Τις διαδικασίες ανακήρυξης σχεδόν ολόκληρης(!) της έκτασης του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού σε αρχαιολογικό χώρο προτίθεται να ξεκινήσει η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων & Πολιτιστικής Κληρονομιάς (ΓΔΑΠΚ), όπως ενημερώνει με κατεπείγουσα επιστολή που έστειλε στις 2 Αυγούστου στο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) και στο υπουργείο Οικονομικών. Εξέλιξη που θυμίζει την περίπτωση του Γκολφ Αφάντου, μια περιοχή που ο αρμόδιος υπουργός, Αρ. Μπαλτάς, είχε ανακηρύξει επίσης αρχαιολογικό χώρο, προκαλώντας την έντονη αντίδραση των επενδυτών, αλλά και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, καθώς εκφράζονται φόβοι ότι τόσο η επένδυση, όσο και 10.000 θέσεις θα τιναχθούν στον αέρα, ενώ επαπειλέιται και  καταβολή αποζημιώσεων στους επενδυτές.

«Η όλη προσπάθεια που γίνεται από την Κυβέρνηση σε σχέση με την επένδυση του Ελληνικού δεν στρέφεται εναντίον της αλλά εντάσσεται στην έγκαιρη ολοκλήρωση του ευρύτερου θεσμικού πλαισίου, που οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν αφήσει για χρόνια σε εκκρεμότητα, προκειμένου να προχωρήσει εντός των χρονοδιαγραμμάτων η έγκριση του ολοκληρωμένου σχεδίου χωρικής ανάπτυξης της επένδυσης», επισημαίνει, με ανακοίνωσή του το υπουργείο Πολιτισμού αναφερόμενο σε σειρά «καταστροφολογικών δημοσιευμάτων» τα οποία υποστηρίζουν ότι ο υπουργός Πολιτισμού και η Κυβέρνηση δήθεν θέτουν εμπόδια για την επένδυση στο Ελληνικό.

Σε αντίθεση με όσους καταστροφολογούν ότι η πολιτιστική κληρονομιά «διώχνει τις επενδύσεις», πάγια θέση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού είναι ότι η θεσμική και φυσική προστασία και ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος της χώρας μπορούν και πρέπει να συνυπάρξουν με τη σύγχρονη ζωή και την ανάπτυξη, διασφαλίζοντας βιωσιμότητα και αειφορία, τονίζεται στην ανακοίνωση. «Μάλιστα, στις περιοχές που πρόκειται να καλύψουν χωρικά σχέδια, όπως το σχέδιο χωρικής ανάπτυξης που προβλέπεται για την επένδυση του Ελληνικού, σύμφωνα με τη νομοθεσία προηγείται η κήρυξη αρχαιολογικών χώρων, εφόσον υπάρχουν ανάλογα αρχαιολογικά δεδομένα, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση», επισημαίνεται.

Ολόκληρη η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού:

«Σε σειρά καταστροφολογικών δημοσιευμάτων αναφέρεται ότι ο Υπουργός Πολιτισμού και η Κυβέρνηση δήθεν θέτουν εμπόδια για την επένδυση στο Ελληνικό.

Αφορμή υπήρξαν έγγραφα των υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού με τα οποία γνωστοποιούνται προτάσεις αφ’ ενός για την κήρυξη – οριοθέτηση ευρύτερου αρχαιολογικού χώρου στην περιοχή των Δήμων Αλίμου και Ελληνικού – Αργυρούπολης και αφ’ ετέρου για τον χαρακτηρισμό κτηρίων ως νεότερων μνημείων στην περιοχή της επένδυσης του Ελληνικού.

Για την αποκατάσταση της αλήθειας, το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού επισημαίνει τα ακόλουθα.

Για την πρόταση κήρυξης – οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου

Η πρόταση κήρυξης – οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου αφορά σε μία ευρύτερη περιοχή στους Δήμους Αλίμου και Ελληνικού – Αργυρούπολης, περιλαμβάνοντας τμήμα της επένδυσης στο Ελληνικό και όχι ολόκληρη την επένδυση, όπως ανακριβώς αναφέρεται στα δημοσιεύματα. Στο σύνολο της περιοχής αυτής έχουν ανασκαφεί στο παρελθόν και υπάρχουν ορατές αρχαιότητες, που ανήκουν στους αρχαίους Δήμους Αλιμούντος και Ευωνύμου.

Η πρόταση περιλαμβάνει εκτάσεις των συνεκτικών πολεοδομικών ιστών των σύγχρονων δήμων Αλίμου και Ελληνικού – Αργυρούπολης και εκτείνεται σε τμήμα της έκτασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού. Κριτήριο για τον καθορισμό ορίων είναι η αρχαιολογική έρευνα πεδίου και οι αρχαιότητες που έχουν εντοπιστεί.

Όπως έχει επανειλημμένα εξηγηθεί και στην περίπτωση Αφάντου, όπου η στάση του Υπουργείου Πολιτισμού δικαιώθηκε απόλυτα και από το Συμβούλιο της Επικρατείας, η κήρυξη – οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου δεν δεσμεύει την περιοχή ούτε μεταβάλλει επί τα χείρω τους συνήθεις όρους που ισχύουν γενικότερα από την πλευρά του αρχαιολογικού νόμου για δημόσια και ιδιωτικά έργα σε ολόκληρη τη χώρα.

Η μόνη υποχρέωση που προκύπτει από την κήρυξη είναι ότι τα έργα που εκτελούνται στην περιοχή που οριοθετείται, πρέπει να εγκρίνονται από το Υπουργείο Πολιτισμού, μετά από γνώμη του αρμόδιου Συμβουλίου, και να παρακολουθούνται από την αρχαιολογική υπηρεσία. Πρόκειται για συνήθεις όρους που ούτως ή άλλως τίθενται σε περιοχές όπου έχουν εντοπιστεί ή είναι ορατές αρχαιότητες, όπως στη συγκεκριμένη.

Οι συγκεκριμένοι όροι ήδη έχουν τεθεί σε έργα που έχουν εκτελεστεί στην προς κήρυξη περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της έκτασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, στην οποία κατά την υλοποίηση τεχνικών έργων μετά την μετεγκατάσταση του αεροδρομίου εντοπίστηκαν αρχαία (π.χ. αμαξοστάσιο ΤΡΑΜ).

Μάλιστα, στις περιοχές που πρόκειται να καλύψουν χωρικά σχέδια, όπως το σχέδιο χωρικής ανάπτυξης που προβλέπεται για την επένδυση του Ελληνικού, σύμφωνα με τη νομοθεσία προηγείται η κήρυξη αρχαιολογικών χώρων, εφόσον υπάρχουν ανάλογα αρχαιολογικά δεδομένα, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Συνεπώς, η κήρυξη – οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα στην εξέλιξη της επένδυσης του Ελληνικού ούτε στρέφεται ενάντιά της. Απλά επισημαίνει και γνωστοποιεί με θεσμικό τρόπο ότι στην ευρύτερη περιοχή έχουν εντοπιστεί και υπάρχουν ορατές αρχαιότητες, συνεπώς θα πρέπει να τηρούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες του αρχαιολογικού νόμου, που ισχύουν σε όλα τα μεγάλα και μικρά έργα σε ανάλογες περιπτώσεις.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή» απειλείται κοινώς, να «τιναχθεί έτσι στον αέρα» μια παραχώρηση που έχει μάλιστα συμβατικά ολοκληρωθεί και βρίσκεται στη διαδικασία σύνταξης του κυρωτικού νόμου προκειμένου αυτός να ψηφισθεί από τη Βουλή.

Υπενθυμίζεται ότι η ολοκλήρωση παραχώρησης του Ελληνικού αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση και ότι η καταληκτική ημερομηνία για την ολοκλήρωση των προαπαιτουμένων είναι η 16η Νοεμβρίου του 2016.

Ειδκότερα, σύμφωνα με επιστολή της γενικής διεύθυνσης αρχαιοτήτων και πολιτιστικής κληρονομιάς του υπουργείου, με την ένδειξη εξαιρετικά επείγουσα, η οποία απευθύνεται προς όλα τα αρμόδια υπουργεία και κοινοποιείται μεταξύ άλλων και στο ΤΑΙΠΕΔ, τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας και την υπό παραχώρηση Ελληνικό Α.Ε., οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου ενημερώνουν πως «πρόκειται να κινήσουν τη διαδικασία οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου σε περιοχή που εκτείνεται στους Δήμους Αλίμου και Ελληνικού – Αργυρούπολης».

Το δημοσίευμα συνεχίζει:

Εντός 2 μηνών

Ζητούν, δε, με αυτήν την επιστολή από όλους τους αποδέκτες, μεταξύ των οποίων και τα υπουργεία Αμυνας,Υποδομών και Οικονομικών, τις απόψεις τους εντός δύο μηνών προκειμένου να προβούν στις περαιτέρω ενέργειες. Επισυνάπτεται μάλιστα και τοπογραφικό διάγραμμα (μαζί με πίνακα των οδών που οριοθετούν την υπό χαρακτηρισμό περιοχή) από το οποίο προκύπτει ξεκάθαρα πως η εν λόγω έκταση περιλαμβάνει το σύνολο πρακτικά του πρώην αεροδρομίου.

Το τοπογραφικό διάγραμμα που δημοσιεύει η εφημερίδα «Καθημερινή»

topogr

Σε πρώτη φάση διέρρευσε πως υπήρχε ζήτημα χαρακτηρισμού ως νεότερου μνημείου και διατηρητέου του κτιρίου που στέγαζε παλιότερα το Κολλέγιο Θηλέων και λιγοστών άλλων κτιρίων εντός της έκτασης.

Ομως, τελικά, από την επιστολή και τα έγγραφα που έχει στη διάθεσή της η εφημερίδα (φέρουν ημερομηνία 2 Αυγούστου) προκύπτει πως το ζήτημα αφορά όχι μόνον σε νέους χαρακτηρισμούς κτιρίων ως διατηρητέων αλλά και την κήρυξη του Ελληνικού ως αρχαιολογικού χώρου.
Προκαλεί, δε, αίσθηση στους γνωρίζοντες το γεγονός πως μεταξύ των υπό εξέταση για ανακήρυξη ως διατηρητέων κτιρίων, όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα, περιλαμβάνονται και οι δύο διάδρομοι, απογείωσης και τροχοδρόμησης, αλλά και αυτός ακόμα ο υδατόπυργος της πρώην αμερικανικής βάσης.

Οι εξελίξεις αυτές λαμβάνουν χώρα λιγότερο από δύο μήνες μετά την υπογραφή μνημονίου συνεννόησης (MoU) μεταξύ του ανάδοχου επενδυτικού σχήματος υπό την Lamda Development και του ΤΑΙΠΕΔ που «ξεμπλόκαρε», όπως υπήρξε η πεποίθηση τότε, την επένδυση στην έκταση του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού. Το MoU, σύμφωνα με τη Lamda Development, αποτελούσε επικαιροποίηση της υφιστάμενης από την 14η Νοεμβρίου Σύμβασης Αγοραπωλησίας Μετοχών της «Ελληνικόν Α.Ε.», μέσω της οποίας οριοθετούνται ορισμένα σημαντικά τεχνικά χαρακτηριστικά της αξιοποίησης της έκτασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού.

Κίνδυνος αποζημιώσεων

Η εξέλιξη, που απειλεί εξ ολοκλήρου την υλοποίηση της συμφωνίας, έρχεται επίσης ένα μόλις μήνα μετά την έγκριση από το Ελεγκτικό Συνέδριο των αλλαγών που επέρχονται στη σύμβαση με το εν λόγω μνημόνιο χωρίς κανένα σχόλιο ή παρατήρηση. Μετά την έγκριση εκείνη και την υπογραφή από τους δύο αντισυμβαλλομένους, δηλαδή το ΤΑΙΠΕΔ και τη Lamda, της τροποποιητικής σύμβασης, αμφότερες οι συμβάσεις –η αρχική του 2014 και η τροποποιητική– έχουν δρομολογηθεί προς κύρωση από τη Βουλή. Εφόσον προχωρήσει η πρωτοβουλία των υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού επέρχονται ουσιώδεις αλλαγές, δημιουργώντας παράλληλα νομικές ευθύνες για την πλευρά του Δημοσίου. Οχι μόνον δηλαδή κινδυνεύει να τιναχθεί στον αέρα μία από τις μεγαλύτερες αναπτυξιακές επενδύσεις στην Ελλάδα αλλά απειλείται και το Δημόσιο με την καταβολή αποζημιώσεων για αθέτηση συμβατικών του υποχρεώσεων, εκτιμούν νομικοί κύκλοι. Το διακύβευμα γίνεται ίσως καλύτερα αντιληπτό εάν υπενθυμιστεί πως η αξιοποίηση του Ελληνικού αναμένεται να δημιουργήσει 10.000 άμεσες θέσεις εργασίας και σε πλήρη ανάπτυξη το έργο να απασχολεί περίπου 70.000 άτομα. Εάν όλα εξελίσσονταν ομαλά, η σύμβαση παραχώρησης και το υπό διαμόρφωση σχέδιο ολοκληρωμένης ανάπτυξης θα πήγαιναν προς κύρωση στη Βουλή και έγκριση διά προεδρικού διατάγματος, αντίστοιχα, για να ακολουθήσει η έκδοση των υπουργικών αποφάσεων που απαιτούνται για την εφαρμογή τους. Ομως το υπουργείο Πολιτισμού εμφανίζεται αποφασισμένο να δημιουργήσει νέα δεδομένα με απρόβλεπτες για την ώρα συνέπειες για το όλο έργο.

Επόμενο πρόβλημα, στο Ιππικό Κέντρο

Πρόβλημα , όμως, από το υπουργείο Πολιτισμού ενδέχεται να αντιμετωπίσει και ο διαγωνισμός για το Ιππικό Κέντρο Μαρκοπούλου, το οποίο το ΤΑΙΠΕΔ επιδιώκει να παραχωρήσει για 40 χρόνια σε ιδιώτη επενδυτή, σύμφωνα με το αναπτυξιακό πλάνο που έχει εγκρίνει το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ). Σύμφωνα με τις σχετικές υπηρεσίες του υπουργείου, έχουν ενημερώσει το ΤΑΙΠΕΔ πως μεγάλο μέρος της υπό παραχώρησης έκτασης αξιολογείται ως υποψήφιο για να κηρυχθεί αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Δεν είναι η πρώτη φορά φέτος που το υπουργείο Πολιτισμού, και ειδικότερα υπηρεσίες του που εισηγούνται, σύμφωνα με πληροφορίες, τις σχετικές αποφάσεις στην πολιτική ηγεσία, προκαλεί αιφνιδιαστικές αλλαγές σε δρομολογημένα από την τρέχουσα κυβέρνηση επενδυτικά προγράμματα. Υπενθυμίζεται πως ανάλογα προβλήματα δημιούργησαν ενέργειες του υπουργείου Πολιτισμού και στην περίπτωση του Αστέρα Βουλιαγμένης, οι οποίες όμως τελικά υπερκεράστηκαν, αλλά και στην έκταση της Αφάντου στη Ρόδο, όταν το υπουργείο κήρυξε το σύνολο της υπό παραχώρησης έκτασης ως αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Αυτά τα προβλήματα στην Αφάντου δεν έχουν ακόμα επιλυθεί αφού είναι, κατά πληροφορίες, δυσχερής η συνεννόηση του αναδόχου επενδυτή με το υπουργείο για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να προχωρήσουν η δόμηση και η ανάπτυξη εκεί.