Η παρούσα συγκυρία που χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα για τις πραγματικές επιπτώσεις που θα έχει η διεθνής ενεργειακή κρίση στις οικονομίες των αναπτυγμένων χωρών, πολλές εκ των οποίων έχουν ήδη εισέλθει σε προϋφεσιακή φάση, καθιστά για μια ακόμα φορά στην πρόσφατη ιστορία πολύ σημαντικό το ρόλο του χρηματοπιστωτικού τομέα και των διεθνών κεφαλαιαγορών στη διαχείριση του προβλήματος. Τη στιγμή που στην Ευρώπη τόσο ο ESM όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξετάζουν την ανθεκτικότητα των συστημικών τραπεζών της Ένωσης σε μια ακόμα κρίση, οι ελληνικές Τράπεζες θα κληθούν να στηρίξουν κομβικά την εθνική οικονομία τους επόμενους 18 μήνες.

Κατ’ αρχάς, η διάθεση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης μέσω των Τραπεζών τους αποδίδει οιονεί θεσμικό ρόλο, στα πλαίσια του οποίου η διαχείριση και απελευθέρωση των κεφαλαίων του Ταμείου θα πρέπει να πραγματοποιηθεί δίκαια στους εκάστοτε δικαιούχους με ευέλικτες και ταχείες διαδικασίες. Ειδικό βάρος θα πρέπει να δοθεί στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τον πυρήνα της πραγματικής οικονομίας, τυχόν δε αποκλεισμός τους από τη φθηνή χρηματοδότηση θα ενισχύσει τις υφεσιακές τάσεις στην ήδη ευάλωτη ελληνική οικονομία.

Δεύτερον, η εμπειρία που αποκόμισαν οι ελληνικές Τράπεζες τα χρόνια της κρίσης, και η πλήρης αναδιάρθρωσή τους κατά της διάρκεια της τελευταίας δεν θα πρέπει να μείνουν ανεκμετάλλευτες. Εξάλλου η προσδοκώμενη μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων των ελληνικών συστημικών Τραπεζών μέχρι το τέλος του 2022 (στο 7% από 45% το 2019 για την Alpha Bank, στο 6% από 31% το 2019 για την Εθνική Τράπεζα, στο 5,8% από 33,5% το 2019 για την Eurobank και στο 9% από 49% το 2019 για την Τράπεζα Πειραιώς) και η δευτερογενής αγορά Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων με απευθείας πωλήσεις ή και νέες τιτλοποιήσεις βοηθά τις Τράπεζες να εξυγιαίνουν περαιτέρω τους ισολογισμούς τους, ώστε να απελευθερώσουν κεφάλαια και να μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν εκ νέου την πραγματική οικονομία.

Τρίτον, η προτεραιοποίηση σε μεγάλα ενεργειακά έργα που φέρνει η κρίση θα πρέπει να βρει έτοιμες τις Τράπεζες. Τα κεφάλαια που θα απαιτηθούν στη χώρα μας για την ενεργειακή μετάβαση και την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο είναι μεγάλα και η συμμετοχή του διεθνούς επενδυτικού παράγοντα θεωρείται δεδομένη. Οι παραδοσιακές και ανελαστικές μέθοδοι χρηματοδότησης που εφαρμόζονται κατά κόρον σε μικρότερα έργα δεν έχουν θέση στο νέο σκηνικό που διαμορφώνεται. Αντίθετα, απαιτείται συνεργασία με τα διεθνή πιστωτικά ιδρύματα των επενδυτών στα πλαίσια κοινοπρακτικών δανεισμών και προσαρμογή σε σύνθετες δομημένες χρηματοδοτήσεις, οι οποίες θα εξασφαλίζουν επαρκείς χρηματοροές σε διασυνοριακά έργα, επιτυγχάνοντας παράλληλα επιτόκια ανάλογα του μεγέθους και των προσδοκώμενων αποδόσεων των έργων αυτών.

Ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος δοκιμάστηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Οι συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα ίσως αποτελέσουν σημαντική ευκαιρία για τη συντεταγμένη επιστροφή των ελληνικών συστημικών Τραπεζών, αρκεί οι διοικήσεις τους να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της θεσμικής κινητοποίησής τους για τη στήριξη της εθνικής οικονομίας.

*Ο Ορέστης Ομράν είναι δικηγόρος – οικονομικός αναλυτής