Και τώρα που άνοιξε ο ασκός του Αιόλου και η Ευρώπη βιώνει ξανά ένα πόλεμο, οι όποιες βεβαιότητες και σταθερές είχαμε, ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Οι σχεδιασμοί, οι προγραμματισμοί και οι προσδοκίες που είχαμε για μεσοπρόθεσμη ανάσχεση των κυμάτων ακρίβειας και ομαλοποίηση των αγορών, είναι πλέον στον αέρα. Ουδείς μπορεί να προβλέψει τι μας περιμένει την επαύριον μετά από αυτές τις οδυνηρές εξελίξεις στο Ρωσο-ουκρανικό μέτωπο γιατί αυτός ο πόλεμος δεν μοιάζει με τον Αμερικανο-Σερβικό που βιώσαμε τη δεκαετία του ‘90. Γιατί σήμερα βλέπουμε ένα ιστορικό αναθεωρητισμό από μια υπερδύναμη, τη Ρωσία, από την οποία παράλληλα είναι εξαρτημένη ενεργειακά σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό ολόκληρη η Ευρώπη.

Οι συνέπειες επομένως είναι απρόβλεπτες για τα ενεργειακά προϊόντα που καταναλώνει η Ευρώπη και τα οποία καταρρίπτουν κάθε ώρα και ένα νέο ρεκόρ αύξησης, καθιστώντας πλέον τη χρήση φυσικού αερίου, πετρελαίου και ηλεκτρικού ρεύματος σχεδόν απαγορευτική.

Οι εξελίξεις όπως είναι φυσικό, διαγράφονται δυσοίωνες και για τη χώρα μας η οποία ούτως ή άλλως αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες αντιμετώπισης της ενεργειακής ακρίβειας εδώ και μήνες, πολλώ δε μάλλον τώρα που η κατάσταση τείνει να εξελιχθεί ανεξέλεγκτα. Όταν ήταν δύσκολο να πληρώσουν οι καταναλωτές τους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου όταν η τιμή του διαμορφώνονταν στα 70 ευρώ η Mwh φαντασθείτε τι μας περιμένει τώρα που η τιμή έχει εξακοντιστεί στα 120 ευρώ ή στα 150 που μπορεί να πάει στις επόμενες μέρες και το πετρέλαιο στα 100 δολάρια και πάνω.

Μόλις την περασμένη εβδομάδα λέγαμε πως η κυβέρνηση πρέπει επειγόντως να επανεξετάσει τις ενισχύσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας καθώς αυτά που έχει εκταμιεύσει μέχρι στιγμής, ελάχιστα έχουν ανακουφίσει τα νοικοκυριά. Τα 2 δισ. ευρώ που έχουν μοιραστεί από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης μοιάζουν πλέον με σταγόνα στον ωκεανό και οι νέες εξελίξεις την οδηγούν μαθηματικά στο να βάλει χέρι στον προϋπολογισμό για να στηρίξει τους πολίτες σ’ αυτή τη δύσκολη συγκυρία. Κι αυτό δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα δεδομένων των δεσμεύσεων που έχουμε από την ΕΕ.

Αλλάζει όμως εκ των πραγμάτων και ο γενικότερος οικονομικός σχεδιασμός καθώς θα τεθούν εν αμφιβόλω οι στόχοι για την ανάπτυξη και ο δημοσιονομικός χώρος που αναμενόταν προκειμένου να δοθούν επιδόματα ακρίβειας και φοροελαφρύνσεις. Όπως πρέπει να αναθεωρηθούν και οι σχεδιασμοί για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 700 ευρώ καθώς η γενικότερη ακρίβεια απορροφά πολύ μεγαλύτερο κομμάτι από τα εισοδήματα των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων και των ευάλωτων νοικοκυριών.

Και δεν ξέρω κατά πόσο οι εθνικές κυβερνήσεις μπορούν μεμονωμένα να αντιμετωπίσουν όλη αυτή τη δυσμενή οικονομική εξέλιξη και κατά πόσο η ΕΕ είναι διατεθειμένη να αναλάβει συνολικές πρωτοβουλίες αντιμετώπισης αυτού του δυσμενούς οικονομικού κλίματος εγκαταλείποντας κατ΄ αρχάς τον στενό δημοσιονομικό κορσέ με τα ελλείμματα όπως έκανε για την πανδημία.

Η περιπέτεια στην οποία μπήκε πλέον η Ευρώπη μόνο δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να μας επιφυλάσσει και ανατρέπει όλους τους οικονομικούς σχεδιασμούς για επιστροφή στην κανονικότητα μετά τη δίχρονη πανδημία. Κι είναι βέβαιον πως ο πληθωρισμός που όλοι πίστευαν πως θα είναι ένα παροδικό φαινόμενο, είναι δύσκολο να καμφθεί και θα μας συνοδεύει επί μακρόν. Ρίγη ανησυχίας όμως έχουν προκληθεί και στη βαριά βιομηχανία της χώρας, τον τουρισμό, αν και κατά πόσο θα επηρεαστεί η κίνηση στην τουριστική σεζόν που ξεκινά από τον ερχόμενη μήνα και η οποία με βάση τις προκρατήσεις διαγραφόταν πριν τον πόλεμο ιδιαίτερα ελπιδοφόρα και με στόχο να ξεπεραστούν τα αποτελέσματα ακόμα και του 2019. Αρκεί να θυμίσουμε πως οι Ρώσοι επισκέπτες το 2019 ήταν σχεδόν ένα εκατομμύριο κι άλλες 150.000 Ουκρανοί.

Αγορές πλέον που δεν ξέρω αν πρέπει να τις υπολογίζουμε για φέτος.