Το προφίλ της Ελλάδας ως χώρας φιλικής στην επιχειρηματικότητα και ανοικτής στις επενδύσεις, φιλοτέχνησε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας σήμερα το απόγευμα στο επιχειρηματικό φόρουμ Ελλάδας-Κίνας, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στο Πεκίνο.

«Ο νέος δρόμος του μεταξιού, το σημερινό one belt one road -όπως αποκαλείται η στρατηγική της Κίνας στην Ευρώπη- δεν κινδυνεύει από το Brexit αντίθετα μας ξαναφέρνει κοντά», είπε ο πρωθυπουργός και αναφέρθηκε στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται στην Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης:

«Η Ελλάδα σήμερα, έχοντας κλείσει οριστικά πίσω της μια μακρά περίοδο κρίσης και αβεβαιότητας, γυρίζει σελίδα…Το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης πρόσφατα, στο πλαίσιο της νέας συμφωνίας με τους εταίρους, επικυρώνει την επιτυχία της προσπάθειας μας. Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έχει την υποστηρικτική εγγύηση των ευρωπαίων εταίρων μας όποτε κι αν αυτό κριθεί σκόπιμο…Οι προεκτάσεις των παραπάνω αποφάσεων και οι αναμενόμενες εξειδικεύσεις το επόμενο διάστημα, στέλνουν ένα ισχυρό μήνυμα στις διεθνείς αγορές ότι η Ελλάδα εισέρχεται οριστικά σε νέα φάση. Μπαίνουμε δυναμικά σε μια νέα περίοδο ανάκαμψης και ανακτούμε την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας».

Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «παράλληλα με την συμφωνία με τους εταίρους, εφαρμόζουμε ένα ριζικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στο κράτος και στον αναπτυξιακό προσανατολισμό της χώρας».

Επιδιώκουμε ένα επενδυτικό σοκ δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων για να χτυπήσουμε την αποεπένδυση και να μειώσουμε την ανεργία είπε ο χαρακτηριστικά και εξήγησε: « Οι τράπεζες μας είναι πλήρως ανακεφαλαιοποιημένες, συμμετέχουν στα προγράμματα φθηνής χρηματοδότησης της ΕΚΤ και προωθούν ξανά πολύτιμη ρευστότητα προς τις επιχειρήσεις. Στο περιβάλλον αυτό μπορούν ξεκινήσουν τα μπλοκαρισμένα μεγάλα έργα και οι επενδύσεις σε υποδομές που υποχώρησαν δραματικά στα χρόνια της ύφεσης. Αίρουμε τα γραφειοκρατικά εμπόδια και χτυπάμε τις εστίες φοροδιαφυγής ώστε να εξασφαλίζονται ισότιμοι όροι μεταχείρισης σε όσους εμπιστεύονται την ελληνική οικονομία».

Επενδυτικά κίνητρα

Μίλησε δε και για μία σειρά επενδυτικά κίνητρα: «Δίνουμε έμφαση σε γενναίες φοροαπαλλαγές ανάλογα με την απόδοση κι όχι στις απευθείας επιχορηγήσεις σε δαπάνες αμφίβολης αποτελεσματικότητας…Παράλληλα αυξάνουμε το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για δεύτερη συνεχόμενη χρόνια και δημιουργούμε αναπτυξιακή τράπεζα με σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία για τον επιμερισμό και τη διαχείριση του ρίσκου και την προώθηση συνεργατικών επενδύσεων δημόσιου – ιδιωτικού τομέα. Σε συνδυασμό με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα επενδύσεων EFSI – φερώνυμο ως πρόγραμμα Juncker, από τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – δημιουργούνται σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες χαμηλού κινδύνου».

Ο πρωθυπουργός περιέγραψε τους τομείς στους οποίους επικεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια της κυβέρνησης: «Αξιοποιούμε τη γεωπολιτική της θέση και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα στην αγροδιατροφή, στην υγεία και στα φάρμακα, στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, στην ενέργεια, στο περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη, στις μεταφορές και την εφοδιαστική αλυσίδα, τα υλικά, και τις κατασκευές, στο καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, τον πολιτισμό και βεβαίως τον τουρισμό. Οι προτεραιότητες στους παραπάνω τομείς υποστηρίζονται για πρώτη φορά από έναν καινοτόμο αναπτυξιακό νόμο που ψηφίσαμε πρόσφατα».

Ειδική αναφορά έκανε στην συμφωνία με την COSCO: «Όπως αποδείχτηκε πρόκειται για συμφωνία αμοιβαία επωφελή, επικερδή επιχειρηματικά, που διανοίγει δρόμους για τις κινεζικές επιχειρήσεις και αποφέρει θετικά οφέλη στην ελληνική οικονομία».

Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε και στην κρίση στην Ευρώπη μετά το δημοψήφισμα στη Μεγάλη Βρετανία: «Αρκεί η εμφάνιση μιας κρίσης, οικονομικής, προσφυγικής ή εσωτερικής ενός κράτους-μέλους, για να γίνουν πολλά βήματα πίσω και να επανεμφανιστούν οι εθνικές στρατηγικές. Το βρετανικό δημοψήφισμα και η αρνητική έκβασή του οδηγούν στην έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και αυτό είναι ένα ισχυρό πλήγμα για τα δύο μέρη και το συνολικό ευρωπαϊκό εγχείρημα». Ο κ. Τσίπρας, αφού εκτίμησε ότι η κρίση θα ξεπεραστεί, πρόσθεσε: «Το μήνυμα όμως που σαν Ευρώπη δεν πρέπει να υποβαθμίσουμε, είναι ότι η Ένωση δεν είναι κάτι δεδομένο, αλλά υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες κρίσης που πρέπει να αντιμετωπιστούν με αίσθημα επείγοντος και αμοιβαίας υποστήριξης».

Πηγή: protothema.gr