Η ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία επηρεάζει προσωρινά και τον σχεδιασμό της Ελλάδας για μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 55% ως το 2030, 80% ως το 2040 και μηδενικών εκπομπών ως το 2050 αλλά δεν τον ανατρέπει δήλωσε κατά την ομιλία του ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας κ. Γκίκα Χαρδούβελη προσθέτοντας ότι υπάρχουν δύο μεγάλες ευκαιρίες στον τραπεζικό τομέα.

Συγκεκριμένα όπως είπε ο κ. Χαρδούβελης στο συνέδριο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς «THE FUTURE OF SUSTAINABLE FINANCE» η στροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη συνιστά ευκαιρία για τις τράπεζες καθώς:

  • Η μεγάλη στροφή προς τις βιώσιμες πηγές ενέργειας και την κλιμάκωση των αιολικών καθώς και των ηλιακών έργων, όπου σύμφωνα με την McKinsey, θα χρειαστούν επενδύσεις άνω των 15 δισ. ευρώ ως το 2030 και άνω των 50 δισ. ευρώ ως το 2050.
  • Οι ελληνικές επιχειρήσεις εκτός του κλάδου της ενέργειας και τα ελληνικά νοικοκυριά, θα επενδύσουν επίσης σε ένα πιο βιώσιμο μοντέλο στις μεταφορές, την ακίνητη περιουσία, τη βιομηχανία και τη γεωργία. Για να επιτευχθεί αυτό θα απαιτηθούν επενδύσεις περισσοτέρων από 65 δις ευρώ σε αυτούς τους τομείς ως το 2030 και περίπου 380 δις ευρώ ως το 2050. Για να υλοποιηθούν αυτές, οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τα ιδιωτικά επενδυτικά αλλά και δημόσια κεφάλαια (συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Ανάκαμψης). Είναι φιλόδοξος στόχος, αλλά έχουμε το καθήκον σαν τράπεζες να βοηθήσουμε στην υλοποίησή του.

Όπως είπε ο κ. Χαρδούβελης, η ΕΚΤ θα ενσωματώσει τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους στην ποιοτική καθοδήγηση της SREP (Διαδικασία Εποπτικής Αναθεώρησης και Αξιολόγησης). Φαίνεται ότι οι κλιματικοί και περιβαλλοντικοί κίνδυνοι θα επηρεάσουν τελικά το ύψος των κεφαλαιακών απαιτήσεων, αλλά στην τρέχουσα συγκυρία τα κλιματικά stress test του 2022 δεν θα είναι άσκηση επιτυχίας ή αποτυχίας, ούτε θα επιφέρουν άμεσες συνέπειες για τα απαιτούμενα ελάχιστα επίπεδα ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών.

Οι αυξημένες κανονιστικές απαιτήσεις οδηγούν τις τράπεζες να αναβαθμίσουν το εσωτερικό τους πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων, να ενισχύσουν περαιτέρω τις ικανότητες ανάλυσης και παροχής στοιχείων τους, και να ξεκινήσουν την πλήρη αναθεώρηση του πλαισίου διακυβέρνησης, των διαδικασιών, των δεδομένων και των συστημάτων τους. Δεν είναι εύκολο.

Στο μέλλον, είναι πιθανό να δούμε επιπτώσεις στην τιμολόγηση των δανείων – ειδικά καθώς οι κεφαλαιακές απαιτήσεις ενδέχεται να αυξηθούν για περιπτώσεις υψηλών επιπτώσεων στο κλίμα, ενώ οι τράπεζες θα αναγνωρίζουν και υποστηρίζουν τις πρωτοβουλίες πράσινης μετάβασης των δανειοληπτών.

Οφείλουμε ωστόσο να τονίσουμε ότι υπάρχει ανάγκη ουσιαστικής βελτίωσης της ποιότητας των δεδομένων για τη βιωσιμότητα. Εδώ, υπάρχει ακόμη δουλειά να γίνει. Το πιο σημαντικό: Υπάρχει έλλειψη δεδομένων για την αξιολόγηση και την παρακολούθηση των κινδύνων τόσο για τις ρυθμιστικές αρχές όσο και για τις τράπεζες.

Στην Εθνική Τράπεζα, έχουμε δημιουργήσει ένα σταθερό αποτύπωμα στην χρηματοδότηση του τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και διατηρούμε, επίσης, μια ισχυρή τραπεζική παράδοση σε σχέση με τους πυλώνες «S» και «G» του ESG, έχοντας λάβει το βραβείο Diamond ESG & Social Responsibility του Ινστιτούτου Εταιρικής Υπευθυνότητας (CRI). Τέσσερις φορές μέσα στα 14 χρόνια που απονέμεται στην Ελλάδα.

Διαβάστε ακόμη:

Πλειστηριασμοί: Τι «κλήρωσε» για Π. Κωστόπουλο, Κ. Αλεξανδράκη και Villas Armit 

Στάσσης: Η ΔΕΗ παραμένει ισχυρή – Πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων μετοχών σε ένα μήνα 

Naval Group: Έρχονται 5 νέες συμφωνίες με ελληνικές εταιρείες για τις φρεγάτες