Συνεχίζεται η «αποψίλωση» των περιουσιακών στοιχείων της Credit Suisse, σε μια προσπάθεια να εξευρεθούν πρόσθετα κεφάλαια, προκειμένου να καλυφθεί η «τρύπα» και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της εμβληματικής τράπεζας. 

Μετά τη διαφαινόμενη πώληση της μονάδας τιτλοποιήσεων στην ιαπωνική Mizuho, η διοίκηση εξετάζει και την πιθανότητα διάθεσης ορισμένων τμημάτων του εγχώριου χαρτοφυλακίου της.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, το πακέτο που αναμένεται να βγει στο σφυρί απαρτίζεται από: 

  • Μερίδιο μετοχών στη SIX Group, η οποία τρέχει το Χρηματιστήριο της Ζυρίχης
  • Το 8,6% των μετοχών της Allfunds, μίας ισπανικής επενδυτικής τράπεζας
  • Δύο εξειδικευμένες ελβετικές τράπεζες, την Pfandbriefbank και την Bank-Now 
  • Την Swisscard, η οποία αποτελεί κοινό επενδυτικό σχήμα με την American Express

Αντίθετα, σύμφωνα -πάντα- με το δημοσίευμα των Financial Times, η Credit Suisse θα διατηρήσει στον έλεγχό της τις εγχώριες εταιρικές, λιανικές και ιδιωτικές τραπεζικές υπηρεσίες.  

Τον Ιούλιο του 2022, όταν ανέλαβε τα «ηνία» της τράπεζας ο Ulrich Koerner, το νέο «αφεντικό» βρήκε ένα… μπάχαλο. Τα διαδοχικά σκάνδαλα, όπως η κατάρρευση των funds Archegos – Greensill, το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος στη Βουλγαρία, η βιομηχανική κατασκοπεία και ύποπτη πελατεία με εμπόρους όπλων και ναρκωτικών, είχαν οδηγήσει σε μια μεγάλη εκροή κεφαλαίων και πελατών. Χαρακτηριστικό της όλης κατάστασης ήταν ότι οι προ-φόρων ζημιές στο α’ εξάμηνο ανήλθαν σε 1,6 δισ. φράγκα.       

Ο νέος διευθύνων σύμβουλος δεσμεύτηκε να παρουσιάσει στις 27 Οκτωβρίου ένα στρατηγικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Το εν λόγω σχέδιο, κατά τον ίδιο, βρίσκεται στο τελικό στάδιο οριστικοποίησης. Πιθανολογείται ότι θα περιλαμβάνει εκ βάθρων αλλαγές στον επενδυτικό τομέα, περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας, πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, αλλά και την επαναφορά του brand name  της First Boston (αμερικανική εταιρεία, την οποία είχε απορροφήσει το 1990).    

Ωστόσο, οι αναλυτές εκτιμούν ότι όλα αυτά δεν αρκούν και ότι θα απαιτηθούν επιπλέον κεφάλαια, μέσω της διαδικασίας της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ), προκειμένου να κλείσουν οι «τρύπες» του παρελθόντος και η ελβετική τράπεζα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη επενδυτών, πελατών και εταίρων. Εξάλλου, αυτό είναι και το Νο.1 ζητούμενο αυτήν τη στιγμή.       

Goldman Sachs εκτιμά ότι η εν λόγω «τρύπα»  ανέρχεται σε 8 δισ. ελβετικά φράγκα σε βάθος 2ετίας. Σε παρεμφερή επίπεδα κινείται και η άποψη της Flora Bocahut από την Jefferies, η οποία προσδιορίζει το κεφαλαιακό κενό σε 9 δισ. φράγκα 

Για μια τράπεζα, όμως, της οποίας η κεφαλαιοποίηση έχει συρρικνωθεί μόλις στα 10 δισ. φράγκα (από τουλάχιστον 22 δισ. πριν έναν χρόνο), τόσο μεγάλες ΑΜΚ σημαίνουν ένα και μόνο πράγμα. Τεράστιο dilution (απομείωση) για τους ήδη υπάρχοντες επενδυτές, οι οποίοι έχουν επανειλημμένως κληθεί να βάλουν… πλάτη.  

Διαβάστε επίσης

Αυτό το παιδί ελληνικής καταγωγής είναι στη λίστα Forbes με τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου (pics + video)

Οι κορυφαίοι προορισμοί για τους Έλληνες στο εξωτερικό το φθινόπωρο (πίνακας)

Η dream team των Ελλήνων μάνατζερ πολυεθνικών κολοσσών (pics)