Εδώ και πολλά χρόνια, ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν ήταν εξαιρετικά δημοφιλής κυρίως στην συντηρητική περιοχή της νοτιοανατολικής Τουρκίας, καταγράφοντας ποσοστά 66% κατά τη διάρκεια των εκλογών του 2018. Βασιζόμενος στο αφήγημα του ισλαμισμού, ο Ερντογάν είχε αποτελέσει τη φωνή -αλλά και την πηγή φθηνών δανείων- της γενιάς των θρήσκων Τούρκων της περιοχής και των συντηρητικών ισλαμιστών.

Στις αρχές Φεβρουαρίου, όμως, δύο τεράστιοι σεισμοί διέλυσαν την νοτιοανατολική περιοχή της χώρας, κοστίζοντας τις ζωές πάνω από 50.000 Τούρκων πολιτών και δημιουργώντας μία προσφυγική κρίση 3,5 εκατομμυρίων ανθρώπων. Οι σκηνές των διαλυμένων πόλεων και του ανθρώπινου δράματος στη χώρα έκαναν το γύρο του κόσμου, τη στιγμή που η τουρκική κυβέρνηση του Ερντογάν δυσκολευόταν στην εύρεση λύσεων και την παροχή βοήθειας.

Τρεις, περίπου, εβδομάδες πριν τις εθνικές εκλογές στη χώρα, η απουσία αυτή της ανθρωπιστικής βοήθειας εν μέσω της πληθωριστικής κρίσης έχει δημιουργήσει αβεβαιότητα όσον αφορά το πάλαι ποτέ «σίγουρο» εκλογικό αποτέλεσμα των τριών τελευταίων δεκαετιών. Για πρώτη φορά, ο Ερντογάν ενδέχεται να χάσει είτε το θώκο της προεδρίας είτε την πλειοψηφία του στην τουρκική Βουλή. 

Η live αδιαθεσία

Ο ίδιος δεν έμεινε  με σταυρωμένα χέρια. Περνώντας στην αντεπίθεση, προχώρησε σε μία επιθετική προεκλογική καμπάνια μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης της χώρας. Ακόμα κι αυτό, όμως, φαίνεται πως δεν του βγήκε σε καλό. Λίγες ημέρες πριν τις εκλογές, η ξαφνική αδιαθεσία του Τούρκου Προέδρου κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής του συνέντευξης φαίνεται πως αλλάζει τα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Στη συνέντευξη η οποία, πια, κάνει το γύρο του διαδικτύου, ο Ερντογάν φαίνεται ξαφνικά σαστισμένος και σταματά την απάντησή του σε ερώτηση Τούρκου δημοσιογράφου. Η αντίδραση του δημοσιογράφου ο οποίος προφανώς ανησύχησε από την αδιαθεσία του Ερντογάν είναι φανερή, τη στιγμή που στο βάθος της αίθουσας του Προεδρικού παλατιού ακούγονται φωνές οι οποίες αναφωνούν «ω, Θεέ μου».

Η τηλεοπτική ζωντανή μετάδοση διακόπηκε για δέκα, περίπου λεπτά, με τον Ερντογάν να απολογείται στο κοινό και να επικαλείται πως αντιμετώπισε στοματική διαταραχή η οποία οφείλεται στην κόπωσή του κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα. Ο Ερντογάν έχει, σύμφωνα με ανάρτησή του στο Twitter, διακόψει προσωρινά τις δημόσιες εμφανίσεις του ακολουθώντας συστάσεις των γιατρών.

Το μέγεθος της καταστροφής

Το οδοιπορικό του Bloomberg μήκους 500 χιλιομέτρων στις σεισμόπληκτες περιοχές της Τουρκίας υποδεικνύει πως οι Τούρκοι πολίτες είναι δυσαρεστημένοι από την ηγεσία του ηγέτη τους. Με φόντο τα βαριά μηχανήματα τα οποία έχουν επωμιστεί τον καθαρισμό των ερειπίων στις διαλυμένες πόλεις, η οργή των ανθρώπων που έχουν χάσει οικογένειες, αγαπημένους και επιχειρήσεις είναι αισθητή.

Για παράδειγμα η Γιουκσέλ Ουζουνγκουντέρ, η οποία έχασε το σπίτι της στο σεισμό και μένει, πια, σε μία μικρή σκηνή με τα πέντε παιδιά της. Αν και η πολύπαθη μητέρα ήταν κάποτε υποστηρικτής του ΑΚΡ και του Ερντογάν, νιώθει, πια πως ο Τούρκος Πρόεδρος τους έχει εγκαταλείψει.

Μιλώντας στο Bloomberg, υπογράμμισε πως η τουρκική κυβέρνηση όχι μόνο δεν κατάφερε να συγκεντρώσει ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά όταν τελικά έφτασε, η διανομή ήταν ανοργάνωτη και άνιση. «Δεν πρόκειται να ψηφίσω ούτε τον Ερντογάν, ούτε το κόμμα του. Ολόκληρη η οικογένειά μου τους υποστήριζε. Τώρα πια, θέλω μία κυβέρνηση η οποία θα μας σεβεται», τόνισε η Ουζουνγκουντέρ.

Πολλοί είναι οι Τούρκοι πολίτες οι οποίοι συμφωνούν με τις απόψεις της. Αν και ο Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε τη σφοδρότητα των σεισμών όσον αφορά τις καθυστερήσεις αυτές, οι περισσότεροι υποστηρίζουν πως ο ίδιος απέτυχε να καταπολεμήσει το διεφθαρμένο σύστημα το οποίο επιβλέπει την κατασκευή των κτιρίων, ενώ γέμισε τις οργανώσεις ανθρωπιστικής βοήθειας με γραφειοκράτες φίλιους προς την κυβέρνησή του. 

Το ιστορικό

Το ιστορικό της καταστροφής έχει τις ρίζες του στην αρχή της διακυβέρνησης Ερντογάν. Βασιζόμενος στην ανθρωπιστική και οικονομική κρίση την οποία δημιούργησε ο φονικός σεισμός στη χώρα το 1999, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε την κατασκευή ακινήτων ως μέρος της πολιτικής στρατηγικής του, διευρύνοντας τη δημοτικότητά του αλλά και την τουρκική οικονομία.

O σεισμός του 1999

Μέσω της παροχής φθηνών δανείων, ο Ερντογάν δημιούργησε μία αναπτυξιακή προοπτική σε «στυλ Κίνας» στην τουρκική επαρχία, αυξάνοντας παράλληλα την κερδοφορία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και σταθεροποιώντας το πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Παρά τις αρχικές του επιτυχίες αυτές, όμως, δυόμιση δεκαετίες μετά, η στρατηγική αυτή αποδεικνύεται σαθρή. Τα κτίρια τα οποία χτίστηκαν κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ερντογάν αποδείχθηκαν «τραπουλόχαρτα», ενώ η χρηματοδότηση προς την αγορά ακινήτων έχει, πια, στερέψει.

Ο πληθωρισμος στη χώρα παραμένει ανεξέλεγκτος από το 2018, έχοντας ξεπεράσει το 85,5% σε εθνικό επίπεδο και το 100% σε πόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη. Παρ’ όλα αυτά, η ανορθόδοξη και λανθασμένη πολιτική του Ερντογάν για μείωση των επιτοκίων εν μέσω πληθωριστικής κρίσης συνεχίζεται.

Εκτός αυτού, η φίμωση των αντιφρονούντων και ο παρεμβατισμός στην δικαιοσύνη έχει οδηγήσει πολλούς Τούρκους πολίτες σε αναθεώρηση των πολιτικών τους προτιμήσεων.

Οι ανησυχίες όσον αφορά τη μετατροπή της Τουρκίας σε ένα απολυταρχικό καθεστώς άρχισαν να γίνονται αισθητές από το μακρινό 2013, όταν η κυβέρνηση Ερντογάν επέβαλε περιορισμούς στην ελεύθερη έκφραση και έδωσε το «πράσινο φως» στις αστυνομικές δυνάμεις να καταστέλλουν βίαια τις διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης.

Το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 εδραίωσε τη δύναμή του και του έδωσε την ευκαιρία να προχωρήσει σε αλλαγή του συντάγματος της χώρας, κάτι το οποίο η αντιπολίτευση έχει υποσχεθεί να αναθεωρήσει σε περίπτωση νίκης της στις επερχόμενες εκλογές.

Σε αντίθεση με την Ουζουνγκουντέρ, ο Αμπντουραχμάν Καράογλου ο οποίος ζει κι αυτός σε μία από τις σεισμόπληκτες περιοχές, τονίζει πως «ο θυμός μου όσον αφορά τις καθυστερήσεις μετά τους σεισμούς έχει περιοριστεί αλλά είμαι πολύ θυμωμένος με την διαχείριση της οικονομίας από την κυβέρνηση. Οι υψηλές τιμές των τροφίμων είχαν ήδη περιορίσει τα κέρδη του εστιατορίου μου ενώ οι καταναλωτές προφανώς δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια για να αντιμετωπίσουν το αυξημένο κόστος διαβίωσης. Πρέπει, πια, να βασιστώ σε μέλη της οικογενείας μου. Οι εργαζόμενοί μου αυτοί οι οποίοι δεν έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια των φονικών σεισμών έχουν επιλέξει να μεταναστεύσουν».

«Το 40% της πόλης έχει φύγει. Η ανάκαμψη της περιοχής βασίζεται στις κινήσεις της κυβέρνησης», τόνισε ο Χανέφι Οκσούζ του οποίου η Kipas Holding απασχολεί 14.000 άτομα. Η βιομηχανική μονάδα στη σεισμόπληκτη περιοχή έχασε 100 εργαζομένους και τις οικογένειές τους στο σεισμό, ενώ εκατοντάδες περισσότεροι έχουν επιλέξει να μεταναστεύσουν. «Χρειαζόμαστε μακροπρόθεσμα και φθηνά δάνεια για να ορθοποδήσουμε, αλλά και φοροαπαλλαγές», υπογράμμισε. Παρά τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει, ο Οκσούζ φαίνεται διατεθειμένος να ψηφίσει και πάλι τον Ερντογάν. 

Πολιτική διαμάχη

Αν και έχουν μία εξαιρετική ευκαιρία για να νικήσουν τον Ερντογάν, τα περισσότερα γκάλοπ και οι αναλυτές προβλέπουν νίκη του Ερντογάν. Το ερώτημα, όμως, για την πιθανότητα μίας ήττας του Τούρκου Προέδρου παραμένει.

Εάν ο Ερντογάν κερδίσει την προεδρία αλλά χάσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα μπορούσε να συνεργαστεί με κάποιο εθνικιστικό κόμμα της αντιπολίτευσης ή να διοικήσει τη χώρα μέσω προεδρικών διαταγμάτων. Παρ’ όλα αυτά, η πολιτική διαμάχη σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να κλυδωνίσει περαιτέρω τις ήδη εύθραυστες τουρκικές αγορές.

Ό,τι και να συμβεί, το αποτέλεσμα των εκλογών θα εξαρτηθεί ως επί το πλείστον από τα ποσοστά συμμετοχής των ψηφοφόρων. Από τα 61 εκατομμύρια Τούρκους με δικαίωμα ψήφου, πάνω από 5 εκατομμύρια εξ αυτών πρόκειται να ψηφίσουν για πρώτη φορά.

Παράδειγμα της νεολαίας είναι και η Σεράπ Ντογάν. Η 21χρονη, αν και μεγάλωσε σε μία άκρως συντηρητική οικογένεια η οποία υποστήριζε τον Τούρκο Πρόεδρο, υπογραμμίζει πως «ο Ερντογάν είναι ηγέτης της χώρας από τότε που γεννήθηκα. Θέλω να ψηφίσω για κάποιον ο οποίος θα κάνει τη χώρα πιο σύγχρονη, πιο ελεύθερη και πιο δίκαιη. Η λογική μπορεί να λέει Ερντογάν, αλλά η καρδιά μου λέει Κιλιτσντάρογλου».

Διαβάστε ακόμη