Η επιτάχυνση του πληθωρισμού διεθνώς αντανακλά κυρίως την ισχυρότερη και ταχύτερη από το αναμενόμενο ανάκαμψη της παγκόσμιας ζήτησης, που ακολούθησε την καθίζηση του 2020 λόγω της πανδημίας, σε συνδυασμό με την αργή ανταπόκριση της προσφοράς, σημειώνει η Εθνική Τράπεζα σε ανάλυσή της για την ελληνική οικονομία.

Πράγματι, η δυναμική της παγκόσμιας οικονομίας ξεπέρασε και τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις, με την παγκόσμια μεταποιητική παραγωγή και το διεθνές εμπόριο να υπερβαίνουν τα προ-πανδημίας επίπεδά τους ήδη από τα τέλη του 1ου τριμήνου του 2021.

Από την πλευρά της προσφοράς, η παγκόσμια παραγωγική αλυσίδα – που στηρίζεται, κατά βάση, σε χαμηλά αποθέματα και σε ευρύτατη γεωγραφική διασπορά της παραγωγής – καθώς και ο τομέας των μεταφορών, δυσκολεύτηκαν να παρακολουθήσουν την τροχιά της ζήτησης μετά από ένα έτος σχετικής αδράνειας και αναστολής των επενδύσεων.

Ωστόσο, οι ανατιμήσεις στις διεθνείς τιμές εμπορευμάτων, εκτός μεμονωμένων κατηγοριών καυσίμων και τροφίμων, δεν είναι πρωτόγνωρες και προσομοιάζουν στις τάσεις που παρατηρήθηκαν κατά την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας το 2010-11, η οποία επακολούθησε τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση. Και τότε οι τιμές των περισσότερων εμπορευμάτων αυξήθηκαν έντονα, σε παρόμοια με τα σημερινά τους επίπεδα, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό, αλλά εν συνεχεία εξομαλύνθηκαν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.

Ομοίως, στην τρέχουσα συγκυρία, ήδη εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια κορύφωσης αρκετών τιμών εμπορευμάτων, διεθνώς, παράλληλα με τις πρώιμες ενδείξεις ήπιας επιβράδυνσης της ταχύτητας ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας κατά το 2ο εξάμηνο του 2021.

Οι έντονες ανατιμήσεις στα ενεργειακά αγαθά – και κυρίως στο φυσικό αέριο – δημιουργούν μεγαλύτερες προκλήσεις, λόγω των δυνητικά ισχυρών δευτερογενών επιδράσεών τους

Αναμφισβήτητα, το διεθνές ενεργειακό σοκ είναι εντονότερο και, όπως δείχνει η εμπειρία της περιόδου 2010-2014, θα μπορούσε να είναι και πιο επίμονο, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα εμπορεύματα.

Ωστόσο, πρέπει να τονισθεί ότι οι τρέχουσες ενεργειακές ανατιμήσεις – ειδικά στο φυσικό αέριο, οι διεθνείς τιμές του οποίου εξαπλασιάστηκαν σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο -Νοέμβριο – δε θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν επαρκώς από θεμελιώδεις αιτίες χωρίς τη συνδρομή έκτακτων και, εν μέρει, αναστρέψιμων παραγόντων όπως: i) κλιματολογικοί παράγοντες: βαρύς χειμώνας του 2020-21 και ζεστό καλοκαίρι του 2021, ασυνήθιστα χαμηλή απόδοση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) τους καλοκαιρινούς μήνες, μειωμένα αποθέματα φυσικού αερίου, ii) γεωπολιτικοί παράγοντες: καθυστέρηση Nord Stream II, ακόρεστη απορρόφηση ενεργειακών πόρων από Κίνα, και iii) προκλήσεις της επιταχυνόμενης ενεργειακής μετάβασης διεθνώς προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που προσωρινά συνοδεύεται από μεγαλύτερη εξάρτηση από το φυσικό αέριο, κατά τη μεταβατική περίοδο, και περικοπή επενδύσεων εκμετάλλευσης ορυκτών καυσίμων (ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση).

Οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις «αγγίζουν» πλέον την ελληνική οικονομία μέσω των εισαγόμενων ανατιμήσεων, κυρίως στην ενέργεια αλλά και σε κατηγορίες τροφίμων

Η προαναφερθείσα αλληλουχία εξελίξεων βρήκε, αναπόφευκτα, το δρόμο της προς τις τιμές καταναλωτή, με τον πληθωρισμό να αυξάνει σε πολυετή υψηλά στις περισσότερες οικονομίες και την ελληνική οικονομία να ακολουθεί τελικά και αυτή τη διεθνή τάση, με σχετικά βραδύτερο ρυθμό μέχρι το 10μηνο του 2021.

Οι πληθωριστικές πιέσεις στην ελληνική οικονομία ήταν σχετικά ήπιες μέχρι το 9μηνο του 2021, λόγω του αρνητικού πληθωρισμού στις υπηρεσίες, ωστόσο εντάθηκαν τον Οκτώβριο, με την ετήσια αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) να ανέρχεται στο 3,4% (από 0,2%, κατά μ.ο., στο 9μηνο) – υψηλό 11 ετών – με συγχρονισμένη επιτάχυνση των ανατιμήσεων στις περισσότερες κατηγορίες αγαθών (κυρίως καυσίμων και τροφίμων) και υπηρεσιών και ταχύτερη μετακύλιση των αυξήσεων από τις τιμές εισαγωγών. Η ενδυνάμωση της εγχώριας ζήτησης συνετέλεσε στην αυξητική τάση.

Στην εν λόγω εξέλιξη, είναι εμφανές, ότι κομβικό ρόλο διαδραμάτισε η αύξηση των τιμών ενέργειας (συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρισμού), η οποία έχει συνολική στάθμιση 10,5% στον ελληνικό ΔΤΚ και εκτιμάται ότι προσέθεσε 2,6 ποσοστιαίες μονάδες στην ετήσια μεταβολή του δείκτη τον Οκτώβριο, εκ των οποίων περίπου 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σχετίζονταν με ανατιμήσεις στη λιανική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, με τις τελευταίες να περιορίζονται μέσω των επιδοτήσεων. Ειδικά όσον αφορά το φυσικό αέριο, αν και η άμεση στάθμισή του στο «καλάθι του καταναλωτή» είναι πολύ μικρότερη από το πετρέλαιο και τα παράγωγά του (περίπου 0,2% έναντι 5,5% για τα πετρελαϊκά προϊόντα), η σημαντική συνεισφορά του στην ηλεκτροπαραγωγή αυξάνει τις έμμεσες επιδράσεις του. Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάθμιση του ηλεκτρισμού στο ΔΤΚ ανέρχεται στο 3,9%, ενώ σχεδόν 40% της ηλεκτροπαραγωγής (κατά μ.ο.) στην Ελλάδα βασίζεται στο φυσικό αέριο.

Ο δομικός πληθωρισμός – βάσει του ορισμού που εξαιρεί τα καύσιμα και τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά και διαφοροποιείται από τον «πυρήνα πληθωρισμού» όπως ορίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ (ο οποίος εξαιρεί επιπροσθέτως τις κατηγορίες διατροφής, ποτών, καπνού και ηλεκτρικού ρεύματος) – παρέμεινε αρνητικός μέχρι τον Ιούλιο και πέρασε σε θετικό έδαφος από τον Αύγουστο (0,4% κατά μ.ο. το δίμηνο Αυγούστου-Σεπτεμβρίου), κλιμακούμενος σε εκτιμώμενο υψηλό 10-ετίας 1,6% τον Οκτώβριο. Η πιο προσεκτική τιμολογιακή πολιτική στις υπηρεσίες και η διατήρηση ορισμένων στοχευμένων μειώσεων του ΦΠΑ σε υποκατηγορίες εστίασης, τουρισμού, αναψυχής και μεταφορών, που είχαν εισαχθεί μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, συγκράτησαν τον πληθωρισμό υπηρεσιών σε αρνητικό έδαφος το 9μηνο του 2021 (-0,7% ετησίως). Ωστόσο, οι πληθωριστικές πιέσεις εντάθηκαν τον Οκτώβριο, τόσο στα αγαθά όσο και στις υπηρεσίες (κυρίως αερομεταφορές που, επίσης, επηρεάζονται άμεσα από το ενεργειακό κόστος), υποβοηθούμενες και από την ισχυρή οικονομική δραστηριότητα.

Η ΕΤΕ εκτιμά ότι, μετά από περαιτέρω επιτάχυνση το 4ο τρίμηνο του 2021 και το 1ο τρίμηνο του 2022, ο πληθωρισμός αναμένεται να σημειώσει ταχεία αποκλιμάκωση, με τις αγορές εμπορευμάτων να προβλέπουν υποχώρηση των τιμών ενέργειας από την άνοιξη

Λαμβάνοντας υπόψη, μέσω στατιστικού υποδείγματος, τις τρέχουσες πληθωριστικές τάσεις, τις προσδοκίες των αγορών για σημαντική αποκλιμάκωση στις διεθνείς τιμές των ενεργειακών αγαθών τα επόμενα τρίμηνα, καθώς και την ιστορική χρονική και ποσοτική συσχέτιση μεταξύ τιμών εισαγωγών, ενέργειας και παραγωγού με το ΔΤΚ και το δομικό πληθωρισμό στην Ελλάδα, οδηγούμαστε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

Ο δομικός πληθωρισμός προβλέπεται να ανέλθει στο 2,2%, κατά μ.ο., το 4ο τρίμηνο του 2021 και να κορυφωθεί στο 3,0% περίπου το 1ο τρίμηνο του 2022 – με την ηλεκτρική ενέργεια να προσθέτει 1,2 ποσοστιαίες μονάδες το 4ο τρίμηνο του 2021 και περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες το 1ο τρίμηνο του 2022 – υποχωρώντας σταδιακά σε επίπεδα χαμηλότερα του 1,0% ετησίως προς τα τέλη του 2022.

Η ετήσια μεταβολή του ΔΤΚ αναμένεται να προσεγγίσει το 4,5% το 4ο τρίμηνο του 2021 και, πιθανότατα, το 5,0%, περίπου το 1ο τρίμηνο του 2022 – αν οι ενεργειακές τιμές μείνουν στα τρέχοντα επίπεδα – υποχωρώντας στο 3,5% το 2ο τρίμηνο (όπου τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης προβλέπουν σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας) και περαιτέρω στο 0,6%, κατά μ.ο., το 2ο εξάμηνο του 2022, περνώντας ενδεχομένως σε αρνητικό έδαφος τους τελευταίους μήνες του έτους. H μέση αύξηση του ΔΤΚ για το 2022 προβλέπεται να ανέλθει στο 2,5% από εκτιμώμενο 1,2% το 2021.

Πρέπει να τονισθεί ότι η Ελλάδα βιώνει την πρώτη περίοδο έντονων ανατιμήσεων από το 2012, καθώς η πολυετής ύφεση σε συνδυασμό με τις σχετικά σταθερές ή μειούμενες τιμές ενέργειας είχαν οδηγήσει σε μείωση του επιπέδου τιμών μεταξύ 2012 και 2020 κατά 4,0% βάσει του ΔΤΚ και κατά 3,1% βάσει του δομικού πληθωρισμού. Στην ευρωζώνη, που εμφάνισε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, το επίπεδο τιμών αυξήθηκε κατά 7,2% και 7,8% βάσει εναρμονισμένου ΔΤΚ και δομικού πληθωρισμού, αντίστοιχα. Οι ανωτέρω τάσεις οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας στην αυξημένη εξωστρέφειά της.

Διαβάστε ακόμα:

Moody’s: Πρωταθλήτρια στη μείωση χρέους η Ελλάδα το 2022 – Στο 4,3% η ανάπτυξη

Κλιματικός νόμος: Ηλεκτρικά ταξί από το 2025, τέλος και οι καυστήρες θέρμανσης πετρελαίου

«Μεγάλος αδελφός» στα πρατήρια και την αγορά καυσίμων