Στη δεκαετία του ’50, η μεταποίηση αποτελούσε το 35% της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα των ΗΠΑ. Σήμερα, ο κλάδος απασχολεί περίπου 12,8 εκατομμύρια εργαζομένους, αντιστοιχώντας μόλις στο 9,4% των θέσεων του ιδιωτικού τομέα. Η στροφή της οικονομίας στις υπηρεσίες, η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική πρόοδος έχουν οδηγήσει σταδιακά στη συρρίκνωση της βιομηχανικής βάσης των ΗΠΑ, σύμφωνα με τη Wall Street Journal.
Ο Τραμπ και η υπόσχεση επιστροφής στη μεταποίηση
Ετσι, ο Ντόναλντ Τραμπ επαναφέρει στη δημόσια συζήτηση το όραμα των ΗΠΑ ως «παγκόσμιου εργοστασίου», προτείνοντας ευρείς δασμούς ως βασικό εργαλείο πολιτικής. Το αφήγημα περιλαμβάνει τον περιορισμό των εισαγωγών, την αύξηση των εγχώριων θέσεων εργασίας και τη μείωση της εξάρτησης από την Κίνα.
Ωστόσο, πλήθος οικονομολόγων εκφράζουν σοβαρές ενστάσεις. Όπως σημειώνει η οικονομολόγος Σούζαν Χάουζμαν του Ινστιτούτου Upjohn, οι δασμοί δεν αντιμετωπίζουν τις θεμελιώδεις αιτίες της παρακμής της μεταποίησης — την τεχνολογική αλλαγή και τη διεθνοποίηση της παραγωγής.
Οι δομικές αλλαγές που μείωσαν τη βιομηχανία
Η άνοδος της μεσαίας τάξης στις ΗΠΑ μεταπολεμικά συνοδεύτηκε από ισχυρή εσωτερική ζήτηση για διαρκή αγαθά. Όμως, από τη δεκαετία του ’70 και μετά, η καταναλωτική συμπεριφορά στράφηκε προς τις υπηρεσίες. Ταυτόχρονα, κράτη της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, με φθηνότερο εργατικό κόστος, έγιναν ελκυστικότεροι παραγωγικοί κόμβοι.
Ο ρόλος της Κίνας και η παγκόσμια ανταγωνιστικότητα
Η ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001 οδήγησε σε αύξηση των κινεζικών εξαγωγών και ενίσχυσε τον ανταγωνισμό για τις αμερικανικές βιομηχανίες. Οι ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας φθηνότερα προϊόντα από την Κίνα, στράφηκαν περισσότερο στις υπηρεσίες, με αποτέλεσμα η μεταποίηση να χάσει περαιτέρω έδαφος.
Οι δασμοί: Πανάκεια ή παγίδα;
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι οι δασμοί είναι μέτρο υψηλού κόστους και αβέβαιης αποτελεσματικότητας, σύμφωνα πάντα με τη Wall Street Journal. Οι καταναλωτές θα αντιμετωπίσουν αυξημένες τιμές, ενώ οι επιχειρήσεις θα έχουν λιγότερα περιθώρια για επενδύσεις ή προσλήψεις. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι η μείωση της ζήτησης και της ανταγωνιστικότητας, ακόμη και για εγχώρια παραγόμενα αγαθά.
Μια εκτίμηση δείχνει ότι ακόμη και με 30% αύξηση των θέσεων στη μεταποίηση, το μερίδιό της στην ιδιωτική απασχόληση θα ανέλθει μόλις στο 12% — πολύ μακριά από την εποχή της ακμής.
Η εστίαση στην υψηλή τεχνολογία, όπως οι ημιαγωγοί και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, είναι μια πιο βιώσιμη προσέγγιση, σύμφωνα με τους ειδικούς. Η στήριξη της έρευνας, η φορολογική ενίσχυση της καινοτομίας και η ενδυνάμωση του τεχνικού εργατικού δυναμικού προσφέρουν πιο μακροπρόθεσμα οφέλη χωρίς τις παρενέργειες της επιθετικής δασμολογικής πολιτικής.
Όπως σημειώνει η Σούζαν Χέλπερ από το Πανεπιστήμιο Case Western, «οι ΗΠΑ θα πρέπει να επικεντρωθούν σε τομείς όπου διατηρούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα – και όχι να κυνηγούν ένα βιομηχανικό παρελθόν που δεν επιστρέφει».
Πόσο ρεαλιστικό είναι το “μεγάλο βιομηχανικό comeback”;
Η επιθυμία να γίνει και πάλι η Αμερική το «εργοστάσιο του κόσμου» είναι περισσότερο συμβολική παρά ρεαλιστική. Οι ΗΠΑ παραμένουν τεχνολογική και οικονομική υπερδύναμη, αλλά το μοντέλο της δεκαετίας του ’50 δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προτεραιότητες του 21ου αιώνα. Οι οικονομολόγοι συγκλίνουν στην άποψη ότι η μεταποίηση μπορεί να ενισχυθεί στοχευμένα — κυρίως σε στρατηγικούς τομείς — αλλά η πλήρης επαναφορά του παλιού μοντέλου παραγωγής είναι και τεχνικά δύσκολη και οικονομικά μη συμφέρουσα. Ο πραγματικός στόχος δεν είναι να γυρίσει το ρολόι πίσω, αλλά να οικοδομηθεί ένα νέο παραγωγικό μέλλον, με γνώμονα την καινοτομία και τη βιωσιμότητα.
Επίσης, η Κίνα δεν πρόκειται να μείνει απαθής απέναντι σε ένα ενδεχόμενο σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ να μετατρέψει τις ΗΠΑ και πάλι στο “εργοστάσιο του κόσμου”. Μετά από δεκαετίες επενδύσεων σε υποδομές, εκπαίδευση και τεχνολογία, η Κίνα έχει εδραιωθεί ως ο κορυφαίος βιομηχανικός παίκτης στον πλανήτη, καλύπτοντας πάνω από το 28% της παγκόσμιας μεταποιητικής παραγωγής. Διαθέτει ολοκληρωμένες εφοδιαστικές αλυσίδες, χαμηλότερο κόστος παραγωγής και ευελιξία που δύσκολα μπορεί να ανταγωνιστεί οποιαδήποτε δυτική οικονομία.
Αν ο Τραμπ επιχειρήσει να κλείσει την αμερικανική αγορά με δασμούς, η Κίνα μπορεί να απαντήσει με δικούς της περιορισμούς, να στραφεί σε άλλες αγορές ή να επιταχύνει την παγκόσμια επέκταση κινεζικών εταιρειών. Επιπλέον, η Κίνα ελέγχει κρίσιμες αλυσίδες, ιδίως σε πρώτες ύλες και εξαρτήματα υψηλής τεχνολογίας – από μπαταρίες μέχρι σπάνιες γαίες. Μια οικονομική αναμέτρηση με την Κίνα δεν είναι απλώς εμπορική: είναι γεωπολιτική και τεχνολογική, και δύσκολα οι ΗΠΑ μπορούν να τη “κερδίσουν” με τα εργαλεία του 20ού αιώνα. Η Κίνα θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να διατηρήσει τη θέση της στην κορυφή της παραγωγής, ενώ ως ατού της λειτουργεί το γεγονός ότι οι πληροφορίες που βγαίνουν από εκεί και αφορούν, εν προκειμένω, τα αληθή οικονομικά στοιχεία, είναι πλήρως ελεγχόμενες.
Κατά πολλούς αναλυτές, ο Τραμπ δεν έχει στο μυαλό του ένα μεγάλο, απόλυτο βιομηχανικό comeback, τουλάχιστον στον βαθμό κατά τον οποίο το «πουλάει». Ισως όλη αυτή η στάση του να αποτελεί μια τακτική, κατά την οποία -τελικά- θα επιτύχει αρκετά επωφελή για τις ΗΠΑ deals, με ολόκληρο τον πλανήτη.
Διαβάστε ακόμη
H Ελλάδα στον χάρτη των κρίσιμων πρώτων υλών και των «περίεργων» μετάλλων (pics)
Πώς οι δασμοί Τραμπ έκαναν τον χρυσό κορυφαία επιλογή – Νέο ιστορικό άλμα πάνω από τα $3.400
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα