Στην Κίνα στρέφεται η προσοχή των αγορών και των επενδυτών παγκοσμίως, καθώς η έξαρση των κρουσμάτων covid σε συνδυασμό με την πολιτική μηδενικών κρουσμάτων του Covid αλλά κυρίως οι εξεγέρσεις που εκδηλώνονται τις τελευταίες ημέρες, δημιουργούν ερωτήματα για τις συνέπειες στην οικονομία της χώρας και τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργηθούν στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα.

Η Κίνα αποτελεί σημαντικό «πελάτη» για τις ευρωπαϊκές εξαγωγές, αλλά και κεντρικό προμηθευτή της ευρωπαϊκής αγοράς όχι μόνο σε τελικά προϊόντα, αλλά και σε ενδιάμεσα αγαθά και πρώτες ύλες που είναι απαραίτητες για την παραγωγή στη γηραιά ήπειρο.

Ήδη η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας λόγω της πολιτικής μηδενικών κρουσμάτων έχει αντίκτυπο και στις δυτικές οικονομίες, οι οποίες βρίσκονται σε ιδιαίτερα κρίσιμη φάση, λόγω της πληθωριστικής κρίσης και της οικονομικής στασιμότητας που προκαλεί η αύξηση των επιτοκίων.

Οποιαδήποτε επιδείνωση στην Κίνα τη στιγμή που οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να κατεβάσουν τον πληθωρισμό χωρίς να προκαλέσουν μεγάλη ύφεση, θα προκαλούσε αλυσιδωτές επιπτώσεις παγκοσμίως, καθώς εάν η Κίνα «φρενάρει» κι άλλο -και μάλιστα απότομα- θα ενισχυθεί η υφεσιακή δυναμική παγκοσμίως.

Οι ανησυχίες για την πορεία της κινεζικής οικονομίας υπάρχουν εδώ και καιρό, αλλά το κύμα κοινωνικής έκρηξης που καταγράφεται στο Πεκίνο περιπλέκει την «επανεκκίνηση» της κινεζικής οικονομίας.

Η έξαρση των κρουσμάτων covid το τελευταίο διάστημα σε συνδυασμό με την εμμονή του Πεκίνου στην πολιτική μηδενικών κρουσμάτων δημιούργησε αμφιβολίες για το εάν η οικονομική λειτουργία μπορεί να επανέλθει σε «κανονικότητα».

Ορισμένοι δυτικοί αναλυτές μάλιστα υποψιάζοντας ότι η πολιτική μηδενικών κρουσμάτων μπορεί να είχε και πολιτικά ελατήρια από την πλευρά της κυβέρνησης, για λόγους ελέγχου των κοινωνικών και πολιτικών αντιδράσεων καθώς η θητεία του προέδρου Σι Ζιπίνγκ ανανεώθηκε για τρίτη φορά. Ωστόσο, η αυστηρότητα των ελέγχων και οι περιορισμοί φαίνεται ότι είχαν το αντίθετο αποτέλεσμα, καθώς πυροδότησαν διαδηλώσεις και νέα ερωτήματα για την έκταση που μπορεί να λάβουν και για τις συνέπειες που θα είχε κάτι τέτοιο στην κινεζική οικονομία.

Διεθνείς εταιρείες επενδύσεων, μεταξύ αυτών η Nomura και η Goldman Sachs, προβλέπουν σε κάθε περίπτωση δυσκολίες για την κινεζική οικονομία και το 2023, καθώς η ζήτηση δεν αναμένεται να αναθερμανθεί λόγω των περιορισμών που πλήττουν την κατανάλωση και την παραγωγικότητα, αλλά και επειδή οι καταναλωτές έχουν εξαντλήσει τις αποταμιεύσεις τους.

Η πρόβλεψη για τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ του χρόνου αναθεωρείται διαρκώς προς τα κάτω και πλέον κινείται γύρω στο 4%. Για φέτος υπολογίζεται ότι το ΑΕΠ θα κλείσει με αύξηση 3% τη στιγμή που ο επίσημος στόχος ήταν 5,5%.

Και βέβαια οι επιδόσεις αυτές απέχουν παρασάγγας από εκείνες που κατέγραφε η Κίνα στο παρελθόν, δεδομένου ότι μέσος ρυθμός της δεκαετίας πριν την πανδημία ήταν 8,9%.

Και οι προβλέψεις αυτές αφορούν σε «κανονικές συνθήκες» χωρίς δηλαδή να υπολογίζουν τις συνέπειες από ενδεχόμενη γενικευμένη κοινωνική έκρηξη.

Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θεωρείται αναπόφευκτο κάποια στιγμή στην Κίνα, ιδιαίτερα εφόσον οι οικονομικές συνθήκες εντείνουν την κοινωνική δυσαρέσκεια και πυροδοτήσουν αντιδράσεις και πολιτικές εξελίξεις.

Η οικονομική άνοδος της Κίνας έχει «τρομάξει» τις ΗΠΑ, οι οποίες θεωρούν το Πεκίνο στρατηγικό αντίπαλο, οικονομικά και γεωπολιτικά. Από 1ης Ιανουαρίου η αμερικανική κυβέρνηση έχει θέσει σε ισχύ απαγόρευση πώληση προηγμένων ημιαγωγών (επεξεργαστών) και άλλων προϊόντων υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα, μια κίνηση που δυσχεραίνει την προσπάθεια του Πεκίνου να σταματήσει την εξάρτηση από τα κεφάλαια και την υψηλή τεχνολογία της Δύσης και να στρέψει το μοντέλο ανάπτυξης στο εσωτερικό της χώρας.

Οι υψηλοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης των προηγούμενων δεκαετιών επιτεύχθηκαν χάρη στο χαμηλό εργατικό κόστος της Κίνας και την εισροή ξένων επενδύσεων.

Αλλά οι συνθήκες έχουν αλλάξει και στο πλαίσιο της λεγόμενης αποπαγκοσμιοποίησης τα δυτικά κεφάλαια αποσύρονται, ενώ και οι διεθνείς αγορές αρχίζουν να «κλείνουν».

Πέρα από το συγκυριακό «φρένο» του covid, οι προβλέψεις δείχνουν ότι την επόμενη δεκαετία ο μέσος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα κινείται γύρω από το 3-4% κάτω από το μισό του ρυθμού που υπήρχε πριν την πανδημία.

Διαβάστε ακόμη

Αυτή είναι η ελληνική Dream Team της Silicon Valey (pics)

Γιατί είναι σπουδαίος ο πίνακας “Devil” των 85 εκατομμυρίων δολαρίων του Ζαν Μισέλ Μπασκιά

 

Myroomie.gr (Δομίνικος Πρίτης): Μια μοντέρνα πλατφόρμα για να βρεις συγκάτοικο