι «μεγάλες επιχειρήσεις» στην Ελλάδα (με βάση την σχετική Σύσταση της ΕΕ) αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα πρόσβασης σε χρηματοδότηση, ενώ υστερούν σε μέγεθος συγκριτικά με τις αντίστοιχες «μεγάλες επιχειρήσεις» σε επίπεδο ΕΕ.

Oι τουριστικοί φορείς υποστηρίζουν επίσης ότι ο προσανατολισμός του νέου θεσμικού πλαισίου για τα καθεστώτα Ιδιωτικών Ενισχύσεων ευθυγραμμίζεται με την ευρωπαϊκή τάση για μείωση της έμφασης των επιχορηγήσεων και υιοθέτηση των φορολογικών απαλλαγών.

«Εν τούτοις, οι συνθήκες της πραγματικής οικονομίας στην Ελλάδα έχουν μεγάλη απόσταση από τις αντίστοιχες στα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ε.Ε., ενώ ταυτόχρονα η ουσιαστική απουσία ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σε συνδυασμό με το αρνητικό επιχειρηματικό κλίμα και την υπέρμετρη φορολογία των επιχειρήσεων, δεν συνηγορούν υπέρ της προσέγγισης αυτής, τουλάχιστον, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

Μάλιστα, εισάγεται και μια καινοφανής ερμηνεία για την έννοια της ισοδύναμης ακαθάριστης επιχορήγησης (σε σχέση με τις προβλέψεις του ΓΑΚ 651/2014), αφού αντί για αύξηση των πραγματικών ποσοστών ενίσχυσης επιβάλλεται μείωση τους για σημαντικό μέρος των Επενδύσεων».

Και μέσα σε όλα αυτά, δε λύνεται το –μόνιμο- πρόβλημα που αντιμετωπίζει το επιχειρείν στην Ελλάδα και δεν είναι άλλο από τις χρονικές καθυστερήσεις: Στο νέο αναπτυξιακό διαπιστώνεται απουσία χρονικών προθεσμιών, σε σχέση με τις διαδικασίες συγκρότησης των οργάνων ελέγχου, υποβολής των σχετικών εκθέσεών τους, καθώς και δημοσίευσης των αποφάσεων ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας των επενδύσεων σε ΦΕΚ, γεγονός που δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά και φόβους για υπερβολικές καθυστερήσεις, με βάση και τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στους προηγούμενους αναπτυξιακούς νόμους, παρά τις θεσμοθετημένες σε αυτούς προθεσμίες. «Οι αναμενόμενες καθυστερήσεις αυτές λειτουργούν προφανώς αρνητικά, σε σχέση με την προσπάθεια διαμόρφωσης θετικού επενδυτικού κλίματος».

Ο ΣΕΤΕ διαπιστώνει, μεταξύ άλλων, και πραγματική αδυναμία έναρξης εφαρμογής του νέου θεσμικού πλαισίου στους επόμενους μήνες δεδομένης της πρόβλεψης για την έκδοση μεγάλου αριθμού Υπουργικών Αποφάσεων για την εξειδίκευση του πλαισίου και την ουσιαστική έναρξη της λειτουργίας του.
Επιπλέον, σημαντική αβεβαιότητα προκαλείται από την καθυστέρηση, μέχρι σήμερα, της ψήφισης ρύθμισης για την τακτοποίηση των σε εκκρεμότητα επενδυτικών σχεδίων, προηγούμενων αναπτυξιακών νόμων, με ειδική πρόνοια για επιτάχυνση των διαδικασιών σύστασης οργάνων ελέγχου και ολοκλήρωσης των ελέγχων για επιχειρήσεις που έχουν, ήδη, ολοκληρώσει τις επενδύσεις τους και είτε τις έχουν χρηματοδοτήσει με ίδια κεφάλαια / δανεισμό, είτε έχουν εισπράξει προκαταβολές επιχορήγησης και συνεχίζουν να καταβάλουν τις σχετικές προμήθειες, των εγγυητικών επιστολών χωρίς ουσιαστικό λόγο. Το ίδιο παρατηρείται στις επενδύσεις για τις οποίες ενώ έχουν ολοκληρωθεί οι εκθέσεις τελικού ελέγχου καθυστερούν υπερβολικά οι ολοκληρώσεις.

Οι επιχειρήσεις δεν θα αναλάβουν νέα πρωτοβουλία για επενδυτική δραστηριότητα, χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί η τύχη υφιστάμενων εγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων.