Ο μετασχηματισμός από μια γαλακτοβιομηχανία σε μια ευρύτερη εταιρεία τροφίμων είναι το επόμενο μεγάλο στοίχημα για τη Δωδώνη, δέκα ολόκληρα χρόνια μετά την ιδιωτικοποίηση του πάλαι ποτέ Συνεταιρισμού. Και σε αυτό το νέο μεγάλο κεφάλαιο που ανοίγει στην ιστορία της ήδη γίνονται αλλαγές. Από το ιδιοκτησιακό, μια και πέρυσι εισήλθε ως κύριος μέτοχος το fund CVC, έως την προϊοντική γκάμα που εμπλουτίζεται ακόμα περισσότερο με ένα μπαράζ επενδυτικών κινήσεων και επεκτάσεων συνολικού ύψους 10 εκατ. ευρώ, αλλά και συνεργιών με συνδεόμενες εταιρείες. Στο πλαίσιο αυτό κάνει το μεγάλο άλμα να εισέλθει στα προϊόντα φυτικής προέλευσης αλλά και στα σνακ.

«Το στρατηγικό μας πλάνο παραμένει αναλλοίωτο μετά και την είσοδο του νέου μεγάλου επενδυτή. Η διοίκηση παραμένει ίδια και έχουμε τη διάθεση να είμαστε στην πρώτη γραμμή και να ανεβάζουμε τη Δωδώνη τόσο στην Ελλάδα όσο και στις διεθνείς αγορές μετασχηματίζοντάς την παράλληλα σε μια μοντέρνα εταιρεία τροφίμων. Σε αυτό εξάλλου επένδυσε και ο νέος μέτοχος», λέει στο «business stories» ο Διευθύνων Σύμβουλος της Δωδώνη Μιχάλης Παναγιωτάκης. Ηδη στα εργοστάσια των Ιωαννίνων και της Θήβας οι εργασίες έχουν ξεκινήσει. «Στα Ιωάννινα αυξάνουμε τη δυναμικότητα του εργοστασίου κατά περίπου 20% με νέες γραμμές για φυτικά προϊόντα. Πρόκειται ουσιαστικά για νέα πτέρυγα που θα καλύψει και τον μοναδικό ελεύθερο χώρο που είχε απομείνει μετά το μπαράζ των επεκτάσεων των προηγούμενων ετών», λέει ο κ. Παναγιωτάκης. Στη νέα πτέρυγα θα παράγονται πλέον φυτικά «τυριά» με το σήμα Δωδώνη. Την ίδια ώρα στο εργοστάσιο της Θήβας, όπου παράγονται η βαρελίσια φέτα και το γιαούρτι, προστέθηκε μια νέα μονάδα για την παραγωγή φυτικών επιδορπίων.

«Θεωρώ ότι είναι μια πολύ καλή περίοδος κατά την οποία μπαίνουμε στη νέα κατηγορία των φυτικών», λέει ο κ. Παναγιωτάκης. «Δεν είμαστε οι πρώτοι, ήδη έχουν πλασαριστεί άλλοι που μπορεί να έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας νέας αγοράς, δεν είμαστε όμως και οι τελευταίοι. Οπότε καθώς είμαστε ένα brand που απευθυνόμαστε σε μια premium βάση και λόγω της ιστορικότητας και της κληρονομιάς της Δωδώνης και επειδή επιμένουμε να βγάζουμε προϊόντα με τα καλύτερα υλικά της αγοράς, θεωρούμε ότι μπορούμε να αποτελέσουμε μια καλή πρόταση για τους flexitarians, αυτούς δηλαδή που θέλουν και μια επιπρόσθετη καλή πρόταση όταν δεν θέλουν να καταναλώσουν κάτι που έχει ως βάση το γάλα», λέει ο κ. Παναγιωτάκης. «Και αυτή μάλιστα είναι μια κατηγορία προϊόντων που η επάρκεια πρώτων υλών είναι πιο εύκολη και μεγαλύτερη απ’ ό,τι αυτή του γάλακτος, όπως εξελίσσονται τα πράγματα», σπεύδει να παρατηρήσει.

Επέκταση και στα σνακ

Η δεύτερη επέκταση της Δωδώνη αφορά τον χώρο των σνακ. Μια πρόταση που ετοιμάζει μαζί με τη Unismack, μια εταιρεία που ίδρυσε η οικογένεια Στρατάκη και στην οποία εισήλθε προ τριετίας ως βασικός μέτοχος η Lime Capital Partners. Η τελευταία είναι εταιρεία που ελέγχεται από τους ίδιους ανθρώπους που έχουν την SI Foods (βασικός μέτοχος έως πρόσφατα της Δωδώνη).

«Αυτή η νέα σειρά σνακ θα έχει ως βάση τη φέτα. Είναι περίπου σαν τσιπς. Το όνομα τους είναι “Heavenly Thins”. Το δουλέψαμε πολύ στο R&D με τη Unismack, που ειδικεύεται στα gluten free premium προϊόντα. Καταλήξαμε σε τρεις γεύσεις και ήδη ξεκινήσαμε φέτος την παραγωγή τους με αποκλειστική διάθεση, όμως στη βρετανική αγορά. Γενικά προσπαθούμε να δοκιμάσουμε πρώτα τα νέα προϊόντα σε κάποιες “ευαίσθητες” αγορές που, όμως, αποτελούν και ορόσημα για την αποδοχή ενός νέου προϊόντος. Στα σνακ, π.χ., η Βρετανία και οι ΗΠΑ είναι οι κορυφαίες. Αντίστοιχα στα φυτικά προϊόντα είναι η Ολλανδία, όπου ήδη διαθέτουμε κάποια προϊόντα. Το γεγονός ότι έχουμε συνεργασία με όλους τους μεγάλους λιανέμπορους της Ευρώπης μάς βοηθά πολύ σε αυτό», λέει ο κ. Παναγιωτάκης. Πάντως, όπως μας λέει ο ίδιος, σύμφωνα με τον σχεδιασμό της εταιρείας, τα Heavenly Thins θα μπουν στην ελληνική αγορά με τη νέα χρονιά.

Ο κ. Παναγιωτάκης μάς λέει, επίσης, ότι η επέκταση στην κατηγορία του γιαουρτιού είναι πλέον καθολική: «Τελευταία λανσάραμε τα φρουτογιαούρτια και πλέον διαθέτουμε προτάσεις σε όλο το εύρος της κατηγορίας, εκτός απ’ τα βρεφικά – παιδικά, για τα οποία χρειάζονται άλλου είδους επενδύσεις και προσέγγιση».

Από τις επεκτάσεις των τελευταίων ετών, ωστόσο, αρχίζει να δημιουργείται πρόβλημα εξεύρεσης χώρου. «Αναζητούμε ήδη νέους χώρους για τα επόμενα βήματά μας», λέει ο κ. Παναγιωτάκης, παραδεχόμενος μάλιστα ότι «πρώτη επιλογή θα είναι η εξαγορά παρά μια χρονοβόρα διαδικασία greenfield επένδυσης».

Ο ίδιος λέει ότι η Δωδώνη βολιδοσκοπεί άλλες εταιρείες. «Δεν είναι κρυφό αυτό. Ενα από τα πλάνα ανάπτυξής μας είναι και οι εξαγορές. Η οργανική ανάπτυξη για όλες τις εταιρείες κάποια στιγμή πιάνει ένα ταβάνι. Η καθετοποίηση μέσω εξαγορών βοηθά στο να ανέβει κι άλλο αυτό το ταβάνι. Και η αλήθεια είναι ότι δημιουργούνται πλέον συνθήκες στην αγορά που δημιουργούν ευκαιρίες. Ισως όχι άμεσα, αλλά πιστεύω πως μέσα στο 2023 θα ευοδωθεί μια εξαγορά», τονίζει αποφεύγοντας να αποκαλύψει αν αυτή μπορεί να αφορά την παραδοσιακή δραστηριότητα της Δωδώνη ή τις νέες.

Αναφορικά με τα διάφορα σενάρια που συνδέουν τη ΔΕΛΤΑ και τη Δωδώνη λόγω του CVC, ο κ. Παναγιωτάκης σπεύδει να διευκρινίσει ότι η απόφαση είναι για ανεξάρτητη πορεία της τελευταίας. «Σίγουρα θα συναντηθούμε με κάποιες συνεργασίες στο λειτουργικό κομμάτι, όμως οι δύο εταιρείες είναι αυτόφωτες, διατηρούν τα δικά τους Δ.Σ. και λειτουργούν ανεξάρτητα. Ο επενδυτής στη Δωδώνη έχει περισσότερο τον χαρακτήρα οικονομικού επενδυτή και όχι στρατηγικού. Από την άλλη, οι δύο εταιρείες δεν λειτουργούν ανταγωνιστικά, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται. Αυτό σημαίνει πως ούτε συνέργιες σοβαρές μπορούν να γίνουν. Το αιγοπρόβειο γάλα, π.χ., που αγοράζει η ΔΕΛΤΑ είναι μόλις για το 5% των συνολικών αναγκών της. Εμείς πάλι εξαρτιόμαστε κατά 90% από το αιγοπρόβειο. Επομένως, συνέργια που θα κάνεις κάτι μαζί και θα φέρει πραγματικό όφελος δύσκολο θα γίνει. Αυτά τα έχουμε εξετάσει», συμπληρώνει.

Οι ελλείψεις και οι τιμές

Μιλώντας για το γάλα η κουβέντα δεν μπορεί να μην πάει και στα προβλήματα των ελλείψεων που παρατηρούνται στην αγορά. «Η Ελλάδα παράγει ετησίως 660.000 τόνους αιγοπρόβειου γάλακτος τον χρόνο. Δυστυχώς φέτος θα έχει πτώση 5%-7%, γεγονός που χτυπάει καμπανάκια για το μέλλον. Αν συνεχιστεί αυτή η κάμψη, θα υπάρξει γενικότερο θέμα παραγωγής αιγοπρόβειου και ελλείψεων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα προϊόντα αλλά και το ΠΟΠ μας, τη φέτα. Μια επικίνδυνη κατάσταση για την οποία πρέπει να γίνουν από τώρα προσαρμογές και να βρεθούν λύσεις. Αν σε λίγα χρόνια δεν θα μπορούμε να βρίσκουμε γάλα τότε θα μιλάμε για κατάρρευση», επισημαίνει ο κ. Παναγιωτάκης.

Πάντως, πέραν των σημερινών προβλημάτων στην παραγωγή που δημιουργεί το ευρύτερο πληθωριστικό περιβάλλον, ο κ. Παναγιωτάκης λέει ότι το μεγαλύτερο και διαχρονικό πρόβλημα παραμένει το γεγονός ότι οι νέες γενιές σταματούν να ασχολούνται με την κτηνοτροφία. «Γι’ αυτό και απαιτείται ένα εθνικό σχέδιο», τονίζει. Σε ό,τι αφορά τις τιμές, το κόστος του γάλακτος έχει ανέβει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο περίπου 40%, σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη.

Η Δωδώνη έχει μετακυλίσει ένα μέρος του αυξημένου κόστους στην κατανάλωση προχωρώντας έως τώρα σε μεσοσταθμικές αυξήσεις τιμών 10%-12%. «Είναι λίγο συγκριτικά, όμως δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Ούτε ο καταναλωτής μπορεί να το επιφορτιστεί», απαντά.
Ηδη, όπως λέει, η κατανάλωση φέτας σε όγκο στην ελληνική αγορά φέτος εμφανίζεται μειωμένη κατά 20%! Ωστόσο οι αυξημένες εξαγωγές που πλέον έχουν καταφέρει να αναλογούν στο 50% του κύκλου εργασιών αλλά και οι ανατιμήσεις φαίνεται να βοηθούν ώστε η Δωδώνη να συγκρατήσει τα μεγέθη της.

Σημειωτέον ότι το 2021 ο κύκλος εργασιών του ομίλου έφτασε περίπου στα 150 εκατ. ευρώ και τα EBITDA στα 14 εκατ. ευρώ. Οι πωλήσεις της φέτας πλέον αναλογούν σε λιγότερο από το 50% των συνολικών πωλήσεων. Το γιαούρτι έχει φτάσει πλέον το 20%, άλλο τόσο είναι το χαλούμι (ο όμιλος διαθέτει εργοστάσιο στην Κύπρο) και το υπόλοιπο είναι γάλα και σκληρά τυριά.
«Η σύγκριση είναι σωστό να γίνεται με τα δεδομένα του 2019. Εκεί θα είμαστε λίγο χαμηλότερα, αλλά θα εξακολουθούμε να θεωρούμαστε “blue chip” για την ελληνική επιχειρηματική σκηνή. Γιατί; Διότι θέσαμε από την αρχή, πριν από δέκα χρόνια, πολύ σωστές βάσεις. Δημιουργήσαμε μια υγιή εταιρεία μειώνοντας τα δάνειά της, αυξάνοντας τη ρευστότητα και την κερδοφορία της, την κάναμε εξωστρεφή λαμβάνοντας τεράστια ανάπτυξη πλέον από το εξωτερικό και δοκιμάσαμε νέα πράγματα με μια πιο συντηρητική προσέγγιση. Και πάντα με την μπράντα μας», λέει ο κ. Παναγιωτάκης.

Σημειωτέον ότι ο όμιλος απασχολεί σήμερα στην Ελλάδα 600 άτομα προσωπικά και 150 στην Κύπρο, ενώ προ δέκα ετών, όταν ο πρώην συνεταιρισμός «ιδιωτικοποιήθηκε», είχε 250 άτομα.

Διαβάστε ακόμη

Πτώση πάνω από 7% για το πετρέλαιο – Κάτω από τα $100 για πρώτη φορά μετά από 3 μήνες

Πληρωμές από την Παρασκευή και σε 2 δόσεις για το Power Pass

Ο Πισπι-φιρφιρίκος, οι Ισραηλινοί στην Intracom Defense, το ομόλογο της Capital, ο Σαρκοζί με την Μπρούνι στην Αθήνα και ο πολυπράγμων κ. Σταθόπουλος