Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το ποσοστό των εργαζομένων στις ΗΠΑ, που έλαβε την απόφαση να αναζητήσει νέο εργοδότη εντός του 2021, αυξήθηκε κατά 37%.

Στο μεταξύ, περίπου το 25% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ελπίζει ή σχεδιάζει να αλλάξει επαγγελματική στέγη μέσα στους επόμενους 6 μήνες.

Η έρευνα διαπίστωσε επίσης, πως οι εργαζόμενοι της γενιάς Z – όσοι δηλαδή, γεννήθηκαν το 1997 ή αργότερα – ήταν «οι πιο ανήσυχοι» και συγχρόνως, «οι πιο δραστήριοι» αναφορικά με την αναζήτηση εργασίας.

Νέα έρευνα έδειξε πως οι εργαζόμενοι της Gen Z θα περνούσαν κατά μέσο όρο δύο χρόνια και τρεις μήνες σε μια δουλειά, ενώ αντίστοιχα, οι Millennials (25 έως 40 ετών) μόλις 6 μήνες περισσότερο. Συγκριτικά, οι εργαζόμενοι της Gen X (41 έως 56 ετών) περνούν κατά μέσο όρο 5 χρόνια στην ίδια δουλειά, ενώ οι Baby Boomers (57 έως 75 ετών) παραμένουν στο ίδιο πόστο για περίπου 8 χρόνια.

Σύμφωνα μάλιστα, με δηλώσεις της Έιμι Ζίμερμαν, διευθύνουσα σύμβουλος της Relay Payments, όταν τα άτομα αλλάζουν εργοδότη μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο από την ημέρα πρόσληψης, το διάστημα αυτό χαρακτηρίζεται «πολύ σύντομο». «Στέλνει αρκετά αρνητικά σήματα. Νούμερο ένα, δεν έχετε δέσμευση. Νούμερο δύο, σας λείπει η επιμονή» εξηγεί χαρακτηριστικά η Ζίμερμαν μιλώντας στο CNBC.

Το κατάλληλο χρονικό διάστημα και συγχρόνως, το πιο επιθυμητό για κάποιον προκειμένου να αλλάξει δουλειά είναι σύμφωνα με την ίδια, κάθε δύο έως τρία χρόνια. Το εν λόγω διάστημα επιτρέπει στους εργαζομένους να αποδείξουν ότι μπορούν «να δεσμευτούν» όντας παράλληλα, αξιόπιστοι.

«Τουλάχιστον 18 μήνες σε μια θέση εργασίας θεωρείται ως ένα αποδεκτό χρονικό διάστημα, αλλά θα ήταν «υπέροχο» εάν η θητεία σας σε μια εταιρεία διαρκούσε από τρία έως πέντε χρόνια», δηλώνει ο διευθύνων σύμβουλος της Randstad για τη Σιγκαπούρη και τη Μαλαισία, Τζάγια Ντας.

Στην ηλικία των 25 ετών, η Χάνα Γουίλιαμς διαθέτει ένα εκτενές βιογραφικό, παρόλο που ξεκίνησε να εργάζεται με πλήρες ωράριο μόλις πριν από τρία χρόνια. Από το 2019, έχει αλλάξει συνολικά πέντε θέσεις εργασίας – με το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που έμεινε στην ίδια δουλειά να είναι ένας χρόνος.

Ορισμένοι συνεντευξιαστές είναι αρκετά επιφυλακτικοί όταν συναντούν άτομα τα οποία έχουν αλλάξει μέσα σε σύντομο διάστημα αρκετούς εργοδότες. «Ανησυχούν πάντα ότι θα ξεκινήσω να εργάζομαι για αυτούς και μετά από λίγο,  θα τα παρατήσω και θα φύγω. Το καταλαβαίνω γιατί οι προσλήψεις κοστίζουν χρήματα. Απλώς, ανησυχούν μήπως σπαταλήσω τον χρόνο τους» αναφέρει χαρακτηριστικά η Γουίλιαμς.

«Ο κόσμος θα πει, ούτε που προλάβατε να μάθετε κάτι μέσα σε δύο μήνες. Λοιπόν, τι νομίζεις ότι έκανα – δουλεύω οκτώ ώρες την ημέρα, πέντε ημέρες την εβδομάδα στο κάθε πόστο» υποστηρίζει. Οι εμπειρογνώμονες του κλάδου αναγνωρίζουν πως τα πιθανά πλεονεκτήματα της αλλαγής θέσεων εργασίας κάθε δύο περίπου χρόνια, είναι η ευκινησία καθώς και η γρήγορη προσαρμογή σε νέα περιβάλλοντα.

Ωστόσο, η Ζίμερμαν προειδοποιεί για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. «Θα επηρεάσει το βάθος των γνώσεών σας και, τελικά, την αξία σας για τις μελλοντικές εταιρείες. Δεν θα είστε τόσο ανταγωνιστικοί όσο οι συνομήλικοί σας, επειδή οι γνώσεις σας θα μειωθούν», είπε. Από την πλευρά της και η Γουίλιαμς έχει και αυτή επιφυλάξεις. «Αν συνεχίσω να το κάνω αυτό για 10 χρόνια, δεν θα ήταν καλό. Θα κατέστρεφα το βιογραφικό μου», είπε.