Η Deutsche Bank προτείνει τα άτομα τα οποία έχουν το «προνόμιο» να εργάζονται από το σπίτι να πληρώνουν φόρο της τάξεως του 5%, εάν το καθεστώς της τηλεργασίας συνεχιστεί και μετά το τέλος της πανδημίας. Ο επιπλέον αυτός φόρος είναι ικανός να επιδοτήσει εισοδήματα χαμηλόμισθων οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Ο σχεδιαστής στρατηγικής της Deutsche Bank, Luke Templeman υποστηρίζει ότι: «εδώ και χρόνια χρειαζόμασταν έναν φόρο για όσους βρίσκονταν σε καθεστώς τηλεργασίας, η πανδημία του κορωνοϊού όμως κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη αυτή σήμερα.»

«Με το να εργάζεται κανείς από το σπίτι αυτομάτως σημαίνει ότι εξοικονομεί και αρκετά χρήματα. Άνθρωποι λοιπόν οι οποίοι και πριν από την εμφάνιση της πανδημίας είχαν επιλέξει να εργάζονται από το σπίτι σημαίνει ότι δεν ξόδευαν χρήματα σε μετακινήσεις, φαγητό, καφέ, ρούχα κτλ. και άρα στήριζαν λιγότερο την οικονομία. Παράλληλα όμως συνεχίζουν να επωφελούνται από αυτή» συμπληρώνει.

Η πανδημία, όπως αναφέρει το CNBC, έχει υποβάλει 10 φορές περισσότερους εργαζομένους σε καθεστώς τηλεργασίας στις ΗΠΑ, ποσοστό δηλαδή 56% του εργατικού δυναμικού της, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 47%. 

Η έρευνα της Deutsche Bank έδειξε επίσης ότι περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενους διεθνώς θα ήθελαν να συνεχίσουν να εργάζονται από το σπίτι δύο έως τρεις ημέρες την εβδομάδα ακόμη και μετά το τέλος της πανδημίας. 

Ο νέος αυτός φορολογικός συντελεστής «δεν θα τους ζημιώσει περισσότερο από ότι εάν είχαν επιλέξει να πάνε στο γραφείο» εξηγεί ο Templeman .

Για παράδειγμα, βάσει ενός υποτιθέμενου μέσου μισθού 55.000 δολαρίων για έναν απομακρυσμένο εργαζόμενο στις Η.Π.Α., ένας φόρος της τάξεως του 5% υπολογίζεται περίπου ότι αντιστοιχεί σε 10 δολάρια ημερησίως, ποσό δηλαδή που ισούται περίπου με αυτό που θα ξόδευε ένας εργαζόμενος για μετακινήσεις, φαγητό και καφέ σε μία μέρα.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το πόσο αυτό φαίνεται να αντιστοιχεί σε περίπου 7 λίρες (9,21 $) την ημέρα για έναν απομακρυσμένο εργαζόμενο με μισθό 35.000 λίρες και  αντίστοιχα μόλις 7,50 ευρώ (8,85 $) την ημέρα για κάποιον με μισθό 40,000 ευρώ στη Γερμανία.

Με βάση τα δεδομένα της έρευνας της Deutsche Bank, αυτό σημαίνει ότι ο επιπλέον αυτός φόρος θα συνεισφέρει ένα ποσό της τάξεως των 48 εκατ. δολαρίων ετησίως στα κρατικά ταμεία -ποσό δηλαδή από το οποίο θα μπορούσαν να προκύψουν επιχορηγήσεις ύψους 1.500 δολαρίων για 29 εκατομμύρια εργαζόμενους που δεν μπορούν να εργαστούν από το σπίτι- κερδίζοντας περίπου 30.000 δολάρια ετησίως.

Εάν ο ίδιος αλγόριθμος εφαρμοστεί για το Ηνωμένο Βασίλειο, ο φόρος εργασίας υπολογίζεται συνολικά σε 6,9 δισεκατομμύρια λίρες, ποσό ικανό για να καλύψει το κόστος επιχορήγησης που θα έφτανε τις 2.000 λίρες και θα προοριζόταν για ένα 12% εργαζομένων ηλικίας άνω των 25.

Αντίστοιχα, στη Γερμανία, από τον φόρο αυτό το κράτος θα μπορούσε να εισπράξει 15,9 δισεκατομμύρια ευρώ, με τον τρόπο αυτό θα εξασφάλιζε επιχορηγήσεις ύψους 1.500 ευρώ για άτομα με εισόδημα που ανέρχεται σε 12.600 ευρώ.

«Καθίσταται σαφές ωστόσο ότι ο συγκεκριμένος φόρος θα μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο όταν το καθεστώς τηλεργασίας δεν αποτελεί κρατική εντολή όπως τώρα εξαιτίας της πανδημίας, και δεν θα αφορά αυτοαπασχολούμενους και χαμηλόμισθους εργαζομένους» διευκρινίζει ο Templeman.

«Ο φόρος θα καταβάλλεται απευθείας από εργοδότες και επιχειρήσεις οι οποίες θέτουν τους εργαζομένους σε καθεστώς τηλεργασίας και όχι από τους ίδιους τους εργαζομένους» συμπληρώνει.