Η Ευρώπη δημιούργησε την πρώτη στον κόσμο αγορά ρύπων (carbon market) εδώ και περισσότερα από 15 χρόνια. Κατά την πρώτη δεκαετία, οι τιμές είχαν διακυμάνσεις, όπως σε κάθε νέα αγορά.

Σήμερα, καθώς το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών οδεύει προς την τρίτη δεκαετία του, οι τιμές τραβούν την ανηφόρα. Με την Ευρώπη να σχεδιάζει την πλήρη απανθρακοποίηση των οικονομιών της, (με κύριο βραχίονα το Green Deal) οι τιμές -σύμφωνα με το Bloomberg- θα φθάσουν έως το 2030 σε ένα επίπεδο που δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς λίγα χρόνια πριν.

Ας δούμε τι έγινε την τελευταία πενταετία. Με τον ευρωπαϊκό τομέα ηλεκτρικής ενέργειας να μειώνει τις εκπομπές του, υπήρχε άφθονη προσφορά δικαιωμάτων για την κάλυψη της ζήτησης άλλων κλάδων με μεγάλες εκπομπές. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές ήταν χαμηλές. Από τα μέσα του 2016, ωστόσο, τα δικαιώματα ακολουθούν μια αυξητική πορεία, με συνέπεια να δεκαπλασιαστούν φτάνοντας από τα 4 ευρώ (τον τόνο) στα 42 ευρώ τον προηγούμενο μήνα. Έτσι, μετά από χρόνια υπερπροσφοράς, η αγορά εισέρχεται σε μια περίοδο αναμενόμενης μελλοντικής έλλειψης, η ζήτηση αυξάνεται, το ίδιο και οι τιμές.

«Κούρσα» προς τα 100 ευρώ μέχρι το 2030

Το BloombergNEF αναμένει ότι οι τιμές θα φθάσουν τα 100 ευρώ έως το 2030. Τα «γιατί» έχουν σημασία για την προοπτική της απανθρακοποίησης.

Η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ (και το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών) έχει απομακρύνει έναν μεγάλο «στόλο» χαμηλών εκπομπών άνθρακα από την αγορά. Αυτό σημαίνει ότι ο μέσος όρος των εκπομπών από τους εναπομείναντες ηλεκτροπαραγωγούς στην ΕΕ είναι υψηλότερος. Ταυτόχρονα, ο αριθμός των εμπορεύσιμων δικαιωμάτων στην αγορά σταθερά μειώνεται, ασκώντας ανοδική πίεση στις τιμές.

Μεσοπρόθεσμα, θα δούμε ακόμη μεγαλύτερη απόσυρση δικαιωμάτων, καθώς ζυγώνει και το τέλος της εναλλαγής καυσίμων στον τομέα της ενέργειας, όπου οι μεγάλοι όμιλοι αποσύρουν καύσιμα υψηλότερων εκπομπών, όπως ο άνθρακας, υπέρ καυσίμων χαμηλότερων έως μηδενικών εκπομπών, όπως το φυσικό αέριο ή οι ΑΠΕ. Και τούτο γιατί έως τα μέσα της δεκαετίας δεν θα υπάρχουν πλέον πολλά εργοστάσια με υψηλές εκπομπές.

Πέρυσι, αναμενόταν ότι οι βιομηχανικοί και άλλοι μεγάλοι καταναλωτές στην ΕΕ θα μειώσουν τις εκπομπές τους κατά 50% έως το 2030. Τώρα αναμένεται ότι το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί στο 63%, κάτι που είναι απαραίτητο για την επίτευξη των στόχων του Green Deal.  Και αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι οι βιομηχανικοί τομείς με υψηλές εκπομπές θα αναγκαστούν να πληρώσουν ακριβά…

Γιατί μπορεί στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας η μετάβαση από τον άνθρακα σε άλλα καύσιμα να είναι ευκολότερη. Τα πράγματα, όμως, είναι δύσκολα για άλλους κλάδους, όπως  η παραγωγή τσιμέντου ή χημικών, όπου αναπόφευκτα εκπέμπονται αέρια του θερμοκηπίου.

Οι αγορές -και οι τιμές- μπορούν να «αναγκάσουν» αυτές τις εταιρείες να αναζητήσουν καινοτόμες – λιγότερο ρυπογόνες λύσεις παραγωγής. Εάν η τιμή είναι αρκετά υψηλή, δύναται να οδηγήσει ολόκληρη την οικονομία σε ισχυρή απανθρακοποίηση.

Θα γινόταν κάτι τέτοιο με τα δικαιώματα στα 10 ευρώ; Όχι, αλλά θα μπορούσε να γίνει αν η τιμή τους φτάσει στα 100 ευρώ…