Mια κοσμογονία επενδύσεων στην πράσινη ανάπτυξη προέβλεψε χθες ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος κ. Κώστας Σκρέκας, λέγοντας ότι φέτος τα νέα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα φτάσουν τα 2.500 MW από 1.500 MW πέρσι μια χρονιά που οι ΑΠΕ δεν αναπτύχθηκαν στο βαθμό που είχε προβλεφθεί.

Μιλώντας στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, ανέφερε ότι ο αντίστοιχος αριθμός το 2020 ήταν 1.000 MW και πρόσθεσε το παράδειγμα της Γερμανίας, η οποία υπολογίζεται ότι θα διευρύνει κατά 1400 MW το πράσινο χαρτοφυλάκιό της.

Ο υπουργός επανέλαβε ότι η μόνη διέξοδος για την κρίση τιμών είναι η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης. Όπως είπε, για κάθε 1.000 MW ισχύος ενέργειας από ΑΠΕ παράγονται 1,5 εκ. θερμικές μεγαβατώρες (MWh). Επομένως τα 2.000 MW αντικαθιστούν 3 εκ. θερμικές MWH φυσικού αερίου. Με τιμή 100 ευρώ η MWh, σημαίνει 300 εκατ. ευρώ.

Το επενδυτικό πάντως τσουνάμι που προβλέπει το ΥΠΕΝ, αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό η αγορά, η οποία κάνει λόγο για αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην υλοποίηση του νέου κύκλου των ανταγωνιστικών διαδικασιών αλλά και των μεγάλων περιορισμών στον ηλεκτρικό χώρο.

Χθες  ο κ. Σκρέκας, επανέλαβε ότι η χώρα κινείται μεθοδικά στην αγορά των ΑΠΕ ώστε το 2030 το 70% της ενέργειας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές που θα την μετατρέψουν σε μια πύλη εισόδου πράσινης ενέργειας.

Υπολογίζεται ότι μέσα στο επόμενο διάστημα, θα κατασκευαστούν  πάνω από 14 GW έργα αιολικής και ηλιακής ενέργειας αλλά και συστήματα αποθήκευσης ισχύος 3 έως 5 GW που θα στηρίξουν την μεγαλύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ.

Αναφορικά με το θέμα των μέτρων για την ενέργεια και τον τρόπο που η Ελλάδα θα πετύχει να τα εφαρμόσει, ο κ. Σκρέκας δήλωσε ότι η κυβέρνηση τελεί εν αναμονή της έγκρισης του σχεδίου από την Κομισιόν.

Όπως είπε η λύση που θα εφαρμόσει είναι το πλαφόν στη χονδρική και τη λιανική, το οποίο θα ισχύσει από την 1η Ιουλίου με επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ώστε να μειωθούν τα βάρη σε οικιακούς πελάτες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Αναφορικά με την ενεργειακή κρίση, σημείωσε ότι οι η αύξηση τιμών ξεκίνησε το προηγούμενο καλοκαίρι ως αποτέλεσμα της μεγάλης αύξησης της ζήτησης μετά την πανδημία που από τα 10 ευρώ ανά θερμική MWh το φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά δέκα φορές. Ωστόσο η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε με την ουκρανική κρίση, λέγοντας ότι ο πόλεμος αποτελεί μία μεγάλη δοκιμασία τόσο σε θέματα επάρκειας εφοδιασμού όσο και ενεργειακής ασφάλειας από τον κίνδυνο η Ρωσία να σταματήσει ανά πάσα στιγμή τις προμήθειες φυσικού αερίου στην δύση