Δημήτρης Κωνσταντόπουλος

tags
Οι επιχειρήσεις θα τηρούν από 1/1/2015  Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και το Ελληνικό Δημόσιο κρατάει ακόμα το τεφτέρι

Οι επιχειρήσεις θα τηρούν από 1/1/2015 Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και το Ελληνικό Δημόσιο κρατάει ακόμα το τεφτέρι

H Λογιστική Επιστήμη όπως εφαρμόζεται από τις επιχειρήσεις είναι η πιο αξιόπιστη από τις οικονομικές επιστήμες, όταν βεβαίως δεν καταστρατηγούνται οι Αρχές και οι κανόνες της.  Με την χρήση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, που έως τώρα είναι υποχρεωτική μόνο για τις εισηγμένες στο Χ .Α. εταιρείες ,προσεγγίζεται περισσότερο η πραγματική οικονομική θέση της επιχείρησης  και παρέχεται πληρέστερη οικονομική πληροφόρηση.

Βασικό της μειονέκτημα της Λογιστικής τυποποίησης μέχρι σήμερα ήταν  η  αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων των οικονομικών μονάδων,  κατά κανόνα  με βάση την αρχή του ιστορικού κόστους,  Με την προϊσχύουσα Νομοθεσία επιβάλλονταν κάποιες παρεμβάσεις  ( κυρίως οι προβλέψεις) που λειτουργούσαν κυρίως στην κατεύθυνση της μείωσης της περιουσίας της επιχείρησης εξαιτίας  κάποιων διαφαινόμενων κινδύνων. ( Αρχή της Συντηρητικότητας)

- Τα Δ. Λ. Π.  καθιερώνουν τον όρο «επιμέτρηση»  αντί για αποτίμηση επιτρέποντας δηλαδή στις επιχειρήσεις να προσδιορίζουν στο κλείσιμο της χρήσης την εύλογη αξία  των περιουσιακών στοιχείων  αξία τους που  εξ ορισμού προσεγγίζει πολύ περισσότερο την πραγματική τους αξία.

- Προκειμένου για μεγάλα ποσά απαιτήσεων  και υποχρεώσεων επιβάλλεται η αποτίμηση στην παρούσα αξία τους αντί για την ονομαστική αξία. Δεν μπορεί  για τους τηρούντες τα πρότυπα  να εξομοιώνεται μια υποχρέωση  πληρωτέα τον επόμενο μήνα με μία ισόποση υποχρέωση για το επόμενο έτος όταν βέβαια πρόκειται για μεγάλη αξία.

- Για  ένα μηχάνημα που έχει απαξιωθεί στην αγορά, εκτιμάται η δυνατότητα του να προσφέρει μελλοντικά  οφέλη στην επιχείρηση και η αξία του αποτιμάται αναλόγως.

-Σημαντική είναι επίσης και η υποχρέωση της επιχείρησης να λαμβάνει υπόψη το ενδεχόμενο διακοπής  του συνόλου ή μέρους των δραστηριοτήτων της, κατά την κατάρτιση των οικονομικών της καταστάσεων.  

Τέλος   οι σημειώσεις και επεξηγήσεις των οικονομικών καταστάσεων με τη χρήση των Δ. Λ .Π. έχουν μεγαλύτερη σημασία από τις αντίστοιχες σημειώσεις του γνωστού μας «παραρτήματος» του Ν.2190/1920. Εν κατακλείδι η  ορθή εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων παρέχει στον αναγνώστη των οικονομικών καταστάσεων  εγχώριο ή ξένο ,οικονομική  πληροφόρηση που ξεπερνά κατά πολύ τις ανάγκες των  φορολογικών  αρχών που ενδιαφέρονται μόνο για τον προσδιορισμό του φορολογικού αποτελέσματος της χρήσης ή των χρήσεων που εξετάζουν.   

Με  το πρόσφατα ψηφισθέν σχετικό Ν/Σ (Ελληνικά  Λογιστικά  Πρότυπα) υποχρεώνονται στην χώρα μας οι επιχειρήσεις να υποβάλλουν οικονομικές καταστάσεις, υιοθετώντας  το σύνολο ή μέρος των Διεθνών Προτύπων ανάλογα με το μέγεθός τους.  Προφανώς τομέτρο επιφέρει πρόσθετο  κόστος  για πολλές μικρές ή μεσαίες  επιχειρήσεις που δεν ενδιαφέρονται να αποδείξουν σε Τράπεζες ή υποψήφιους επενδυτές μια πλήρη εικόνα της οικονομικής τους κατάστασης. Επιπλέον  κάθε αλλαγή τρομάζει τουλάχιστον στην αρχική φάση.   

Θα περίμενε κανείς ότι με πολύ μεγαλύτερη αυστηρότητα των λογιστικών Αρχών θα καταρτίζονταν και ο ισολογισμός (απολογισμός) του Κράτους και σε ότι αφορά τις έσοδα και έξοδα του  έτους και σε ότι αφορά την αποτίμηση της περιουσίας του. Τα μεγέθη του είναι τεράστια σε σχέση με αυτά των επιχειρήσεων και μας αφορούν όλους. Κάτι τέτοιο ποτέ δεν συμβαίνει όμως με αποτέλεσμα όλες εκείνες τις ατέρμονες συζητήσεις των κομματικών εκπροσώπων την περίοδο 2000-2010. Θα θυμάστε πως άλλος έκανε την παραγγελία για εξοπλισμούς π.χ. ,άλλος παραλάμβανε, άλλος τα χρησιμοποιούσε άλλος  έπρεπε να γράψει την δαπάνη στον προϋπολογισμό.  Έως το 2010 έσοδο και είσπραξη για το Δημόσιο ήταν το ίδιο ,πράγμα αδιανόητο για τις επιχειρήσεις αλλά και την Λογιστική Επιστήμη και αυτό  άλλαξε πρόσφατα   με νόμο του 2010 από το 2011. Όμως στο Δημόσιο δεν τηρείται ούτε καν η Αρχή της συσχέτισης του Εσόδου με τα έξοδα που ήταν βέβαια ανέκαθεν υποχρεωτική για τις επιχειρήσεις. Ακόμα και σήμερα  τιμολόγια για δεδουλευμένες υπηρεσίες  προς το Δημόσιο αντί  εκδοθούν το 2014 θα εκδοθούν όταν πληρωθούν ,πιθανά το  2015. Αναγκάζεται δηλαδή και ο ιδιώτης συνεργαζόμενος με τοΕλληνικό Δημόσιο να  βρεθεί και στο τέλος ο ίδιος εκτεθειμένος σε φορολογικό έλεγχο.

Η  περιουσία του Δημοσίου δεν είναι ακόμα  πλήρως καταγεγραμμένη, πόσο μάλλον σωστά αποτιμημένη . Αντίθετα αν αποτιμάτο  κάθε χρόνο στην εύλογη αξία της ή με οποιοδήποτε σταθερή και αξιόπιστη μέθοδο, θα είχαμε  ένα σοβαρό κριτήριο για ενδεχόμενη πώληση ή παραχώρησή της ανά πάσα στιγμή  για μια  συγκεκριμένη αξία.

Επίσης αν γίνονταν από χρόνια μια τέτοια συστηματική δουλειά θα είμαστε πολύ πιο ισχυροί σε οποιαδήποτε  διαπραγμάτευση αφού ως γνωστό το Δημόσιο διαθέτει σημαντική περιουσία αλλά την αφήνει να απαξιώνεται. 

Για ένα ακόμα θέμα υψηλής σημασίας όπως η τήρηση Λογιστικών Προτύπων  από το Ελληνικό Δημόσιο  η διοίκηση του Κράτους από κόμματα και πολιτικούς κρίνεται ανεπαρκής  εδώ και  πολλές δεκαετίες . Και όμως  ο κόσμος έχει πειστεί ότι η τρόικα και το μνημόνιο είναι η αιτία των προβλημάτων μας επειδή μας ανέλαβαν τη στιγμή εκείνηπου ξεκινούσε ήδη  μεγάλη μας κατάρρευση. Ακόμα  όσοι σήμερα επιθυμούν την σταθερότητα , θεωρώντας ανέφικτη την επιβολή όρων στους  δανειστές  μας, δεν αναφέρονται  σε αυτά που πρέπει να γίνουν στη χώρα μας ίσως γιατί οι περισσότεροι είναι και αυτοί  εξοικειωμένοι με τα  χρόνια εσωτερικά μας προβλήματά .

Δημήτρης Κωνσταντόπουλος

Είναι το χρέος και οι όροι αποπληρωμής του η αιτία της λιτότητας στη χώρα μας;

Είναι το χρέος και οι όροι αποπληρωμής του η αιτία της λιτότητας στη χώρα μας;

Συζητώντας με περισσότερους  από 50 φίλους και  συμπολίτες διαπίστωσα ότι στην πλειοψηφία τους έχουν την αίσθηση  ότι ύστερα από το 2010 αποπληρώνουμε το χρέος και συγχρόνως εύλογα απορούν  γιατί το χρέος αντί να μειώνεται αυξάνεται.
Όμως η λιτότητα που ζούμε την τελευταία 5ετία  οφείλεται κυρίως στην προσαρμογή του δημόσιου προϋπολογισμού σε μηδενικά ελλείμματα προ τόκων και χρεολυσίων (πρωτογενή) και όχι στη μείωση του χρέους. Περικόπηκαν μισθοί και συντάξεις και αυξήθηκαν οι φόροι ώστε να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός που για πρώτη φορά είχε πρωτογενές πλεόνασμα το 2013.  Δεν αποπληρώνουμε ακόμα το χρέος δηλαδή τα σωρευμένα ελλείμματα των προηγούμενων ετών ,ούτε καν τους τόκους και για αυτό  το χρέος αυξάνεται.  Τις λήξεις των ομολόγων (τοκοχρεολύσια) τις έχουν αναλάβει οι πιστωτές μας (δίνοντάς μας νέα δάνεια)…                           

Είναι άλλο πράγμα να ξεμαθαίνεις από τα δανεικά από εδώ και πέρα και  άλλο να ξεπληρώνεις τα παλαιά χρέη. Επίσης  είναι άλλο πράγμα  να πρέπει να προσαρμοστεί μια οικογένεια άλλο  μια επιχείρηση και άλλο ένα Κράτος, μειώνοντας τις  δαπάνες. Οι περικοπές στις δαπάνες του Δημοσίου και η αύξηση των φόρων, ώστε να προσαρμοστεί ο Κρατικός προϋπολογισμός  στα μηδενικά ελλείμματα είναι μια από τις αιτίες μείωσης του ΑΕΠ. Αν το δούμε αντίστροφα το ΑΕΠ είχε μεγαλώσει τα τελευταία χρόνια  (μεγέθυνση) εξαιτίας της Κρατικής σπατάλης και όχι εξαιτίας υγιούς ανάπτυξης  που βασίζεται σε παραγωγικές επενδύσεις.

Υπάρχουν όμως και άλλες αιτίες που ύστερα από την κρίση μείωσαν τη ζήτηση, εκτός από την προσαρμογή του κρατικού προϋπολογισμού σε μηδενικά ελλείμματα: Αυτές είναι πιο προφανείς, δεν τις αμφισβητεί, κανείς και είναι αφενός η αναγκαστική μείωση του ιδιωτικού δανεισμού (φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων) ύστερα από τη δημιουργία ενός πολύ αρνητικού κλίματος.

Σε μια χώρα που έχει χρεοκοπήσει τα δάνεια γίνονται επισφαλή και τα κεφάλαια των Τραπεζών μειώνονται αυτόματα.  Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιες απώλειες ρευστότητας που χωρίς το μνημόνιο θα ήταν πολύ μεγαλύτερες:

Το  πρωτογενές έλλειμμα του 2009 ήταν μεγαλύτερο από 20 δισ. με τα οποία είχαμε μάθει να ζούμε εις βάρος του Κρατικού προϋπολογισμού. Εκτός όμως από αυτά τα 20 δισ. (ετησίως) περισσότερα από 150 δισ. μείωση ρευστότητας είχαμε στην 5ετία λόγω του αρνητικού ρυθμού χρηματοδότησης των Τραπεζών ( μείωση δανείων),από την μείωση των μεταχρονολογημένων επιταγών, την μείωση των επενδύσεων, μείωση του χρόνου πίστωσης στην αγορά.  Ακόμα πιο απλά εκεί  που από το 2000 παίρναμε διαρκώς νέα δανεικά και ως πολίτες του Κράτους (άσχετα ότι  δεν μας ρώταγαν) αλλά και ως ιδιώτες ξαφνικά αυτά σταματήσανε και ξεπληρώνουμε και από πάνω τα παλαιά ιδιωτικά δάνεια , όχι όμως του Κράτους.  Το  Κράτος, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ακόμα δεν έχει πληρώσει ούτε τους τόκους που αναλογούν στα έτη 2009-2013.  Η πληρωμή τόκων και χρεολυσίων γίνεται αναγκαστικά από την τρόικα που μας χρεώνει βεβαίως  με νέα δάνεια χαμηλότοκα.  Αυτά όποιος δεν τα ξέρει ή δεν τα καταλαβαίνει καλό θα είναι να μη βγάζει βιαστικά και   εύκολα συμπεράσματα ότι πρόκειται για τοκογλύφους ή για σχέδιο εξόντωσής μας.  Αυτό το θέμα της σχέσης μας με τους δανειστές μας είναι άλλο ζήτημα που επίσης εκμεταλλεύονται κόμματα και παρατάξεις και θα το βρούμε μπροστά μας όταν σήμερα μικρά παιδιά ακούν για τοκογλύφους και μαθαίνουν να αντιπαθούν και μάλιστα άδικα, τους  πολίτες άλλων χωρών.

Επιστρέφοντας στη σημερινή κατάσταση έχουμε ένα τεράστιο χρέος που για να εξυπηρετηθεί , με βάση τις συμβάσεις που έχουμε υπογράψει ως χώρα, χρειάζεται το πρωτογενές πλεόνασμα ύψους  5 δισ. για το 2015 να πάει  για την αποπληρωμή του χρέους. Σε ότι αφορά δηλαδή τον προϋπολογισμό του Κράτους , το 2015 είναι ίδιο περίπου με το 2014. Το τι θα γίνει με την οικονομία τις επενδύσεις και την ανάπτυξη εξαρτάται περισσότερο από τη σταθερότητα σήμερα και μελλοντικά στη χώρα μας, καθώς και το διεθνές περιβάλλον.

Βεβαίως το θέμα είναι πιο περίπλοκο για να μπορεί να εκφραστεί με λίγα νούμερα. Άλλωστε  τα μεγέθη στην οικονομική ανάλυση είναι αλληλοεξαρτώμενα, οπότε μερικά νούμερα  ξεκάρφωτα ίσως να μην δίνουν την συνολική εικόνα και συχνά να δημιουργούν λάθος εντυπώσεις.  

Τα  παραπάνω νούμερα όμως αναφέρθηκαν για να αποκαλύψουν την τάξη των μεγεθών που δεν έχει γίνει κατανοητή, εκούσια ή ακούσια, ούτε από τους πολιτικούς που μιλούν για τη διαγραφή του χρέους. Μας λένε λοιπόν πως θα φτιάξει η ζωή μας επειδή θα διαγραφεί μέρος του  χρέους ή όλο το χρέος. Αυτό σημαίνει για το 2015, αν διαγραφεί όλο το χρέος, διαφορά 5 δις στον προϋπολογισμό. Όμως  όπως αναφέρθηκε παραπάνω  μέσα στην πενταετία  περισσότερα από 250 δις € έπαψαν να «απασχολούνται »στην Ελληνική οικονομία.  Το ΑΕΠ  επίσης έχει μειωθεί περίπου 100 δις  ως αποτέλεσμα της μείωσης της ρευστότητας και η μείωσή του είναι  συγχρόνως  αιτία για νέα μείωση της ρευστότητας. Τι θα αλλάξει αν δεν δώσουμε τα  5 δις και συγχρόνως τους έχουμε όλους απέναντί μας; Όταν περιμένουμε από τους εταίρους μας πολύ μεγαλύτερα ποσά από κοινοτικά προγράμματα και ακόμα μεγαλύτερα να γίνουν επενδύσεις στην χώρα μας. Σκεφτείτε να πρέπει να εκτελεστεί  ένας προϋπολογισμός παρόμοιος με του 2014 και συγχρόνως να είμαστε επίσημα απομονωμένοι διεθνώς.

Αυτοί λοιπόν που υπόσχονται πως θα διαγράψουν το χρέος πρέπει να υποσχεθούν πως  θα φέρουν  πίσω και τα κεφάλαια που θα μας οδηγήσουν στην Ανάπτυξη που είναι και η λύση όλων των προβλημάτων μας.  Τουλάχιστον αφού με λόγια και υποσχέσεις  γίνονται όλα, προσωπικά θα προτιμούσα την υπόσχεση για ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ, αρκεί βέβαια να μην το διαχειριστούν τα κόμματα.  Καλύτερος διαχειριστής θα ήταν ο δράκος του παραμυθιού.Επιστρέφοντας στην πραγματικότητα και στο ερώτημα  αν το χρέος είναι βιώσιμο , ένα εύλογο ερώτημα που η απάντησή εξαρτάται από ένα σωρό παραμέτρους με βάση τις οποίες μπορεί να προκύψει και ο ιδανικός χρόνος για αντιμετωπιστεί σε συμφωνία  με τους δανειστές μας. Αυτός ο χρόνος προκύπτει από πολλά και σύνθετα  πραγματικά δεδομένα. Δεν γνωρίζω πότε θα έπρεπε να γίνει για το συμφέρον της χώρας  αλλά δεν έχω πειστεί  και ότι το κοινό συμφέρον  είναι πάνω  από τις κομματικές σκοπιμότητες στην χώρα μας.

Συνοψίζοντας είμαστε ουσιαστικά μια χρεοκοπημένη χώρα  και η κοινωνία αντί να είναι επικεντρωμένη στην εφαρμογή ενός μοντέλου που θα ανατάξει την οικονομία της ασχολείται για 5 έτη με το αν είναι εφικτό να  ακυρώσουμε την συμφωνία με τους δανειστές μας.  Άλλοι το θεωρούν εφικτό και άλλοι όχι, όμως κανείς δεν αναρωτιέται  αν αυτό είναι το μοναδικό προαπαιτούμενο  για να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη.

Σε ότι αφορά τα κόμματα, δυστυχώς η  μεγαλύτερη προσφορά τους θα ήταν  να ομονοήσουν να εγγυηθούν την σταθερότητα   και να οργανώσουν στοιχειωδώς τον Κρατικό μηχανισμό. Ας μειώσουν  όσο μπορούν την γραφειοκρατία και ας πάψουν να βάζουν προσκόμματα  στις υγιείς  επιχειρηματικές προσπάθειες. Την οικονομία καλύτερα να την αφήσουν αναταχθεί μόνη της.

Δημήτρης Κωνσταντόπουλος

Πώς  η επίσπευση των εκλογών μπορεί να λειτουργήσει θετικά για την έξοδο από την κρίση

Πώς η επίσπευση των εκλογών μπορεί να λειτουργήσει θετικά για την έξοδο από την κρίση

Η αναζήτηση θετικών επιπτώσεων  ύστερα από τις τελευταίες εξελίξεις στη χώρα μας σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζεται ο  πραγματικός  κίνδυνος αποσταθεροποίησης, ούτε  μειώνει τη μέγιστη σημασία που έχουν σήμερα η αυτοσυγκράτηση και η όσο το δυνατόν  μεγαλύτερη συναίνεση.  Η ανάγνωση της ιστορίας του νεοελληνικού κράτους με τις έντονες αντιπαραθέσεις, τους εμφυλίους πολέμους, αλλά και το πιο πρόσφατο κομματικό κράτος  δύο κόμματα να εναλλάσσονται  στην εξουσία και να  κατασπαταλούν τα δάνεια έως το 2009, καταδεικνύει ότι υπάρχει πάντα πολύς ακόμα κατήφορος στον οποίο δεν πρέπει να ολισθήσουμε.

Σε ό,τι αφορά τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους και αν μπορούν να μας λύσουν τα προβλήματα, προσωπικά, δεν είμαι αισιόδοξος.

Στον  Δυτικό κόσμο  συμπεριλαμβανομένης της Ε.Ε. τις τελευταίες δεκαετίες  υπάρχουν φαινόμενα αποσύνθεσης, παρακμή, πολιτισμική και κοινωνική κρίση, δεν υπάρχουν  πια κοινά αποδεκτές αξίες. Το  επιτυχημένο  οικονομικό μοντέλο που μετά το 1945 βασιζόταν στην ολοένα μεγαλύτερη αύξηση των καταναλωτικών αναγκών, ώστε η ζήτηση να ακολουθεί την διαρκώς αυξανόμενη παραγωγή,  τις τελευταίες δεκαετίες ασθμαίνει , δεν μπορεί να προσφέρει πλήρη απασχόληση στις κοινωνίες, παρά τον διαρκώς αυξανόμενο δανεισμό,  κρατών και  πολιτών. Πόσο μάλλον βέβαια στη χώρα μας που ποτέ δεν είχε σπουδαίες παραγωγικές δυνατότητες. Νομίζω ότι υπάρχει ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και δεν είναι αρκετή η παροχή επιπλέον ρευστότητας, όπως ισχυρίζονται πολλοί, για να έχουμε μακροπρόθεσμες λύσεις στην Ε.Ε.

Το μοναδικό μας ατού στο θέμα της διαπραγμάτευσης είναι το μικρό μας μέγεθος που συνεπάγεται μικρότερο κόστος για την λύση των προβλημάτων μας. Είναι όμως διατεθειμένοι οι εταίροι μας να επιλύσουν τα προβλήματα του πιο αδύνατου κρίκου χωρίς να μπορούν να το κάνουν  για όλες τις χώρες της Ε.Ε.;  Μπορούν οι πολιτικοί μας  να πετύχουν κάτι τέτοιο;  
Αυτό που είναι βέβαιο είναι πως η κοινωνία δεν πείθεται ούτε για όσα πρέπει να γίνουν στο εσωτερικό της  χώρας μας, είμαστε όλοι  καχύποπτοι ακόμα και σε λογικά και καλοπροαίρετα επιχειρήματα. Αν και όλοι οι πολίτες αναγνωρίζουν ότι, σε γενικές γραμμές,  δεν τα κάναμε σωστά έως το 2009, δεν μπορούν να δεχτούν μεταρρυθμίσεις που τους δυσκολεύουν τη ζωή και μάλιστα από τα κόμματα που μας έφεραν σε αυτή την κατάσταση. Συχνά βέβαια η στάση αυτή  είναι προσχηματική  και απλώς κάποιοι προτιμούν το βόλεμά τους εις βάρος του συνόλου και τη διατήρηση της προ κρίσης κατάστασης που τους εξυπηρετούσε.

Ας δούμε όμως  ποιο είναι το πλεονέκτημα της  επόμενης μέρας από την διεξαγωγή  εκλογών για την Ελληνική κοινωνία σε σχέση με την περίοδο 2009-2014.  

Αναλογιστείτε  πόσες ανθρωποώρες έχουν αναλωθεί από το 2009 σε συζητήσεις για το αν το μνημόνιο είναι ή όχι η αιτία των προβλημάτων μας και πώς θα απαλλαγούμε από αυτό.

Πόσες θέσεις εργασίας θα είχαν σωθεί  αν  η ενέργεια και οι  ανθρωποώρες που  αναλώθηκαν για το παραπάνω ερώτημα είχαν επικεντρωθεί στην κατάσταση της πραγματικής  οικονομίας;

Αν η εκάστοτε αντιπολίτευση έκανε τοποθετήσεις για τις δυσκολίες και τα προσκόμματα  που βρίσκουν οι προσπάθειες για νέες επενδύσεις, τις προσπάθειες νέων αγροτών και επιχειρήσεων αντί να ασχολείται με το μνημόνιο;

Αν οι 3 κυβερνήσεις που πέρασαν, αντί να ψάχνουν δικαιολογίες για την υπογραφή ή την τήρηση του μνημονίου, έψαχναν ρεαλιστικές λύσεις με λιγότερο οδυνηρά αποτελέσματα;

Αν αντί για ψευτοηρωικούς διθυράμβους  και κόκκινες γραμμές η φαιά ουσία πολιτικών και δημοσιογράφων ξοδεύονταν ώστε να βρεθούν λύσεις που δεν θα γονάτιζαν την πραγματική οικονομία σε τέτοιο μεγάλο βαθμό;

Πραγματική οικονομία είναι βεβαίως οι επιχειρήσεις και κυρίως οι παραγωγικοί κλάδοι που προσφέρουν απασχόληση στους συμπολίτες μας.  Οι εργαζόμενοι στην Ιδιωτική οικονομία έμειναν άνεργοι και δεν μπορούν να πληρώσουν φόρους, δεν μπορούν να καταναλώσουν. Οι πολιτικοί ανέκαθεν  αδιαφορούσαν για αυτούς  και ενδιαφέρονταν  κυρίως  για την κομματική τους πελατεία. Κάθε φορά που πρέπει να περικόψουν μισθούς και συντάξεις τα φορτώνουν στο μνημόνιο και τους δανειστές. Το ότι δεν υπάρχει παραγωγή που να δικαιολογεί υψηλούς μισθούς και συντάξεις στο Δημόσιο είναι μια διαπίστωση στην οποία δεν στέκεται κανείς αφού υπάρχει η εύκολη λύση της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Εύκολη βέβαια στα λόγια που ήρθε όμως η ώρα να γίνουν και πράξη.

Η επωδός που κυριαρχεί για μία 5ετία είναι η απαλλαγή από το μνημόνιο με διάφορες αποχρώσεις, σταδιακό σκίσιμο, απαγκίστρωση, ακύρωση.

Οι  εκλογές λοιπόν ανεξαρτήτως αποτελέσματος θα μας απαλλάξουν από αυτήν την ανόητη συζήτηση. Όποιος και να εκλεγεί μετά από 3-4 μήνες αυτή η συζήτηση περί μνημονίων θα έχει σταματήσει και υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να ασχοληθούμε όλοι με τα πραγματικά προβλήματα και την οργάνωση της χώρας.

Άλλωστε κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει ποτέ από την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους εκτός από κάποιες φωτεινές περιόδους που δυστυχώς δεν είχαν μεγάλη διάρκεια. Από την ιστορία μας όμως  πρέπει να διδαχτούμε επίσης  και πόσο καταστροφικό θα είναι  ένα ατύχημα  για την κοινωνία, καθώς η νοοτροπία μας δεν έχει αλλάξει.
Επιστρέφοντας πάλι στις μέρες μας, οπωσδήποτε θα ήταν καλύτερο να είχαμε αποφύγει εντελώς την πολιτική αβεβαιότητα, αλλά, όπως διαμορφώθηκαν τα πράγματα τους τελευταίους μήνες, κάτι τέτοιο δεν ήταν πια εφικτό και  ανεξάρτητα από τις πρόσφατες αντιδράσεις στο Χρηματιστήριο, νομίζω  οι αγορές το έχουν ήδη προεξοφλήσει.

Ελπίζω τα κόμματα να κατανοούν ότι  το πιο σημαντικό αυτές τις ώρες είναι η πολιτική σταθερότητα και ίσως αυτό είναι το μόνο που μπορούν να καταφέρουν, αφήνοντας κατά μέρος τις ανεύθυνες συμπεριφορές.

Δημήτρης Κωνσταντόπουλος

Είναι προτιμότερη η αύξηση των φόρων από την μείωση μισθών και συντάξεων σε περίοδο ύφεσης;

Είναι προτιμότερη η αύξηση των φόρων από την μείωση μισθών και συντάξεων σε περίοδο ύφεσης;

Η  οικονομική επιστήμη έχει ως αντικείμενο να προσδιορίσει τον τρόπο που θα αξιοποιηθούν οι  περιορισμένοι  παραγωγικοί πόροι .

Σε επίπεδο κράτους η αξιοποίηση των πόρων γίνεται στην κατεύθυνση της μεγιστοποίησης του συνολικού οφέλους, με  τη μεγαλύτερη δυνατή ισορροπία στην κατανομή  του πλούτου στους πολίτες του.

Αντίστοιχα οικονομικά κριτήρια, με γνώμονα δηλαδή το κοινό συμφέρον, πρέπει να υπάρχουν και όταν πρόκειται για  περικοπές των  πόρων. Στην χώρα μας αφού για δεκαετίες δεν εφαρμόστηκαν οι βασικές αρχές της οικονομικής επιστήμης και οι διαθέσιμοι πόροι κατασπαταλήθηκαν, τα τελευταία χρόνια γίνονται αναγκαστικά περικοπές. Όμως  και πάλι ο στόχος αυτών που λαμβάνουν αποφάσεις στο εσωτερικό της χώρας δεν είναι η μικρότερη δυνατή απώλεια για το σύνολο . Ούτε σήμερα  δεν εφαρμόζονται τα βασικά έστω οικονομικά κριτήρια που μακροπρόθεσμα υπηρετούν το κοινό όφελος.

Τα 2 βασικότερα μεγέθη που προσμετρούν το κοινό οικονομικό όφελος είναι  ο προϋπολογισμός και το ΑΕΠ.

α)Είναι προφανές ότι ένα Κράτος με νοικοκυρεμένα δημόσια οικονομικά  ( προϋπολογισμός) στην πορεία των ετών παρέχει ασφάλεια στους πολίτες  του  και έχει την οικονομική δυνατότητα να τους συμπαρασταθεί όταν το έχουν ανάγκη.

Μια σοβαρή διαχείριση επιτρέπει τα ελλείμματα μόνο για έκτακτα γεγονότα και μόνο για την πραγματοποίηση επενδύσεων που μεταγενέστερα θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και  πλεονάσματα.

Μπορεί να γίνει αποδεκτή και η άποψη πως σε κάποιες συγκεκριμένες περιόδους η αύξηση δαπανών του Κρατικού προϋπολογισμού ( έλλειμμα) μπορεί να τονώσει τη ζήτηση και να συμβάλλει στην αύξηση του ΑΕΠ. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί όμως ένα Κράτος να επιβιώσει όταν δανείζεται ( έχει ελλείμματα) για να καλύπτει σταθερές λειτουργικές δαπάνες  .Όταν δηλαδή «μπαίνει μέσα» κάθε χρόνο όπως γινόταν για δεκαετίες στην χώρα μας.

β) Και η διαρκής αύξηση του ΑΕΠ βεβαίως σε μια χώρα αργά ή γρήγορα γίνεται αισθητή από τους πολίτες του ειδικά όταν κατανέμεται ισομερώς στους πολίτες του.

Στην παρούσα φάση πρέπει να ληφθεί η απόφαση,  είτε για μείωση μισθών και συντάξεων είτε για αύξηση του Φ. Π. Α  σε προϊόντα και  υπηρεσίες, κυρίως τουριστικές  που παρέχονται στην χώρα μας .Τα  δύο μέτρα είναι ισοδύναμα σε ότι αφορά την επίπτωσή τους στον προϋπολογισμό  και η ψήφισή ενός εκ των δύο ή ενός συνδυασμού των γίνεται στις ημέρες μας τον Δεκέμβριο του 2014

Η κατεύθυνση που πρέπει να επιλεγεί είναι προφανής για τους ανθρώπους της αγοράς και ήδη έχουν διατυπωθεί απόψεις για μείωση των τουριστών από μια αύξηση του Φ. Π. Α.  κάτι που συνεπάγεται την αντίστοιχη μείωση των απασχολουμένων  και μείωση του ΑΕΠ , αφού θα επηρεαστούν άμεσα και έμμεσα πολλές επιχειρήσεις.

Είναι  κοινά παραδεκτό ότι η αύξηση της φορολογίας είναι φρένο για την οικονομία που θα  ήταν επιτυχής κίνηση να το κάνουμε πριν 15 χρόνια προτού εκτροχιαστούμε, όχι σήμερα που προσπαθούμε να βρούμε μια αιτία να πείσουμε  κάποιους  να επενδύσουν στη χώρα  μας.

Προσωπικά είμαι ανέκαθεν ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος στο θέμα της απασχόλησης και στην παρούσα φάση είμαι αντίθετος σε μια αύξηση φόρων στις επιχειρήσεις ,αλλά θα προσπαθήσω να απαντήσω το παραπάνω ερώτημα  προσεγγίζοντας τον μέσο πολίτη ή το κοινό οικονομικό συμφέρον.

Υποθέτουμε ότι  μια πιθανή μείωση συντάξεων μας αφορά όλους εξαιτίας της αδυναμίας του ασφαλιστικού συστήματος στην χώρα μας και μειώνει και τη βάση υπολογισμού της δικής  μας σύνταξης.

Αν όμως ως πολίτες αντιλαμβανόμαστε την έννοια του κοινού οφέλους ή του κοινού συμφέροντος θα πρέπει να μας ενδιαφέρει πρωταρχικά η αύξηση της πίτας ( ΑΕΠ) και να απορρίπτουμε λύσεις που το συρρικνώνουν.  Ακόμα και ένας άμεσα θιγόμενος που θα δει τη σύνταξή του να μειώνεται θα πρέπει να αντιλαμβάνεται πως είναι πιο σημαντικό να  έχει δουλειά το παιδί του. Αν βρουν δουλειά  οι άνεργοι  και υπάρξει ανάπτυξη τότε θα μπορεί να αυξηθεί η σύνταξή του με ασφάλεια.  Αντίθετα αν συρρικνωθεί  περαιτέρω το ΑΕΠ και η απασχόληση στη χώρα μας θα τεθεί εκ νέου τα επόμενα έτη θέμα μείωσης των συντάξεων.

Είναι προφανές ότι για να υπάρχει και δικαιοσύνη θα πρέπει να αναζητηθούν προς μείωση υψηλές συντάξεις για τις οποίες δεν έχουν καταβληθεί οι ανάλογες εισφορές αντί να εξαθλιωθούν οι χαμηλοσυνταξιούχοι.

Βεβαίως υπάρχει  και η άποψη ότι δεν πρέπει να γίνει ούτε περικοπή ούτε αύξηση φόρων με το σκεπτικό ότι δεν πρέπει να τηρήσουμε την συμφωνία με τους δανειστές μας ώστε  να υπάρξει χαλάρωση στην δημοσιονομική πολιτική αφού ο κόσμος δεν αντέχει  Το αν αυτό είναι εφικτό κάτι τέτοιο έχει συζητηθεί ευρύτατα τα τελευταία χρόνια και δεν έχει νόημα να αναλυθεί περαιτέρω.

Σε περίπτωση όμως που με αναθεώρηση της συμφωνίας με τους δανειστές μας ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο βρεθούν περισσότεροι διαθέσιμοι πόροι και πάλι θα πρέπει να διοχετευτούν στην οικονομία και συγκεκριμένα σε νέες παραγωγικές επενδύσεις αντί για μισθούς και συντάξεις.

Η αύξηση της  ζήτησης  μπορεί να γίνει εκτός από  αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις   που επικαλούνται οι εκφραστές της αντίθετης άποψης και  από τους ανέργους που θα βρουν απασχόληση που είναι η ορθή άποψη. Μια βιώσιμη επένδυση δεν απαιτεί πόρους και  για τα επόμενα έτη , αντίθετα με τους  μισθούς   και τις   συντάξεις που είναι μόνιμη δαπάνη για τον κρατικό προϋπολογισμό. Δεν μπορεί μια παρατεταμένη οικονομική  κρίση να μην μας δίδαξε τίποτα.

Δυστυχώς όμως η λάθος άποψη έχει άμεσα ενδιαφερόμενους συμπολίτες μας που ίσως είναι λογικό να σταθμίζουν περισσότερο το  προσωπικό τους συμφέρον σήμερα  από το κοινό συμφέρον σε μια χώρα που  το μέλλον της είναι μάλλον αβέβαιο. Αυτούς όμως θέλουν να ευχαριστήσουν  έστω προσωρινά κόμματα και παρατάξεις  και θεωρώ απίθανο να πάρουν την σωστή για το σύνολο απόφαση.

Δημήτρης Κωνσταντόπουλος

ΦΟΡΤΩΣΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ