Αποτελεί ένα από τα πλέον συνηθισμένα αυτοφυή φυτά που απαντάται σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και την Αφρική, την Ασία, την Αυστραλία, και τη Βόρεια Αμερική. Ο λόγος για την τσουκνίδα, η οποία προκαλεί μια έντονη δυσφορία μόλις έρθουμε σε επαφή μαζί της. Άλλωστε, η επιστημονική ονομασία της (Urtica dioica L.) προέρχεται από το λατινικό ρήμα «urere», το οποίο σημαίνει «προκαλώ κάψιμο». 

Ωστόσο, όπως δηλώνει στο ΑΜΠΕ, ο καθηγητής Γεωργίας και Βιολογικής Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δρ. Δημήτριος Μπιλάλης, «αυτό που πολλοί αγνοούν είναι ότι πέρα από ένα ενοχλητικό ζιζάνιο που προκαλεί κνίδωση, αποτελεί και μία πολλά υποσχόμενη εναλλακτική καλλιέργεια». 

Η καλλιέργεια για παραγωγή ίνας ήταν ευρέως διαδεδομένη στην Ευρώπη από τον Μεσαίωνα, ενώ μια από τις πρώτες αναφορές παρασκευής υφασμάτων από τσουκνίδα, εντοπίζεται ήδη στη βυζαντινή περίοδο. Χώρες, όπως η Γερμανία και η Αυστρία, αποτελούσαν παραδοσιακές δυνάμεις στην παραγωγή υφασμάτων με πρώτη ύλη την τσουκνίδα. 

«Σημείο σταθμός για την καλλιέργειά της αποτέλεσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, όταν ο ρουχισμός των Γερμανών στρατιωτών βασίστηκε σε υφάσματα από τσουκνίδα λόγω των δασμών στο βαμβάκι» ανέφερε ο κ. Μπιλάλης. Στην Ελλάδα η τσουκνίδα, όπως και το λινάρι και η κάνναβη, καλλιεργήθηκαν για την παραγωγή υφασμάτων, σχοινιών, και χαρτιού, αλλά με την πάροδο του χρόνου εκτοπίστηκαν από το βαμβάκι. 

Το ποώδες φυτό χαρακτηρίζεται επίσης, κι από υψηλή θρεπτική αξία καθώς αποτελεί εξαιρετική πηγή βιταμινών, αντιοξειδωτικών, και ιχνοστοιχείων. Σύμφωνα με έρευνες, η κατανάλωση τσουκνίδας μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση πληθώρας παθήσεων, ανάμεσά τους το σάκχαρο, αλλεργίες κ.α.  

Πρόσφατα το ενδιαφέρον για την καλλιέργεια τσουκνίδας αναζωπυρώθηκε εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και το “Farm 2 Fork” στοχεύουν στη μείωση των απωλειών από τη χρήση λιπασμάτων κατά 50% έως το 2030. Εναλλακτικές καλλιέργειες με μειωμένες ανάγκες σε λίπανση, όπως αυτή της τσουκνίδας, θα μπορούσαν να διευκολύνουν την επίτευξη αυτών των στόχων» επισημαίνει ο κ. Μπιλάλης. 

«Επιπλέον, πρέπει να αναλογιστούμε και την κλιματική κρίση και την υποβάθμιση των εδαφών που μας αναγκάζουν να στραφούμε σε καλλιέργειες με μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα και ανθεκτικότητα στις ακραίες κλιματικές μεταβολές. Εξάλλου για τον λόγο αυτό συμπεριλήφθηκε και η καλλιέργεια της τσουκνίδας στην ειδική πράσινη δράση ενίσχυσης παραγωγών για την εισαγωγή καινοτόμων καλλιεργειών».  Στη χώρα μας οι αποδόσεις της καλλιέργειας σε ίνα, μπορούν να κυμανθούν κοντά στα 150 κιλά ανά στρέμμα.

Μιλώντας στο ΑΜΠΕ ο υποψήφιος διδάκτορας, Μαυροειδής Αντώνιος, εξηγεί ότι «η βιβλιογραφία προτείνει πως αποδόσεις της τάξεως των 200 κιλών ανά στρέμμα είναι εφικτές, και μάλιστα με εφαρμογή σχετικά χαμηλών επιπέδων λίπανσης», ενώ προσθέτει ότι «στόχος είναι να καταφέρουμε να βελτιώσουμε την καλλιέργεια στο σύνολό της και να εξασφαλίσουμε τη σταθερή παραγωγή υψηλής ποιότητας ίνας. Γι’ αυτό μελετάμε την αλληλεπίδραση ανάμεσα στην πυκνότητα της φυτείας, τη λίπανση, την τελική απόδοση σε ίνα, άλλα και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά». 

Διαβάστε επίσης: