Εδώ και 166 χρόνια, η Credit Suisse έπαιζε σημαντικό ρόλο στη μετατροπή της Ελβετίας σε παγκόσμιο οικονομικό κέντρο, ενώ ανταγωνιζόταν ευθέως τους κολοσσούς της Wall Street. Όλα αυτά, όμως, σταμάτησαν πριν από μερικά χρόνια, όταν η κακοδιαχείριση του τραπεζικού ιδρύματος και η πληθώρα σκανδάλων υπέσκαψαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των αγορών. Αν και η αποσάθρωση των θεμελίων της πάλαι ποτέ κραταιάς τράπεζας πήρε πολλά χρόνια, η πτώση της διήρκησε μόλις λίγες ημέρες.

H διάσωση

Μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, η προβληματική Credit Suisse έγινε γρήγορα το νέο επίκεντρο της τραπεζικής κρίσης. Ακολουθώντας την άρνηση της Saudi National Bank για περαιτέρω παροχή ρευστότητας στην τράπεζα, η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε.

Η στήριξη των $54 δισ. από την Swiss National Bank (SNB) δεν κατάφερε να περιορίσει τις ανησυχίες των αγορών. Δεδομένης της τεράστιας απειλής που αποτελούσε μία πιθανή κατάρρευση της Credit Suisse, οι ρυθμιστικές αρχές της Ελβετίας αναγκάστηκαν να μετατρέψουν την UBS σε «σωτήρα» της ανταγωνιστή της.

H ελβετική τράπεζα είναι μία από τις 30 «παγκόσμιας συστημικής σημασίας» τράπεζες του πλανήτη και το μεγαλύτερο θύμα της τρέχουσας πληθωριστικής κρίσης. Αν και οι ανησυχίες όσον αφορά για περαιτέρω μετάδοση αναμένεται να συνεχιστούν, σύμφωνα με το Bloomberg, η εξαγορά της από τη UBS καταπολεμά την πιθανότητα μίας χαοτικής κατάρρευσης.

Η Credit Suisse η οποία δεν είχε λάβει bailout κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, σε αντίθεση με τη UBS, είχε πάνω από $1 τρισ. σε assets το οποίο, όμως, μειώθηκε σταδιακά στα $580 δισ. στο ήμισυ των αντίστοιχων της UBS.

Όσο για τον πρόεδρο της UBS, Κολμ Κέλεχερ, δήλωσε χαρακτηριστικά πως «ας είμαστε ξεκάθαροι. Η κίνηση αυτή πρόκειται για επείγουσα διάσωση της Credit Suisse».

Το πλήγμα για την Ελβετία θα είναι σημαντικό. Η χώρα φιλοξενεί 243 τραπεζικούς ομίλους και 24 παραρτήματα ξένων τραπεζών. Η σταθερότητα της οικονομίας της βασίζεται, ως επί το πλείστον, στον τομέα των χρηματοοικονομικών. Τα συνολικά assets των Credit Suisse και UBS είναι περίπου διπλάσια από το ΑΕΠ της χώρας.

Κατά τη διάρκεια της μακράς ιστορίας της, η Credit Suisse χρηματοδότησε σιδηροδρομικές γραμμές στις Άλπεις και επένδυσε στην κολοσσιαίας σημασίας για την παγκόσμια οικονομία, Silicon Valley. Διαχειριζόταν τις αμύθητες περιουσίες Αράβων και Ρώσων ολιγαρχών και ανταγωνιζόταν τις τράπεζες της Wall Street. Παρ’ όλα αυτά, δεν κατάφερε να διαχειριστεί το ρίσκο και την κερδοφορία της.

Οι απανωτές αλλαγές στα ανώτατα κλιμάκια διοίκησής της τα περασμένα χρόνια λόγω των πολλαπλών σκανδάλων οδήγησαν σε πτώση της μετοχής της κατά 95% από τα επίπεδα πριν τη κρίση του 2008. Η αξία της τράπεζας την περασμένη Παρασκευή, κυμαινόταν στα $8 δισ., λιγότερο από το 1/10 της αντίστοιχης της Goldman Sachs Group Inc. 

Το ιστορικό

Ο «σπόρος» της κατάρρευσης φυτεύτηκε το καλοκαίρι του 1990, όταν ο τότε CEO, Ρέινερ Γκουτ, εξαγόρασε την First Boston. Η αμερικανική εταιρεία η οποία είχε εκτεθεί στις αγορές υψηλών αποδόσεων κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘80, χρηματοδότησε ριψοκίνδυνες εξαγορές με δισεκατομμύρια δολάρια. Μετά το σκάνδαλο που δημιουργήθηκε από την εξαγορά της Ohio Mattress Co για $457 εκατ., η οποία κατέρρευσε, η Credit Suisse αποφάσισε να συνεχίσει την ριψοκίνδυνη αυτή συμπεριφορά. Μετά από πολλές αναδιαρθρώσεις της First Boston, η εταιρεία έπαψε να υφίσταται υπό την ονομασία αυτή το 2006.

Επρόκειτο για μία από πολλαπλές παρεμφερείς κινήσεις της Credit Suisse ακόμη και στην εγχώρια αγορά. Ο διάδοχος του Γκουτ, Λούκας Μιούλεμαν εξαγόρασε την Winterthur Insurance Co. το 1997. H επόμενη εξαγορά της Donaldson, Lufkin & Jenrette Inc το 2000 αποδείχθηκε λανθασμένη, αφού πολλοί πελάτες της DLJ επέλεξαν να μεταφερθούν σε ανταγωνιστές της αμέσως μετά.

Η Winterthur πωλήθηκε το 2006 από τον τότε CEO Όσβαλντ Γκρούμπελ, ο οποίος διοικούσε την τράπεζα με τον Τζον Μακ για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Η συνεχής αλλαγή αυτή των ανώτατων διοικητικών θέσεων της τράπεζας, σύμφωνα με το πρώην στέλεχος της Credit Suisse, Τόμας Μπελ, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κακοδιαχείρισή της.

Σκάνδαλα

Το 2015 ξέσπασε και το σκάνδαλο του Πατρίς Λεσκοντρόν, ενός τραπεζίτη ο οποίος δεν είχε προϋπηρεσία ή πελάτες αλλά είχε καταφέρει να προσληφθεί στην Credit Suisse μετά από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Ο Γάλλος τραπεζίτης χρησιμοποιούσε τους λογαριασμούς των πλούσιων πελατών του για να αντισταθμίσει απώλειες άλλων πελατών της τράπεζας.

Ο τρόπος ήταν εξαιρετικά απλός. Επρόκειτο για ένα απλό «Cut and Paste» των υπογραφών από επίσημα χαρτιά τα οποία κολλούσε σε άλλες φόρμες και εκτύπωνε στο χώρο εργασίας του. Παρά τις επίσημες προειδοποιήσεις που έλαβε ο Λεσκοντρόν από τους προϊσταμένους του το 2008, το 2011 και δύο φορές το 2013, η Credit Suisse δεν κατάφερε να τον σταματήσει. Ο Λεσκοντρόν καταδικάστηκε για απάτη το 2018 και αυτοκτόνησε το 2020. 

Τον Ιανουάριο του 2019, η μακροχρόνια «κόντρα»μεταξύ του τότε CEO της Credit Suisse, Τιτζάνε Τιάμ και του Ικμπάλ Καν ο οποίος ήταν και πιθανός αντικαταστάτης του, οδήγησε στο πολύκροτο σκάνδαλο της κατασκοπείας από ιδιωτικούς ντετέκτιβ που είχαν προσληφθεί από την Credit Suisse για να παρακολουθούν τις κινήσεις του Καν όταν αυτός «πήρε μεταγραφή» στην ανταγωνιστή UBS. Το ξέσπασμα του σκανδάλου οδήγησε στην αυτοκτονία ενός ιδιωτικού ντετέκτιβ και σε παραιτήσεις πληθώρας στελεχών της Credit Suisse.

Τον Μάρτιο του 2021, η Credit Suisse έμαθε για το τεράστιο πλήγμα που δημιούργησε η κατάρρευση της Archegos Capital Management και τη «μαύρη τρύπα» των δισεκατομμυρίων που άφησε πίσω της. Οι κατηγορίες μεταξύ των ανώτατων στελεχών της τράπεζας έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Δύο εβδομάδες μετά, η Credit Suisse προχώρησε σε αρχική εκτίμηση της έκθεσής της στην Archegos: $4,7 δισεκατομμύρια, τα οποία αργότερα αυξήθηκαν σε $5,5 δισ. και τα οποία απέσβεσαν ένα έτος κερδών και οδήγησαν την τράπεζα ένα βήμα πριν το χείλος του γκρεμού στον οποίο είχε ήδη οδηγηθεί λόγω της κατάρρευσης της Greensill Capital. 

Η τελευταία προσπάθεια

Τον περασμένο Οκτώβριο, το νέο διοικητικό δίδυμο του προέδρου Άξελ Λέμαν και του CEO Ούλριχ Κέρνερ προσπαθησε να εξορθολογήσει τον ισολογισμό της τράπεζας. Ξεκίνησαν τις απολύσεις και ενίσχυσαν την τράπεζα με $4 δισ. ρευστότητας. Παράλληλα, είχαν πλάνα για πώληση του τομέα investment banking της τράπεζας, κάτι το οποίο θα έκλεινε το κεφάλαιο της First Boston και του ανταγωνισμού στη Wall Street μετά από 3 δεκαετίες.

Οι οικονομικές εξελίξεις, όμως, τους πρόλαβαν. Η νέα εποχή του υψηλού πληθωρισμού ήταν γεγονός και οι «κάνουλες» του φθηνού χρήματος έκλεισαν. Οι αγορές έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην ιστορική τράπεζα τη στιγμή που η παγκόσμια οικονομία κλυδωνίστηκε από την κατάρρευση τριών αμερικανικών τραπεζών, οδηγώντας εν τέλει στην κατάρρευση και διάσωση της ιστορικής αυτής ελβετικής τράπεζας.

Διαβάστε ακόμη

Mείωση κατά 16% στο βασικό τιμολόγιο της ΔΕΗ για τον Απρίλιο – Τι ανακοίνωσαν οι προμηθευτές ενέργειας

Πλειστηριασμοί: «Καταιγίδα» σφυριών για βίλα Μεταξά, Mr. Staff και Μαμιδάκη (pics)

ΥΠΟΙΚ: Άνοδος ΑΕΠ 2,3% αντί 1,8% με πληθωρισμό 4,5% αντί 5,6% και ανεργία κάτω από 12,5% το 2023