Τον Ιανουάριο του 2017, ο Γενικός Σύμβουλος της UBS Group AG, Markus Diethelm, καυχιόταν σε δημοσιογράφο ότι η φορολογική υπόθεση της ελβετικής τράπεζας μπορεί να σηματοδοτήσει την είσοδο της Γαλλίας στη μεγάλη ομαδα της επιβολής ποινών για οικονομικά εγκλήματα.

«Θα μπορούσαμε να είμαστε η πρώτη εταιρεία που θα επεξεργαστούμε έναν διακανονισμό του θέματος» στη χώρα, είπε στον δημοσιογράφο της γαλλικής εφημερίδας Le Figaro σε συνέντευξή του στα κεντρικά γραφεία της τράπεζας στη λεωφόρο Haussmann, αναφερόμενος σε μια νέα αμερικανικού τύπου διαδικασία πληρωμής προστίμων ενώ δεν υπάρχει ομολογία ενοχής.

Αρκετούς μήνες πριν, η UBS είχε αποστείλει έναν από τους κορυφαίους δικηγόρους της για να πείσει τους Γάλλους βουλευτές για την ανάγκη να δημιουργηθεί μια λύση διακανονισμού για περιπτώσεις ξεπλύματος παράνομου χρήματος όπως αυτή που αντιμετώπιζε η τράπεζα. Η δέσμευση από την ελβετική τράπεζα -και άλλες- έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα: ένας γαλλικός νόμος εγκρίθηκε στα τέλη του 2016, ο οποίος κατέστησε εφικτούς τέτοιους διακανονισμούς.

Όταν ήρθε η ώρα για συνομιλίες σχετικές με τον διακανονισμό, η UBS προσέφερε 180 εκατομμύρια ευρώ (204 εκατομμύρια δολάρια), λιγότερο από το ένα πέμπτο του ομολόγου των 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ που είχαν καταθέσει οι Γάλλοι. Καθώς οι Γάλλοι επιθεωρητές απέρριψαν την προσφορά της UBS, η οποία είχε βελτιωθεί ελαφρώς, ως απαράδεκτη, η νομική ομάδα της τράπεζας αποφάσισε να παίξει «σκληρή μπάλα», στέλνοντας την υπόθεση σε δίκη με την ελπίδα να αποσπάσει μια μικρότερη ποινή. Η προσπάθεια αυτή απέτυχε θεαματικά.

Την Τετάρτη, η μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας διατάχθηκε να καταβάλει περισσότερα από 5 δισεκατομμύρια δολάρια στην υπόθεση φοροδιαφυγής – που ταιριάζει με αυτό που ζητούν οι εισαγγελείς. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόστιμο για μια ελβετική τράπεζα και 15 φορές περισσότερο από αυτό που η HSBC Holdings Plc πλήρωσε για να διευθετήσει παρόμοιο θέμα στη Γαλλία το 2017. Η τράπεζα δήλωσε ότι θα ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.