Τα δυο κυρίαρχα επιχειρήματα που επικρατούν το τελευταίο διάστημα στην πολιτική σκηνή της χώρας είναι ο μηδενισμός και ευτελισμός όλου του κυβερνητικού έργου από σύσσωμη την αντιπολίτευση από τη μια και από την άλλη όλα τα θετικά που άλλαξαν την εικόνα της χώρας από το ‘19 και μετά, πασπαλισμένα με την παραδοχή κάποιων μικρών λαθών και παραλείψεων που υποστηρίζει η κυβέρνηση.

Φυσικά η πραγματική κατάσταση δεν περιγράφεται ούτε από την αντιπολίτευση ούτε από την κυβέρνηση γιατί η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Δεν είναι ούτε όλα μαύρα ούτε όλα άσπρα. Σαφώς και έχουν γίνει πολλά θετικά στα προηγούμενα χρόνια και η γενική εικόνα της χώρας έχει αλλάξει διεθνώς. Γίνανε μειώσεις φόρων και εισφορών, προχώρησε σε μεγάλο βαθμό η ψηφιοποίηση αρκετών υπηρεσιών του δημοσίου, ενισχύθηκε η άμυνα της χώρας με σύγχρονα μέσα, νοικοκυρεύτηκαν τα δημοσιονομικά της χώρας και εμφανίζεται συνεπής στις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές, υπάρχει ένα σημαντικό απόθεμα ασφαλείας στα ταμεία του κράτους κι έχει απομακρυνθεί ο φόβος να ξανακυλήσουμε εκ νέου σε χρεοκοπία.

Η καλή δημοσιονομική πορεία όμως, δεν σημαίνει πάντα και διάχυση ευημερίας στην κοινωνία. Κοιτώντας μόνο δείκτες και αριθμούς που αφορούν στις παροχές και ελαφρύνσεις που έχουν δοθεί, προκύπτει το λάθος συμπέρασμα πως ενισχύθηκαν τα εισοδήματα της πλειονότητας των Ελλήνων. Όμως αν δούμε την αγοραστική δύναμη αυτών των εισοδημάτων σε σύγκριση και με τους άλλους Ευρωπαίους, τότε θα δούμε πως βρισκόμαστε στις τελευταίες θέσεις και επομένως, το αφήγημα για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, δεν έχει περιεχόμενο.

Επαίρεται η κυβέρνηση πως έχει πετύχει να υπερβαίνει κατά πολύ τους στόχους των φορολογικών εσόδων μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Το ερώτημα όμως που έρχεται στα χείλη όλων είναι που πάνε αυτές οι πρόσθετες εισπράξεις. Είναι άραγε δικαιούχοι των πλεονασμάτων και της υπεραπόδοσης της οικονομίας, μόνο οι ευάλωτοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι; Όλοι οι υπόλοιποι που συμμετέχουν στην παραγωγή και την ανάπτυξη είτε είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επαγγελματίες και εργαζόμενοι με εισοδήματα πάνω από τα κατώτατα όρια, αυτά των επιδομάτων, και βασικοί αιμοδότες στα φορολογικά έσοδα, πότε θα δουν, μέρισμα από την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση;

Μήπως όμως αυτή η καλή πορεία της οικονομίας για την οποία ακούμε επαίνους από τους ξένους και τους οίκους αξιολόγησης, είχε αντίκτυπο στη λειτουργία του κράτους και των υπηρεσιών του; Μα αυτό δεν είναι το κύριο ζητούμενο από τις ογκώδεις συγκεντρώσεις με αφορμή τα Τέμπη; Να αλλάξει αυτό το σάπιο κράτος που όταν δεν μας σκοτώνει μας κάνει να ντρεπόμαστε και τρέμουμε για τη στιγμή που θα το χρειαστούμε είτε για την ασφάλεια μας είτε για την υγεία μας; Γιατί λοιπόν να δουλεύει ρολόι μόνο ο εισπρακτικός μηχανισμός του δημοσίου και όχι όλοι οι άλλοι τομείς; Μήπως γιατί δεν φέρνουν χρήμα αλλά τουναντίον χρειάζονται χρήματα;

Εν τοιαύτη περιπτώσει όμως καλό είναι η κυβέρνηση να βγει και να πει πως δεν θα μειώσουμε άλλο τους φόρους όπως είχαμε υποσχεθεί, γιατί το περίσσευμα θα το διαθέσουμε για να φτιάξουμε ασφαλείς σιδηροδρόμους, ασφαλείς συγκοινωνίες, σύγχρονα δημόσια και επαρκώς στελεχωμένα νοσοκομεία. Αυτό θα το καταλάβουμε. Αν όχι όλοι, τουλάχιστον οι λογικοί και ενημερωμένοι για το πώς λειτουργεί ένα σωστό κράτος.

Όταν όμως κάποια βασικά πράγματα δεν έγιναν εδώ και 6 χρόνια, όταν υπήρχε ακόμα η ορμή για εκσυγχρονιστικές αλλαγές και φθάσαμε τώρα στα μισά της δεύτερης θητείας, πολύ φοβούμαι πως δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για τομές και επαναστατικές λύσεις. Διαχειριστικά μερεμέτια και τα άκρως αναγκαία μπαλώματα, μικροεξωραϊσμού της δημόσιας εικόνας είναι πλέον το αναμενόμενο και μακάρι να διαψευστώ. Κι αυτά δυστυχώς θα τροφοδοτούν τους ακραίους λαϊκιστές, τους μηδενιστές των άκρων και όλους εκείνους που χωρίς προτάσεις επιδιώκουν την επιστροφή σε ένα πολιτικό μπάχαλο από το οποίο ζημιωμένοι θα είμαστε όλοι εμείς που δυστυχώς, ξεχάσαμε τι περάσαμε, μόλις πριν λίγα χρόνια.