Η σύνδεση του εγχώριου οικοσυστήματος έρευνας και ανάπτυξης με τη στρατιωτική βιομηχανία είναι μία από τις προτεραιότητες του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, όπως τόνισε ο υφυπουργός Ανάπτυξης Χρίστος Δήμας, μιλώντας σήμερα στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8.

Σε αυτήν την προσπάθεια, που χρηματοδοτείται μέσω προγραμμάτων και δράσεων, συμμετέχουν αρκετά ερευνητικά κέντρα της χώρας, είπε ο Χρίστος Δήμας και έφερε ως παράδειγμα το πρόγραμμα «Θώραξ».

«Ένα πληροφοριακό σύστημα τελευταίας γενιάς, το οποίο θα δίνει όλα τα απαραίτητα δεδομένα σε πραγματικό χρόνο στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, ώστε να μπορούν να λαμβάνονται οι αποφάσεις», επισήμανε ο ίδιος.

Σημείωσε δε ότι η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση σε δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης που έχει σημειωθεί ποτέ, 18%, ανεβάζοντας το ποσοστό στο 1,51% του ΑΕΠ το 2021. Όμως, πρόσθεσε ότι έχει πολλή δουλειά να κάνει ακόμη για να φτάσει το Ισραήλ, που βρίσκεται στην πρώτη θέση με 5,5%.

«Οι Έλληνες ακαδημαϊκοί και ερευνητές μπορούν πλέον πολύ πιο εύκολα να ιδρύσουν, να δημιουργήσουν την επιχείρησή τους εντός του Πανεπιστημίου και να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν τα οφέλη της έρευνας και της ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο», ανέφερε ο υφυπουργός.

Ως παράδειγμα έφερε το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας με τους εννέα -πλέον- τεχνοβλαστούς, έναντι μόλις ενός πριν από ένα χρόνο. Αυτό, μαζί με μια σειρά από άλλα κίνητρα, βοήθησαν να επιστρέψουν μερικοί από τις 300.000 Έλληνες που έφυγαν από τη χώρα τα χρόνια της οικονομικής κρίσης.

«Είναι η πρώτη φορά που η ελληνική πολιτεία έχει ένα συνεκτικό συγκεκριμένο σχέδιο για την έρευνα και την καινοτομία. Θα καταφέρουμε να προσελκύσουμε όλους όσους φύγανε στην οικονομική κρίση; Όχι, δεν θα μπορέσουμε. ‘Ομως πλέον όλο και περισσότεροι Έλληνες έρχονται πίσω από το εξωτερικό», πρόσθεσε ο Χρίστος Δήμας.

Διαβάστε ακόμη

Eξι πολύτιμα συλλεκτικά ρολόγια σχεδιασμένα από κολοσσούς της αρχιτεκτονικής

FTX: Οι αρχές των ΗΠΑ αναζητούν πληροφοριοδότες με το αζημίωτο

Βραζιλία: Υποστηρικτές του Μπολσονάρου καλούν τον στρατό να ανατρέψει τον Λούλα ντα Σίλβα