Σε μεγάλο γρίφο για τους επενδυτές και τις αγορές συναλλάγματος εξελίσσεται η πορεία που θα έχει το δολάριο επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ, καθώς οι δηλώσεις του ιδίου και των επιτελών του μεταδίδουν αντιφατικά μηνύματα.
Αμέσως μετά την εκλογή του Τραμπ στις αρχές Νοεμβρίου το δολάριο ακολούθησε ανοδική πορεία (ένα ευρώ από 1,08 δολάρια που κόστιζε τότε έχει πέσει στο 1,03 δολάρια) και οι περισσότερες προβλέψεις συγκλίνουν στο ότι αργά ή γρήγορα θα φτάσει σε ισοτιμία ένα προς ένα με το ευρώ.
Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στην εκτίμηση ότι οι πολιτικές Τραμπ (δασμοί και φορολογικές ελαφρύνσεις) θα ενισχύσουν τον πληθωρισμό και επομένως η Federal Reserve θα κρατήσει ψηλά τα επιτόκια, κάτι που θα κρατήσει ψηλά και το δολάριο.
Ο ίδιος ο Τραμπ, που ορκίζεται στις 20 Ιανουαρίου, έχει δηλώσει κατηγορηματικά ότι θα επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων στις ΗΠΑ και ότι στόχος του είναι να «αναστήσει» την αμερικανική βιομηχανία και την εγχώρια παραγωγή. Επίσης, ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι θα υπερασπιστεί με κάθε μέσο το «πανίσχυρο δολάριο» και θα χτυπήσει με αντίμετρα οποιαδήποτε απόπειρα των χωρών BRICS να δημιουργήσουν εναλλακτικά μέσα διεθνών συναλλαγών.
Όλο αυτό το πλαίσιο προοιωνίζεται ισχυρό δολάριο, κάτι που ταιριάζει και με την μακροχρόνια τεχνική τάση του νομίσματος σε σχέση με το ευρώ, η οποία διαμορφώνει ένα πλαίσιο πιθανής διακύμανσης μέχρι και τα 0,8 δολάρια για ένα ευρώ, το επίπεδο δηλαδή στο οποίο βρίσκονταν οι ισοτιμίες στις αρχές της δεκαετίας του 2000, προτού ξεκινήσει η κυκλοφορία του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος.
Όμως, υπό κανονικές συνθήκες και χωρίς να αλλάξουν οι άλλες παράμετροι (το λεγόμενο «ceteris paribus» που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι) ο στόχος της ενίσχυσης της αμερικανικής παραγωγής δεν είναι συμβατός με ένα ισχυρό δολάριο, αντίθετα για να γίνει κάτι τέτοιο θα βοηθούσε μια υποτίμηση του αμερικανικού νομίσματος. Ιδιαίτερα εάν και η Κίνα επιχειρήσει να αντισταθμίσει τους δασμούς αφήνοντας το γουάν να υποτιμηθεί.
Διότι, εάν το δολάριο ενισχυθεί, θα πληγούν και οι εξαγωγές των ΗΠΑ, οι οποίες θα γίνουν ακριβότερες στο εξωτερικό. Πολλώ δε, μάλλον εάν απαντήσουν με δασμούς και οι βασικοί πελάτες των ΗΠΑ, που απορροφούν τις αμερικανικές εξαγωγές, όπως κατ’ εξοχήν είναι οι ευρωπαϊκές χώρες.
Επομένως, τα εμπορικά δεδομένα μπορεί να λειτουργήσουν αντίστροφα δημιουργώντας πιέσεις υποτίμησης του δολαρίου, σε κάποια φάση. Κάτι τέτοιο έχει προβλέψει και ο επιδραστικός Αμερικανός οικονομολόγος Μπάρι Άιτσενγκριν.
Την προοπτική της αποδυνάμωσης του δολαρίου μακροχρόνια ενίσχυσε και η επιλογή του Σκοτ Μπέσεντ για τη θέση του υπουργού Οικονομικών, όπως υπέδειξε η αρθρογράφος των Financial Times, Γκίλιαν Τετ. Σε άρθρο της σημείωσε ότι ο Μπέσεντ είναι οπαδός μιας επανευθυγράμμισης των διεθνών ισοτιμιών και είχε μιλήσει πέρσι για ένα νέο Bretton Woods, δήλωση που παραπέμπει σε μια διεθνή συμφωνία για ανατίμηση των άλλων νομισμάτων των βασικών εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ, προκειμένου να αποδυναμωθεί το δολάριο και να ευνοηθούν οι Αμερικανοί εξαγωγείς.
Ο Μπέσεντ είχε υποδείξει, επίσης, ότι οι χώρες που ωφελούνται από την αμυντική προστασία των ΗΠΑ, όπως τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ, η Ιαπωνία και η Σαουδική Αραβία, θα μπορούσαν να υποχρεωθούν να αγοράζουν αμερικανικά ομόλογα.
Με άλλα λόγια, το ενδεχόμενο ο Τραμπ να χρησιμοποιήσει ως «όπλο» και το δολάριο εκτός από τους δασμούς για να επιβληθεί διεθνώς δεν μπορεί να αποκλειστεί, αντιθέτως φαίνεται να ενισχύεται.
Η πρωτοκαθεδρία του δολαρίου στις διεθνείς συναλλαγές είναι ένα βασικό όπλο της αμερικανικής διπλωματίας, καθώς ο αποκλεισμός κάποιων χωρών ή εταιρειών από τις συναλλαγές σε δολάριο έχει αποδειχθεί ιστορικά ένα πολύ ισχυρό μέσο πίεσης.
Το ίδιο ισχύει και για την αμερικανική κεφαλαιαγορά που αποτελεί το ισχυρό χαρτί της οικονομίας των ΗΠΑ, καθώς λειτουργεί ως μαγνήτης για τα διεθνή κεφάλαια αλλά και ως μια αποτελεσματική μηχανή χρηματοδότησης της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας που παράγει τις ισχυρότερες εταιρείες στον πλανήτη.
Για το λόγο αυτό ένα πιθανό σενάριο είναι ότι ο Τραμπ θα επιδιώξει να κρατήσει «και την πίτα σωστή και τον σκύλο χορτάτο», με πολιτικές που θα υποστηρίξουν την πρωτοκαθεδρία του δολαρίου ως διεθνές μέσο συναλλαγών αλλά και την ισοτιμία του μακροπρόθεσμα, χρησιμοποιώντας από την άλλη πλευρά του δασμούς για να αντισταθμίσει τις όποιες απώλειες ανταγωνιστικότητας προέλθουν από το νομισματικό τομέα.
Διαβάστε ακόμη
Νέο crash test για τη Wall Street τα στοιχεία του πληθωρισμού – Απαισιόδοξα τα προγνωστικά
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα