Το Ηνωμένο Βασίλειο απέχει λιγότερο από έξι εβδομάδες από τις γενικές εκλογές στις οποίες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κεντροαριστερό Εργατικό Κόμμα θα μπορούσε να επιστρέψει στην εξουσία μετά από 14 χρόνια. Oι αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι χρηματιστηριακές αγορές θα αντιδράσουν θετικά σε αυτό το αποτέλεσμα.

Μια νίκη των Εργατικών θα εκδιώξει το δεξιό Συντηρητικό Κόμμα υπό τον πρωθυπουργό Ρίσι Σούνακ, ο οποίος ανακοίνωσε την ψηφοφορία της 4ης Ιουλίου την περασμένη εβδομάδα. Ακόμη και αν οι Εργατικοί δεν επιτύχουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα μπορούσαν να αναζητήσουν πολιτικό εταίρο με ένα μικρότερο κόμμα για να σχηματίσουν κυβέρνηση, εκτός αν οι Συντηρητικοί σημειώσουν μια απροσδόκητη ανάκαμψη.

Σε πρόσφατο σημείωμά της Citi που αναλύει τις κινήσεις των μετοχών από το 1979 και ύστερα, η τράπεζα αναφέρει ότι οι μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν ιστορικά «σχετικά επίπεδη έως πτωτική πορεία» κατά τους έξι μήνες μετά τις εκλογές (η έρευνα εξαιρεί τις ασταθείς οικονομικές συνθήκες του κραχ των DotCom και της Μεγάλης Χρηματοπιστωτικής Κρίσης του 2007).

Ο δείκτης MSCI UK των μετοχών μεγάλης και μεσαίας κεφαλαιοποίησης έχει αυξηθεί κατά περίπου 6% έξι μήνες μετά τις νίκες των Εργατικών και έχει μειωθεί κατά περίπου 5% μετά τις νίκες των Συντηρητικών, σύμφωνα με τη Citi.

Ο FTSE 250 τείνει να υπεραποδίδει έναντι του FTSE 100 μετά τις εκλογές, με μεγαλύτερη υπεραπόδοση μετά από νίκες των Εργατικών, ανέφερε το σημείωμα.

Οι αμυντικές μετοχές και οι χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις τείνουν να αποδίδουν καλύτερα μετά τις εκλογές, με την ενέργεια να αποδίδει καλά και στις δύο πλευρές, διαπίστωσε η τράπεζα.

Σύμφωνα με την Capital Economics, η χρηματιστηριακή αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου έχει καταγράψει μείωση σε πέντε περιπτώσεις υπό τις προηγούμενες κυβερνήσεις των Εργατικών.

Ωστόσο, ο επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρείας συμβούλων Τζον Χίγκινς δήλωσε ότι θα ήταν «μία ανειλικρινής κίνηση» να αποδοθούν αυτές οι περιπτώσεις εξ ολοκλήρου στο κόμμα.

Αυτές συνέβησαν κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930, στη μεταπολεμική δεκαετία του 1940, μετά το σοκ της αγοράς πετρελαίου στις αρχές της δεκαετίας του 1970, το κραχ των DotCom το 2000 και κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Χρηματοπιστωτικής Κρίσης του 2007, όπως ανέφερε.

Ο ίδιος παρατήρησε επίσης ότι η σχετική απόδοση των μετοχών του Ηνωμένου Βασιλείου είναι «γενικά κατώτερη των περιστάσεων από το 2010», όταν ανέλαβαν την εξουσία οι Συντηρητικοί.

«Όποια κι αν είναι η άποψή σας για την ιστορία, αμφιβάλλουμε ότι η επιστροφή του Εργατικού Κόμματος στην εξουσία θα αποτελούσε κάτι το σημαντικό για τους επενδυτές αυτή τη φορά», συμπλήρωσε.

Δημοσιονομικός αγώνας

Η ηγεσία των Εργατικών, ιδιαίτερα η υπουργός Οικονομικών της αντιπολίτευσης Ρέιτσελ Ριβς και ο ηγέτης του κόμματος Κιρ Στάρμερ, έχουν επανειλημμένα τονίσει τον τελευταίο χρόνο ότι θα επικεντρωθούν στη δημοσιονομική πειθαρχία και θα επιδιώξουν τη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.

Η Ριβς, πρώην τραπεζίτης, προσπάθησε επίσης να προσελκύσει τους επιχειρηματίες και το οικονομικό κατεστημένο, συναντώντας στελέχη και συμμετέχοντας σε εκδηλώσεις όπως το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Barclays, δήλωσε στο CNBC τον Ιανουάριο ότι ο πολιτικός κίνδυνος στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι πολύ μικρότερος και ότι η διαφορά στις οικονομικές πολιτικές μεταξύ των κομμάτων είναι ελάχιστη.

Στελέχη των Εργατικών έχουν καταστήσει σαφές ότι στην τρέχουσα προεκλογική εκστρατεία θα κατηγορήσουν τους Συντηρητικούς για τη δημιουργία υψηλού δημόσιου χρέους και για το πλήγμα στην οικονομική αξιοπιστία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «μίνι κρίσης του προϋπολογισμού» υπό τη σύντομη θητεία της προκατόχου του Σούνακ, Λιζ Τρας.

Σε δηλώσεις του την περασμένη εβδομάδα, ο Σούνακ δήλωσε ότι ο πληθωρισμός είχε «επιστρέψει στο φυσιολογικό», η οικονομία αναπτύσσεται και οι μισθοί «αυξάνονται με βιώσιμο τρόπο».

Στερλίνα

Ο Τζον Χίγκινς της Capital Economics ανέφερε ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις των Εργατικών συνέπεσαν με πέντε καταρρεύσεις της βρετανικής λίρας τα τελευταία 100 χρόνια, αλλά ότι ευρύτεροι παράγοντες έπαιζαν και πάλι ρόλο.

Τρεις θα μπορούσαν να αποδοθούν στη «μη βιωσιμότητα των καθεστώτων σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών» μεταξύ της δεκαετίας του 1930 και της δεκαετίας του 1970, μία στη Μεγάλη Χρηματοπιστωτική Κρίση και η πέμπτη στην κρίση χρέους του 1976, είπε.

Η έλλειψη δημοσιονομικών αποκλίσεων μεταξύ των κομμάτων σημαίνει ότι οι προοπτικές τόσο της στερλίνας όσο και των κρατικών ομολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου, γνωστών ως gilts, θα παραμείνουν περισσότερο συνδεδεμένες με τις προοπτικές των επιτοκίων, όπως προβλέπουν οι αναλυτές.

«Οι αντιδράσεις της αγοράς συναλλάγματος είναι ισχυρότερες όταν υπάρχει μεγάλος βαθμός αβεβαιότητας γύρω από μια εκλογική αναμέτρηση. Αυτό δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην τρέχουσα κατάσταση και αν η ιστορία αποτελεί οδηγό, θα πρέπει να περιμένουμε μέτρια κέρδη της στερλίνας τις επόμενες εβδομάδες και σχεδόν καμία αντίδραση στο ίδιο το αποτέλεσμα των εκλογών», ανέφερε σε πρόσφατο σημείωμά του ο επικεφαλής ανάλυσης συναλλάγματος στην Argentex Group, Τζο Τάκεϊ.

«Αυτό ήταν το στρατηγικό πλάνο για τη νίκη των Νέων Εργατικών το 1997, όπου η στερλίνα σημείωσε άνοδο μόλις 2,5% λίγες εβδομάδες πριν από την ημέρα της ψηφοφορίας. Από πολλές απόψεις, η στερλίνα θα επικεντρωθεί εκ νέου γύρω από τον πληθωρισμό και την πολιτική επιτοκίων της Τράπεζας της Αγγλίας, η οποία είναι πιθανό να είναι πιο καθοριστική για τις κινήσεις των τιμών από ό,τι το εκλογικό αποτέλεσμα», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.

Διαβάστε ακόμη  

Τι μπορείτε να κάνετε αν καθυστερούν να σας καταβάλουν το ενοίκιο

Ηλεκτρικό ρεύμα: Από τις πράσινες στις (ξεχασμένες) πορτοκαλί κιλοβατώρες  

Πετρέλαιο: Ποιοι και γιατί βλέπουν θερμό καλοκαίρι – Τι θα γίνει με τις τιμές 

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ