Η παγκόσμια υγειονομική κρίση έχει ως αποτέλεσμα να παρουσιαστεί επιβράδυνση στον τομέα των αγοραπωλησιών πλοίων σε σύγκριση με το 2019 ακολουθώντας τις μειωμένες παραγγελίες για ναυπηγήσεις.

Ειδικότερα σύμφωνα με το ναυλομεσιτικό οίκοι Allied, το 9μηνο Ιανουάριος-Φεβρουάριος του 2019 είχαν δοθεί 13,8 δισεκατομμύρια δολάρια για την απόκτηση 1.042 πλοίων παντός τύπου.

Για το 2020 τα κεφάλαια ανέρχονται στα 11,3 δισεκατομμύρια δολάρια για αγορά 695 πλοίων.

Από αυτά 320 είναι φορτηγά που έχουν και τη μερίδα του λέοντος, 262 δεξαμενόπλοια 84 μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και 29 υγραεριοφόρα.

Η Κίνα συνεχίζει να αποτελεί τον κομβικό παίκτη όσο αφορά το θαλάσσιο εμπόριο και κυρίως τα φορτηγά πλοία. Εδώ και δύο δεκαετίες εισάγει πρώτες ύλες εξάγει προϊόντα και ρυθμίζει τη ναυλαγορά. Εν μέσω πανδημίας οι Κινέζοι έχουν εντείνει την προσπάθεια να φτιάξουν δικό τους στόλο με πλοία που μεταφέρουν προϊόντα τους. Η λογική είναι “αφού έχουμε τα φορτία γιατί να μην έχουν και ισχυρό εμπορικό στόλο.

Το επενδυτικό κρεσέντο των Κινέζων συνεχίστηκε και τον Σεπτέμβριο παραμένοντας οι βασικοί επενδυτές στον κλάδο των αγοραπωλησιών.

Μέσα στους εννέα μήνες του 2020 έχουν επενδύσει ήδη 2,2 δισεκατομμύρια δολάρια για την αγορά 126 εμπορικών πλοίων έναντι των Ελλήνων που έχουν δώσει 1,8 δισ. δολάρια για 123 πλοία σύμφωνα με τα στοιχεία της Allied Shipping Research έως τις 20 Σεπτεμβρίου.

Από τα 126 πλοία που αγόρασαν οι Κινέζοι 72 είναι φορτηγά,, 34 δεξαμενόπλοια και 10 μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Ακολουθούν οι Έλληνες με 68 φορτηγά, 41 δεξαμενόπλοια, 11 containerships και τρία υγραεριοφόρα.

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι οι Κινέζοι ρίχνουν το βάρος τους στα φορτηγά πλοία και κάνουν άνοιγμα στα δεξαμενόπλοια ενώ οι Έλληνες στα δεξαμενόπλοια όπου είναι κυρίαρχοι ελέγχοντας το 26% του παγκόσμιου στόλου.

Πολλοί πίσω από τους δύο βρίσκεται η Γερμανία με 23 πλοία αξίας 379,2 εκατομμύρια δολάρια για 26 πλοία.

Η γενική συγκριτική εικόνα σε σχέση με το 2019 δείχνει ότι οι επενδυτικοί ρυθμοί στις αγοραπωλησίες ανακάμπτουν μετά τη χαλάρωση, μέσα στο καλοκαίρι, των μέτρων κατά του κορωνοϊού. Όμως έρχεται το δεύτερο κύμα και οι αναλυτές είναι διστακτικοί για το άμεσο μέλλον.