Για να μην τρέφουμε αυταπάτες για την επερχόμενη κρίση στην Ελλάδα, αρκεί να λάβουμε υπ’ όψιν μια δημόσια τοποθέτηση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, σύμφωνα με την οποία η ύφεση φέτος στην Ευρωζώνη μπορεί να φτάσει το 12% του ΑΕΠ των χωρών-μελών της.

Αν αυτό αποδειχθεί αληθές, τότε η Ελλάδα πάει για μέγεθος ύφεσης εμφανώς μεγαλύτερο από αυτό, αφού από την εξίσωση θα μας λείψει φέτος το πιο δυναμικό κομμάτι της οικονομίας που είναι ο εισερχόμενος τουρισμός. Στο σημερινό πολυσέλιδο αφιέρωμα του «Πρώτου Θέματος» όλα αυτά τα δυσάρεστα αλλά πραγματικά γεγονότα εξηγούνται από τους ειδικούς με σαφήνεια, ρεαλισμό και προσφέρεται μια ψύχραιμη προσέγγιση για τους τρόπους αντιμετώπισής τους.

Η αλήθεια είναι, όμως, μία, όπως την περιγράφει πολύ εύγλωττα -κατά τη γνώμη μου- ένας γνωστός επιχειρηματίας: «Το να συγκρίνουμε τον εσωτερικό τουρισμό μας (δηλαδή τους Ελληνες που θα πάνε διακοπές) με τον εισερχόμενο (δηλαδή τα 34 εκατομμύρια ξένους που έρχονται ετησίως στην Ελλάδα) είναι σαν να συγκρίνουμε τον χώρο ενός πορτμπαγκάζ αυτοκινήτου με εκείνον μιας νταλίκας».

Από εκεί και πέρα και επειδή… η ζωή δεν τελειώνει, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν τα εξής δεδομένα. Πρώτον, δεν είναι «πόλεμος» αλλά πανδημία για την Ελλάδα, αφού τα θύματα είναι σχετικά περιορισμένα σε σχέση με πολλές άλλες χώρες και η πανδημία (όπως και να γίνει) θα τελειώσει κάποια στιγμή, δεν θα κρατήσει για πάντα. Ολη η ανθρωπότητα μάχεται για να βρεθούν τα φάρμακα και τα εμβόλια.

Δεύτερον, η Ελλάδα δεν είναι ανοχύρωτη οικονομικά, όπως δεν ήταν και υγειονομικά. Εχει «ταμείο», έχει αξιοπιστία, είναι στην Ευρωζώνη, και έχει κυβέρνηση με γνώση του αντικειμένου, κυρίως πρωθυπουργό με σχέδιο, που αποδεικνύει καθημερινά ότι βαδίζει σωστά και πάει τη χώρα με ασφάλεια. Δεν θα σταθούμε στα συντριπτικά ποσοστά των δημοσκοπήσεων, αλλά σε μια αίσθηση των πραγμάτων που έχει ο μέσος πολίτης. Εμπνέει εμπιστοσύνη ο Μητσοτάκης, αλλά αυτό δεν θα φτάνει από μόνο του σε λίγο καιρό. Θα χρειαστεί να γίνουν πολλά.

Τρίτον, επειδή ακριβώς η χώρα θα αντιμετωπίσει τεράστια κρίση, θα πρέπει να αναλογιστούν όλοι -και να αναλάβουν- ένα μέρος της εθνικής ευθύνης. Με δυο λόγια, θα πρέπει να μοιραστεί το κόστος της ύφεσης όχι βεβαίως ισόποσα, αλλά πάντως αναλογικά. Ναι, θα πρέπει να αναλάβει ας πούμε το 70% της ζημιάς το κράτος, αλλά το υπόλοιπο 30% θα πρέπει να το «σηκώσει» ο ιδιωτικός τομέας, κυρίως οι ισχυροί.

Η Ελλάδα δεν είναι για μια χρονιά και κυρίως είναι η πατρίδα που ζούμε όλοι, επομένως δεν θα συμβεί κάτι αν χαθούν κέρδη ή υπεραξίες ή ξοδευτεί και κεφάλαιο από όσους έχουν. Γιατί αν διαλυθεί ο κοινωνικός ιστός «θα ξαναγυρίσουμε στις πάνω και τις κάτω πλατείες Συντάγματος των Αγανακτισμένων», στην εποχή των μνημονίων και φυσικά θα ξαναδούμε τους ψεύτες και τους ακροδεξιούς να θριαμβεύουν ξανά.

Δεν γίνεται να ζήσουν μόνο με κρατικά επιδόματα όλοι όσοι δουλεύουν στον τουρισμό και αυτοί είναι αμέσως ή εμμέσως πάνω από 700.000 πολίτες (αγρότες, κτηνοτρόφοι, όλη η οικονομική αλυσίδα επηρεάζεται από την κάθετη πτώση της κατανάλωσης).

Θα πρέπει να «βάλουν πλάτη» και οι εργοδότες τους -μαζί με το κράτος-, τουλάχιστον οι ισχυροί που θα ξαναχρειαστούν έμπειρο και αξιόπιστο εργατικό δυναμικό. Η κρίση στον τουρισμό θα τελειώσει κάποια στιγμή και λογικά του χρόνου το καλοκαίρι όλα θα είναι στη θέση τους.

Είναι, θεωρώ, η πιο σωστή επένδυση τώρα για μια ιδιωτική επιχείρηση να «ξαναχτίσει», μετά τα μνημόνια, μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Γιατί, απλούστατα, την πραγματική δουλειά που παράγει έργο και ιδέες που γεννούν στο τέλος κέρδη δεν την κάνουν… μόνα τους τα μηχανήματα, αλλά οι άνθρωποι που τα δουλεύουν και τα αξιοποιούν, με διάθεση για προσφορά.