Την πρόταση προϋπολογισμού της κυβέρνησής του για το οικονομικό έτος 2024 παρουσίασε σήμερα ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, ένα έγγραφο που -όπως επισημαίνει το Reuters- επί της ουσίας αποτελεί μια «λίστα επιθυμιών» του Λευκού Οίκου και πολύ περισσότερο σήμερα, δεδομένου ότι το Κογκρέσο είναι διχασμένο.

Ωστόσο, οι προτεραιότητες του Δημοκρατικού Προέδρου σε ό,τι αφορά τις δαπάνες και τα έσοδα θα είναι βασικοί παράγοντες στις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με τους Ρεπουμπλικάνους για την αύξηση του ανώτατου ορίου χρέους.

Ο Τζο Μπάιντεν υπόσχεται κοινωνικές παροχές και φορολόγηση των πλουσίων, προαναγγέλλοντας επί της ουσίας το προεκλογικό πρόγραμμά του ενόψει των προεδρικών του 2024. Οι αναλυτές επισημαίνουν όμως ότι πολλά από τα μέτρα αυτά δεν έχουν καμία πιθανότητα να εγκριθούν από το Κογκρέσο.

Όπως ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος, ο προϋπολογισμός του 2024 προβλέπει τη μείωση του χρέους κατά περίπου 3 τρισ. δολάρια σε βάθος 10ετίας. Για να γίνει αυτό, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θέλει να εισάγει έναν ελάχιστο φόρο 25% για τους δισεκατομμυριούχους, δηλαδή για το 0,01% των πλουσιότερων Αμερικανών.

Προτείνει επίσης την αύξηση του φορολογικού συντελεστή των μεγάλων επιχειρήσεων στο 28%, από 21% σήμερα. Το ποσοστό αυτό παραμένει πάντως χαμηλότερο από το 35% που ήταν ο φορολογικός συντελεστής μέχρι τη φορολογική μεταρρύθμιση του Ντόναλντ Τραμπ, το 2017.

Ταυτόχρονα, ο Τζο Μπάιντεν θέλει να περιορίσει δραστικά ορισμένες «άχρηστες» δαπάνες, στοχεύοντας συγκεκριμένα στην Big Pharma, δηλαδή τον φαρμακευτικό τομέα, και την Big Oil, τη βιομηχανία πετρελαίου.

«Ο προϋπολογισμός μου θα απαιτεί από τους πλούσιους να πληρώνουν το μέρος που τους αναλογεί, ώστε οι εκατομμύρια εργαζόμενοι που συνέβαλαν στη δημιουργία αυτού του πλούτου να μπορέσουν να συνταξιοδοτηθούν, έχοντας την ασφάλιση υγείας για την οποία πλήρωσαν», ανέφερε ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν σε ανάρτησή του στο Twitter.

Ο 80χρονος Πρόεδρος των ΗΠΑ, που επισήμως δεν έχει ανακοινώσει ακόμη την υποψηφιότητά του για τις εκλογές του 2024, αλλά φαίνεται σαν να βρίσκεται ήδη σε προεκλογική εκστρατεία, θα παρουσιάσει την πρότασή του αργότερα σήμερα στη Φιλαδέλφεια της Πενσιλβάνιας, μια κρίσιμη πολιτεία από εκλογική άποψη.

Ο προϋπολογισμός προβλέπει δαπάνες ύψους 6,883 τρισ. δολαρίων και έσοδα 5,036 τρισ. για το οικονομικό έτος 2024, που ξεκινά την 1η Οκτωβρίου. Αυτό σημαίνει ότι το έλλειμμα θα ανέλθει στο 1,846 τρισ. Προβλέπεται επίσης ότι το ετήσιο έλλειμμα θα ξεπερνά το 1 τρισ. δολάρια κάθε χρόνο μέχρι το 2033.

Ο Λευκός Οίκος ζητά επίσης 842 δισ. δολάρια για τον αμυντικό προϋπολογισμό, από τα 816 δισ. που ήταν φέτος. Για την προστασία των συνόρων ζητείται αύξηση του προϋπολογισμού των υπηρεσιών μετανάστευσης και φύλαξης κατά σχεδόν 800 εκατ., κάτι που σημαίνει ότι η συνολική χρηματοδότηση αγγίζει τα 25 δισ. δολάρια.

Στο πλαίσιο της προσπάθειας μείωσης των εξόδων η κυβέρνηση λέει ότι θα προωθήσει πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση της απάτης σε ό,τι αφορά τις δαπάνες σε προγράμματα που εφαρμόστηκαν την περίοδο της πανδημίας και άλλα. Ο Τζο Μπάιντεν θέλει επίσης να αυξηθούν τα πρόστιμα για τις εταιρείες που καταπατούν την εργατική νομοθεσία.

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρεί ότι μπορεί να διασφαλίσει για άλλα 25 χρόνια τη χρηματοδότηση του το Medicare, του συστήματος ασφάλισης υγείας, από το οποίο επωφελούνται οι Αμερικανοί άνω των 65 ετών. Σχεδιάζει επίσης να αυξήσει τους μισθούς των ομοσπονδιακών υπαλλήλων κατά 5%.

Ο Τζο Μπάιντεν δεν θα πρέπει πάντως να έχει αυταπάτες για τη δυνατότητά του να υλοποιήσει τις προτάσεις του: Από τις αρχές του έτους δεν ελέγχει πλέον τη Βουλή των Αντιπροσώπων και οι Ρεπουμπλικάνοι δηλώνουν αποφασισμένοι να μην εγκρίνουν καμία αύξηση φόρων.

Η άλλη αντιπαράθεση μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων είναι πιο πιεστική και αφορά στην αύξηση του ορίου του χρέους. Οι ΗΠΑ είναι η μοναδική βιομηχανική υπερδύναμη στον κόσμο που αναγκάζεται να ζητά την έγκριση του Κογκρέσου της για να δίνεται στην κυβέρνηση η δυνατότητα να αυξάνει το χρέος της. Η ψηφοφορία αυτή ήταν για πολύ καιρό κάτι το τυπικό, όμως τα τελευταία χρόνια έχει πολιτικοποιηθεί έντονα.

Ο επικεφαλής της Βουλής, ο Ρεπουμπλικάνος Κέβιν Μακάρθι, διαβεβαιώνει ότι το κόμμα του δεν θα εγκρίνει την αύξηση του ορίου του χρέους, όσο ο Μπάιντεν δεν συγκρατεί τις δημόσιες δαπάνες. Ο Δημοκρατικός Πρόεδρος αρνείται προς το παρόν να διαπραγματευτεί, θεωρώντας ότι το χρέος που έχει συσσωρευτεί όλα αυτά τα χρόνια είναι ευθύνη και των δύο κομμάτων.

Το διακύβευμα δεν είναι ήσσονος σημασίας: Αν παραταθεί το μπρα-ντε-φερ, οι ΗΠΑ θα βρεθούν αντιμέτωπες με την απειλή στάσης πληρωμών από τον Ιούλιο, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει. Το χρέος της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου έφτασε στις 19 Ιανουαρίου τα 31,4 τρισ. δολάρια και η υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, ανακοίνωσε τότε ότι ενεργοποιεί έκτακτα, προσωρινά μέτρα, ώστε να συνεχιστεί η λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών μέχρι τον Ιούλιο.

Διαβάστε ακόμη

Eurobank: Δεν προχωρά σε διανομή μερίσματος – Θα διεκδικήσει το ποσοστό που κατέχει το ΤΧΣ

Χάρις Πλακαντωνάκη (Star Bulk): Ποιες είναι οι κινήσεις για να γίνει «πράσινη» η Ναυτιλία

Apple: Σύντομα διαθέσιμο το νέο app για κλασική μουσική