Η οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας θα συνεχιστεί και το 2020, καθώς η επιτάχυνση της ανάπτυξης, με τη στήριξη των δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων, βελτιώνει περαιτέρω τις προοπτικές για τα δημόσια οικονομικά της χώρας, σε μια περίοδο δανειοληπτικών επιτοκίων που έχουν πέσει σε χαμηλά επίπεδα- ρεκόρ. Αυτό υποστηρίζει η εταιρεία Scope, στην ανάλυσή της για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.

Στην ανάλυσή τους, τα στελέχη της εταιρείας παρατηρούν και τα εξής:

Η οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης γύρω στο 2,3% για το επόμενο έτος – από περίπου 1,8% φέτος και 1,9% το 2018 – ποσοστό που είναι μεγαλύτερο από τη μέση αύξηση της ζώνης του ευρώ κατά 1,1% παρά τις δυσμενείς παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές.

«Η διατήρηση σχετικά ισχυρής ανάπτυξης είναι ζωτικής σημασίας για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές για τα δημόσια οικονομικά», λέει ο Τζέικομπ Σουβάλσκι, αναλυτής της Scope. «Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε περίοδο ευφορίας στην εγχώρια αγορά: η επιτυχία της κυβέρνησης στη συσσώρευση των πρωτογενών πλεονασμάτων του προϋπολογισμού, στη διατήρηση της εμπιστοσύνης των διεθνών θεσμικών πιστωτών και στην προσέλκυση ξένων επενδυτών, συμπίπτει με αυτό που μοιάζει με μια παρατεταμένη περίοδο εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων» προσθέτει ο Σουβάλσκι.

Η νέα δυνατότητα της Ελλάδας να δανείζεται φτηνά – η απόδοση του 10ετούς ομολόγου μειώθηκε σε περίπου 1,4%, ποσοστό ελάχιστα επάνω από το 1,3% της Ιταλίας – συμβάλλει στη μετατροπή των προοπτικών για τη βιωσιμότητα του τεράστιου δημόσιου χρέους της χώρας. Οι δανειστές της χώρας από τη ζώνη του ευρώ έχουν επικαιροποιήσει τις εκτιμήσεις τους για τη βιωσιμότητα του χρέους προκειμένου να προσομοιώσουν τις επιπτώσεις μιας παρατεταμένης περιόδου χαμηλών επιτοκίων χωρίς κινδύνους και χαμηλών spreads στο ελληνικό χρέος, οδηγώντας σε ένα μακροχρόνιο σενάριο εξυγίανσης, σύμφωνα με το οποίο το χρέος μειώνεται στο 60% του ΑΕΠ το 2055, από 181,1% το 2018.

«Υποστηρίζουμε, ωστόσο, ότι η αύξηση της παραγωγής αποτελεί το κλειδί για τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας, γι ‘αυτό και έχουμε πεισθεί από τα πρόσφατα μέτρα», λέει ο Σουβάλσκι. «Αυτά, περιλαμβάνουν: i) τη μείωση της γραφειοκρατίας, ii) φορολογικά πλεονεκτήματα για ξένους επενδυτές και iii) την επανέναρξη της σταδιακής διαδικασίας ιδιωτικοποίησης που επιδιώκει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για την απελευθέρωση του αναπτυξιακού δυναμικού της χώρας.

Η Ελλάδα έχει θέσει το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού περίπου στο 3,7% του ΑΕΠ το 2019, το πέμπτο συνεχόμενο έτος στο οποίο το πλεόνασμα θα υπερέβαινε τον δημοσιονομικό της στόχο, ενισχύοντας την αυξημένη είσπραξη του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που οφείλεται εν μέρει στις αυξημένες τουριστικές δαπάνες. Αυτά αντισταθμίζονται από την καταβολή των αναδρομικών στους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα και στις δαπάνες συνταξιοδότησης. Η Scope προβλέπει ένα πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 1,3% του ΑΕΠ το 2019, πάνω από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ η οποία καταγράφει έλλειμμα 0,9% του ΑΕΠ.