Στην κατάμεστη αίθουσα κεντρικού ξενοδοχείου των Αθηνών την περασμένη Κυριακή εύκολα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει το ενθουσιώδες κλίμα, τη θετική ενέργεια και την όρεξη συμμετοχής στην αφετηρία της προεκλογικής μάχης. Μόλις είχαν ανακοινωθεί τα ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ. Πολλά νέα πρόσωπα – οι νεοεισερχόμενοι στα ψηφοδέλτια κατά 60%- μετέδιδαν την αισιοδοξία τους στα «πηγαδάκια» με τα εμπειρότερα στελέχη και έδειχναν ετοιμοπόλεμα για τη σκληρή μάχη, που θέλει να δώσει το τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα για να αλλάξει (όπως επαναλαμβάνουν άπαντες στο ΠΑΣΟΚ) τους πολιτικούς συσχετισμούς. Περισσότερο «ορμητικοί» οι προερχόμενοι από την περιφέρεια και δη οι «πρωτάρηδες», πιο προσεκτικά, όσον αφορά  στις προβλέψεις τους, τα κεντρικά στελέχη- αρκετά εξ’ αυτών έδιναν έμφαση στην ανάγκη συγκρότησης ενός στιβαρού «αφηγήματος» για την «επόμενη μέρα».

Αυτό το «αφήγημα» επιχείρησε να περιγράψει με την ομιλία του στη συνέχεια ο Νίκος Ανδρουλάκης, καλώντας υποψήφιους βουλευτές και στελέχη να συμμετάσχουν σ’ ένα «διμέτωπο αγώνα», βάζοντας απέναντι τόσο τη Νέα Δημοκρατία όσο και τον ΣΥΡΙΖΑ. Προσπάθησε ταυτόχρονα να εμφανίσει το ΠΑΣΟΚ ως ένα «χρήσιμο κόμμα», που από την πρώτη Κυριακή των εκλογών θα εγγυηθεί με τη στάση του τη «γραμμή» της σταθερότητας, θεωρώντας ότι το δικό του πρόγραμμα είναι εκείνο που θα συγκροτήσει το πεδίο σύγκλισης. Το «αφήγημα» περιλάμβανε αρκετά «αν- η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έχει επισημάνει ουκ ολίγες φορές ότι αφετηρία για την οποιαδήποτε συζήτηση για μετεκλογικές συνεργασίες δεν μπορεί παρά να είναι ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό στο κόμμα του. Για πρώτη φορά ωστόσο – στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής- απέφυγε να επαναλάβει άλλα «συνθήματα» που ακούστηκαν από τον ίδιο ή στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη τον περασμένο χρόνο.

Μία ημέρα μετά την κήρυξη του «διμέτωπου αγώνα» άρχισε να εξελίσσεται μια άγρια κόντρα μεταξύ του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, που ξεκίνησε η Κουμουνδούρου διά της νέας εκπροσώπου Τύπου η οποία υπονόησε ότι μια μελλοντική συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ ενδέχεται να είναι προϊόν εκβιασμού του Νίκου Ανδρουλάκη, μέσω του υλικού των υποκλοπών. Η Χαριλάου Τρικούπη απάντησε ότι το ΠΑΣΟΚ δεν εκβιάζεται και κατηγόρησε για αθλιότητες και σταλινικές μεθόδους την Κουμουνδούρου. Στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη διέκριναν μια εμφανή προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να βάλει «φρένο» στις «διαρροές» προς το ΠΑΣΟΚ- συγκρατώντας έτσι ψηφοφόρους με αντιδεξιά αντανακλαστικά που αντιτίθενται σε κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με τη ΝΔ. Σε κάθε περίπτωση οι βασικοί «μονομάχοι της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης ποντάρουν στην «αφαίμαξη» δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ, ώστε η μεν Νέα Δημοκρατία να πλησιάσει το στόχο της αυτοδυναμίας και ο δε ΣΥΡΙΖΑ να κρατήσει ζωντανό το σενάριο ότι χτίζει από τώρα σε στέρεες βάσεις της «επιστροφής» του και της «προοδευτικής διακυβέρνησης». Καταφέρνει το ΠΑΣΟΚ να αντέξει στις ασφυκτικές πιέσεις και έχει σχέδιο για να βρεθεί μεταξύ των ισχυρών παικτών την επόμενη μέρα;

Μόλις χθες, σε γκάλοπ της Marc που παρουσίασε ο Ant1, η Νέα Δημοκρατία στην «καθαρή» πρόθεση ψήφου κατέγραψε ποσοστό 32,7% ( από 32,5%) και ο ΣΥΡΙΖΑ 25,2% (από 24,6%) στην προηγούμενη μέτρηση . Και τα δύο μεγάλα κόμματα εμφάνισαν αύξηση της συσπείρωσής τους – στο 71,5% η ΝΔ και στο 68,2% ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, το ΠΑΣΟΚ εμφάνισε τάσεις αποσυσπείρωσης εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ- η Marc το μέτρησε για πρώτη φορά σε μονοψήφιο ποσοστό (9,8%) από την ανάληψη της ηγεσίας του από το Νίκο Ανδρουλάκη. Στο ίδιο γκάλοπ ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποσπά 48,7% ως καταλληλότερος πρωθυπουργός, ο Αλέξης Τσίπρας ακολουθεί σε απόσταση σημειώνοντας 32,1%, ενώ η πλειοψηφία (το 32,6%) των ψηφοφόρων θέλει αυτοδύναμη κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας. Ένα 16,5% προτιμά αυτοδύναμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- το  19,8% επιθυμεί κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ (πρόκειται για το αφήγημα της «προοδευτικής διακυβέρνησης») – και ένα 16,5% κυβέρνηση συνεργασίας με κορμό τη ΝΔ. Ενδιαφέρον στοιχείο, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη δημοσκόπηση πάντα, είναι ότι σε κάθε μέτρηση της ίδιας εταιρείας αυξάνεται το ποσοστό εκείνων που θέλουν αυτοδύναμες κυβερνήσεις.

Είναι προφανές ότι με βάση όλα τα τελευταία γκάλοπ το ΠΑΣΟΚ έχει μπροστά του έναν ανηφορικό δρόμο, με πολλές «στροφές» και το κυριότερο: απαιτητικούς ψηφοφόρους. Το «στοίχημά» του περνά μέσα από τη διατύπωση ενός καθαρού μηνύματος και την απόδειξη ότι μπορεί παρά τις δυσκολίες να συσπειρώσει με πειστικά επιχειρήματα ευρύτερες δυνάμεις της κεντροαριστεράς. Το πεδίο που το ευνοεί δεν είναι η πόλωση και το διχαστικό κλίμα, το οποίο έχουν κάθε λόγο να τροφοδοτούν τα δύο μεγάλα κόμματα. Το πεδίο που το ευνοεί αφορά στην αποσαφήνιση των πολιτικών που προτείνει ως σοσιαλδημοκρατικό κόμμα για τα ευάλωτα νοικοκυριά, τους νέους, τη μεσαία τάξη, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους μισθωτούς στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, τους συνταξιούχους. Χρειάζονται απλά λόγια, σταθερή ρότα, επιτάχυνση ρυθμών και ουσιαστική αξιοποίηση όλων των δυνάμεών του ΠΑΣΟΚ, νέων και παλαιότερων. Τα διάφορα «αν» πρέπει να εξηγηθούν στην ώρα τους- τώρα δεν έχει περιθώρια για νέες αστοχίες, λάθη, παραλείψεις και καθυστερήσεις.