Νομικές διαδικασίες κατά της Γερμανίας ξεκίνησε επισήμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με αφορμή την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας, το 2020, με την οποία η Καρλσρούη έκρινε ότι η γερμανική κυβέρνηση παραβίασε το Σύνταγμα, καθώς παρέλειψε να εξετάσει αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τηρούσε, ως όφειλε, την αρχή της αναλογικότητας, όταν το 2015 εγκαινίαζε το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (Public Sector Purchase Programme- PSPP).

Το βασικότερο ζήτημα που προέκυψε με αφορμή αυτήν την απόφαση, ήταν το γεγονός ότι το Συνταγματικό δικαστήριο ενός κράτους -μέλους της ΕΕ αδιαφόρησε για την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης το οποίο είχε κρίνει την αγορά ομολόγων σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο. Οι δικαστές της Καρλσρούης είχαν αιτιολογήσει στην απόφασή τους, ότι το δικαστήριο του Λουξεμβούργου (σ.σ το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο της ΕΕ) είχε ενεργήσει «ultra vires», δηλαδή εκτός της νόμιμης εξουσίας και των αρμοδιοτήτων του.
Ήταν η πρώτη φορά που ένα εθνικό δικαστήριο της ΕΕ έβγαλε μια τέτοια απόφαση.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας αποτελεί «κακό προηγούμενο», τόσο  για τη μελλοντική πρακτική του ίδιου του Συνταγματικού δικαστηρίου στην  Καρλσρούη, όσο και για τα  για τα ανώτατα και συνταγματικά δικαστήρια άλλων κρατών – μελών.

Το Βερολίνο έχει διορία δύο μηνών να απαντήσει στην Κομισιόν και σε περίπτωση που δεν υποβάλει σαφείς εξηγήσεις ή εάν η Κομισιόν κρίνει ότι η Γερμανία εξακολουθεί να μην συμμορφώνεται, μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της ΕΕ.

Διαβάστε ακόμα: 

Πράσινο φως από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το ψηφιακό Πιστοποιητικό COVID

Στο τραπέζι η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 8% το 2022

KBW: «Πολύ νωρίς για να γίνουμε αισιόδοξοι για τις ελληνικές τράπεζες»