Στα 8 δισ. ελβετικά φράγκα (δηλαδή 8 δισ. δολάρια) υπολογίζεται το κεφαλαιακό «κενό» της Credit Suisse σε βάθος διετίας, όπως εκτιμά η Goldman Sachs σε νέα ανάλυσή της για την προβληματική τράπεζα της Ελβετίας. 

Πιο συγκεκριμένα, η υπάρχουσα «τρύπα» ανέρχεται σε τουλάχιστον 4 δισ. ελβετικά φράγκα, με το εν λόγω ποσό να διευρύνεται κατά ακόμη 4 δισ. έως το 2024, εξαιτίας των δαπανών αναδιάρθρωσης του Ομίλου.  

«Η Credit Suisse συνεχίζει να αντιμετωπίζει κυκλικές και δομικές προκλήσεις» αναφέρεται, παράλληλα, στο σχετικό σημείωμα, με την Goldman Sachs να διατηρεί τη σύσταση «sell» (πώληση) για τη μετοχή.  

Οι εικασίες και τα σενάρια για την υγεία της Νο.2 ελβετικής τράπεζας έχουν προκαλέσει έντονους τριγμούς τις τελευταίες ημέρες, με αποτέλεσμα η τιμή της μετοχής να κατρακυλάει (πρόσκαιρα) σε ιστορικό χαμηλό και τα CDS (κόστος ασφάλισης έναντι χρεοκοπίας) να εκτοξεύονται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών.  

Τον Ιούλιο του 2022, όταν ανέλαβε τα «ηνία» ο Ulrich Koerner, το νέο «αφεντικό» βρήκε ένα… μπάχαλο. Τα διαδοχικά σκάνδαλα, όπως η κατάρρευση των funds Archegos – Greensill, το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος στη Βουλγαρία, η βιομηχανική κατασκοπεία και ύποπτη πελατεία με εμπόρους όπλων και ναρκωτικών, είχαν οδηγήσει σε μια μεγάλη εκροή κεφαλαίων και πελατών. Χαρακτηριστικό της όλης κατάστασης ήταν ότι οι προ-φόρων ζημιές στο α’ εξάμηνο ανήλθαν σε 1,6 δισ. φράγκα.     

Ο νέος διευθύνων σύμβουλος δεσμεύτηκε να παρουσιάσει στις 27 Οκτωβρίου ένα στρατηγικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Το εν λόγω σχέδιο, κατά τον ίδιο, βρίσκεται στο τελικό στάδιο οριστικοποίησης. Πιθανολογείται ότι θα περιλαμβάνει εκ βάθρων αλλαγές στον επενδυτικό τομέα, περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας, πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, αλλά και την επαναφορά του brand name  της First Boston (αμερικανική εταιρεία, την οποία είχε απορροφήσει το 1990).   

Ωστόσο, οι αναλυτές εκτιμούν ότι όλα αυτά δεν αρκούν και ότι θα απαιτηθούν επιπλέον κεφάλαια, μέσω της διαδικασίας της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ), προκειμένου να κλείσουν οι «τρύπες» του παρελθόντος και η ελβετική τράπεζα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη επενδυτών, πελατών και εταίρων. Εξάλλου, αυτό είναι και το Νο.1 ζητούμενο αυτήν τη στιγμή.    

Το σημερινό σχόλιο του αναλυτή της Goldman Sachs αντηχεί και την άποψη της Flora Bocahut από την Jefferies, η οποία σε ξεχωριστό report εκτιμά ότι η Credit Suisse χρήζει πρόσθετων κεφαλαίων 9 δισ. ελβετικών φράγκων μέσα στα επόμενα 2-3 χρόνια.  

Για μια τράπεζα, όμως, της οποίας η κεφαλαιοποίηση έχει συρρικνωθεί μόλις στα 10 δισ. φράγκα (από τουλάχιστον 22 δισ. πριν έναν χρόνο), τόσο μεγάλες ΑΜΚ σημαίνουν ένα και μόνο πράγμα. Τεράστιο dilution (απομείωση) για τους ήδη υπάρχοντες επενδυτές, οι οποίοι έχουν επανειλημμένως κληθεί να βάλουν… πλάτη.  

Στο μεταξύ, όπως γνωστοποίησε τη Δευτέρα το πρακτορείο Bloomberg, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία πώλησης της μονάδας τιτλοποίησης της τράπεζας, με τουλάχιστον τρία σχήματα να δίνουν βροντερό «παρών» στη διαδικασία. Στη shortlist, συγκεκριμένα, των υποψήφιων αγοραστών βρίσκονται η Pimco, η Sixth Street και μια επενδυτική ομάδα με επικεφαλής τη Centerbridge Partners.    

Διαβάστε επίσης

Η υπερδιέγερση του Άδωνι, το διαζύγιο στην Ελλάκτωρ, ο διάδοχος των Δαυίδ και η εξαγορά της Autohellas

Πετζετάκις-Shelman: Την ίδια μέρα στο σφυρί δυο «βαριά ονόματα» της ελληνικής βιομηχανίας

«Φιλί ζωής» στους καυστήρες φυσικού αερίου δίνουν οι τιμές του πετρελαίου θέρμανσης