Από το Ντάλας και τη Μινεάπολη μέχρι τη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες, τα γραφεία παραμένουν άδεια ή υπολειτουργούν, σηματοδοτώντας ότι η τηλεργασία κατά πάσα πιθανότητα ήρθε για να μείνει.

Σύμφωνα με το CNNbusiness, τα άδεια γραφεία δεν προκαλούν πονοκέφαλο μόνο για τους προϊστάμενους που επιθμούν τη φυσική παρουσία των μελών των ομάδων στις οποίες είναι επικεφαλής.

Οι επενδυτές και οι ρυθμιστικές αρχές, που είναι σε εγρήγορση για πιθανές αρρυθμίες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα έπειτα από την πρ’οσφατη τραπεζική αναταραχή, στρέφουν τώρα το ενδιαφέρον τους στην ύφεση στην αγορά εμπορικών ακινήτων των ΗΠΑ, αξίας 20 τρισ. δολαρίων.

Ακριβώς τη στιγμή που οι δανειστές του κλάδου παλεύουν με την αναταραχή που προκαλείται από τη ραγδαία αύξηση των επιτοκίων, η αξία κτηρίων όπως τα γραφεία καταρρέει, όπως μεταδίδει το CNN. Αυτό θα μπορούσε να επιδεινώσει το πρόβλημα για τις τράπεζες και να εγείρει ανησυχίες σχετικά με αλυσιδωτές επιπτώσεις.

«Αν και αυτό δεν είναι ακόμη ένα συστημικό πρόβλημα για τον τραπεζικό τομέα, υπάρχουν εύλογες ανησυχίες για πιθανή μετάδοση», δήλωσε ο Έσουαρ Πρασάντ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Cornell.

Στο χειρότερο σενάριο, η ανησυχία σχετικά με τον τραπεζικό δανεισμό σε εμπορικά ακίνητα θα μπορούσε να αυξηθεί, ωθώντας τους πελάτες να τραβήξουν απότομα τις καταθέσεις τους, όπως έγινε με τη Silicon Valley Bank τον περασμένο μήνα.

Τι απαντούν οι επικεφαλής

Ερωτηθείς για τον κίνδυνο που θέτουν τα εμπορικά ακίνητα, ο πρόεδρος της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι οι τράπεζες παραμένουν «ισχυρές» και «ανθεκτικές». Ωστόσο, η προσοχή αυξάνεται στους δεσμούς μεταξύ των δανειστών των ΗΠΑ και του τομέα ακινήτων.

«Το παρακολουθούμε πολύ στενά», δήλωσε ο Μάικλ Ρέινολντς, αντιπρόεδρος επενδυτικής στρατηγικής στη Glenmede. Αν και δεν αναμένει ότι τα δάνεια γραφείων θα αποτελέσουν πρόβλημα για όλες τις τράπεζες, «ένα ή δύο» ιδρύματα θα μπορούσαν να έχουν θέμα.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan Chase (JPM), Τζέιμι Ντίμον, δήλωσε στο CNN την προηγούμενη εβδομάδα, ότι δεν μπορεί να είναι σίγουρος εάν περισσότερες τράπεζες θα χρεοκοπήσουν φέτος. Ωστόσο, έσπευσε να επισημάνει ότι η τρέχουσα κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.

Η αγορά των ΗΠΑ φαίνεται πιο ευάλωτη. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Αγγλίας είχαν επίσης προειδοποιήσει προσφάτως για κινδύνους που συνδέονται με τα εμπορικά ακίνητα καθώς οι προοπτικές για τις τιμές επιδεινώνονται.

Τα εμπορικά ακίνητα — τα οποία εκτείνονται σε γραφεία, συγκροτήματα διαμερισμάτων, αποθήκες και εμπορικά κέντρα — έχουν δεχθεί σημαντική πίεση τους τελευταίους μήνες. Οι τιμές στις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκαν κατά 15% τον Μάρτιο από το πρόσφατο υψηλό τους, σύμφωνα με τον πάροχο δεδομένων Green Street. Η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων τον περασμένο χρόνο ήταν επώδυνη, αφού οι αγορές εμπορικών κτιρίων συνήθως χρηματοδοτούνται με μεγάλα δάνεια.

Τα ακίνητα γραφείων έχουν πληγεί περισσότερο. Η υβριδική εργασία παραμένει δημοφιλής, επηρεάζοντας τα ενοίκια που μπορούν να χρεώσουν πολλοί ιδιοκτήτες ακινήτων. Η μέση πληρότητα των γραφείων στις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθεί να είναι μικρότερη από τα μισά επίπεδα του Μαρτίου 2020, σύμφωνα με στοιχεία από τον πάροχο ασφαλείας Kastle.

Αυτό είναι ένα πιθανό πρόβλημα για τις τράπεζες δεδομένου του εκτεταμένου δανεισμού τους στον κλάδο. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι το 55% των δανείων γραφείων στις ΗΠΑ βρίσκονται στους τραπεζικούς ισολογισμούς. Οι περιφερειακές και κοινοτικές τράπεζες — ήδη υπό πίεση μετά τις αποτυχίες της Silicon Valley Bank και της Signature Bank τον Μάρτιο — αντιπροσωπεύουν το 23% του συνόλου.

Περίπου 270 δισ. δολάρια σε δάνεια εμπορικών ακινήτων που κατέχονται από τράπεζες θα λήξουν το 2023. Περίπου 80 δισ. δολάρια, σχεδόν το ένα τρίτο, βρίσκονται σε ακίνητα γραφείων.

Διαβάστε ακόμη

Dolphin: Προς εξασφάλιση χρηματοδότησης για το 5* Killada Hills των €420 εκατ. στην Πελοπόννησο

Γεωπολιτική σύγκρουση με φόντο το πετρέλαιο: Γιατί η διαμάχη ΗΠΑ – Σ. Αραβίας είναι ευκαιρία για τη Ρωσία (πίνακες)

Επιχείρηση «Ρατατούι»: Πώς η Amazon προσπαθεί να αλλάξει τη δημόσια εικόνα της