Οι χρηματιστηριακές αγορές παγκοσμίως προσπαθούν να «χωνέψουν» το τέλος του φθηνού χρήματος και παρόλο που η εξέλιξη ήταν αναμενόμενη και προαναγγελθείσα, η αντίδραση των επενδυτών ήταν σαφώς ενδεικτική του αποπροσανατολισμού τους.

Οι τιμές των μετοχών στο αμερικανικό χρηματιστήριο υποχώρησαν για πέμπτη συνεχή εβδομάδα καταγράφοντας το χειρότερο σερί από τον Ιούνιο του 2011 για τον δείκτη βαρόμετρο S&P500 του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης και από τον Νοέμβριο 2012 για τον Nasdaq.

Ο S&P500 έχει υποχωρήσει 13,5% από τα υψηλά του Ιανουαρίου, ενώ ο Nasdaq κατά 23% από τα δικά του υψηλά που είχε καταγράψει το Νοέμβριο του 2021.

Οι αναλυτές ψάχνουν να δουν εάν έχουν πληρωθεί οι «τυπικές» προϋποθέσεις για είσοδο σε πτωτική αγορά η οποία στην αγγλοσαξονική παράδοση χαρακτηρίζεται από τις «αρκούδες» (bear market) σε αντίθεση με τους «ταύρους» που βγαίνουν σε ανοδική αγορά.

Τυπικά οι «αρκούδες» πιστοποιούνται όταν η αγορά πέσει 20% από τα ψηλά, ενώ όταν η πτώση περάσει το 10% μιλάμε για «διόρθωση», όπως γράφει το marketwatch που δημοσιεύει έρευνα της Bank of America η οποία εξετάζει 19 περιόδους πτωτικής αγοράς, με «αρκούδες» τα τελευταία 140 χρόνια. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή η μέση πτώση των τιμών είναι 37,3% και η μέση διάρκειά της 289 μέρες.

Με τα δεδομένα αυτά, σύμφωνα με την συγκεκριμένη έρευνα, είναι πιθανόν οι σημερινές «αρκούδες» να μείνουν μέχρι τον Οκτώβριο, με τον S&P 500 στις 3,000 μονάδες (έκλεισε στις 4.123 μονάδες την Παρασκευή) και τον Nasdaq Composite στις 10.000 μονάδες (12.693 μονάδες την Παρασκευή).

Το γεγονός είναι όμως ότι οι δείκτες εξωραΐζουν την πραγματικότητα, αφού πολλές μετοχές του Nasdaq, περισσότερες από τις μισές, έχουν χάσει πάνω από 50% από τα υψηλά τους.

Το γεγονός πάντως είναι ότι, ανεξάρτητα από τις στατιστικές και τις τυπικότητες, οι επενδυτές και οι αναλυτές είναι πλήρως αποπροσανατολισμένοι, κάτι που τελικά είναι απολύτως λογικό, αφού αλλάζουν όλα τα δεδομένα.

Η επάνοδος του πληθωρισμού σε επίπεδα που δεν είχαν ξαναφανεί τα τελευταία 30-40 χρόνια σημαίνει ότι οι περισσότεροι επενδυτές, αναλυτές και διαχειριστές επενδύσεων βρίσκονται αντιμέτωποι με μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Οι διαχειριστές που έζησαν τις μέρες του αείμνηστου Πολ Βόλκερ στην FED, ο οποίος πιστώνεται την καταπολέμηση του πληθωρισμού τη δεκαετία του 1980, πιθανότατα έχουν αποδημήσει και εκείνοι εις Κύριον ή βρίσκονται στη σύνταξη.

Πέρα από την έλλειψη εμπειρίας και παραστάσεων κατάλληλων για τη συγκυρία, οι άνθρωποι που διαχειρίζονται τα χρήματα του περίφημου «1% του παγκόσμιου πληθυσμού», των πλουσίων δηλαδή στους οποίους κατά τεκμήριο ανήκει ο πλούτος που διακινείται στα χρηματιστήρια, βρίσκονται σε μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα από εκείνη που έχουν ζήσει τις τελευταίες δεκαετίες.

Τα χρηματιστήρια ανεβαίνουν σχεδόν αδιάλειπτα τα τελευταία 13 χρόνια και η μεγάλη πλειονότης των διαχειριστών δεν έχει ξαναζήσει μαζί με τις αρκούδες. Πολλώ δε μάλλον που ζούμε σε μια αλλαγή εποχής, μια διαφορετική ιστορική φάση. Η παγκοσμιοποίηση όπως όλα δείχνουν υποχωρεί.

Οι κεντρικές τράπεζες ετοιμάζονται να τραβήξουν πίσω τα ποτάμια χρήματος που έριξαν στην αγορά τα οποία υπολογίζονται σε περισσότερα από 28 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Το χρήμα ακριβαίνει, καθώς τα επιτόκια διαμορφώνονται υψηλότερα. Ήδη η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου της κυβέρνησης των ΗΠΑ ξεπέρασε το 3% και αναμένεται και συνέχεια.

Η ενέργεια εκτός από πανάκριβη ίσως γίνει και δυσεύρετη τουλάχιστον στην Ευρώπη, καθώς προς το παρόν δεν είναι ορατή η έξοδος από τα ενεργειακά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η Γηραιά Ήπειρος.

Με άλλα λόγια, η παγκόσμια οικονομία και οι αγορές πρέπει να προσαρμοστούν σε ένα νέο σκηνικό που μοιάζει με το προηγούμενο όσο… η τροπική ζώνη με τον αρκτικό κύκλο. Αυτός είναι και ο λόγος που όλο και περισσότερες εκθέσεις αναλυτών είναι γεμάτες με «σύννεφα» και προειδοποιήσεις.

Διαβάστε ακόμα:

Ο «μοναχικός δρόμος» της ΕΚΤ: Γιατί δεν ακολουθεί στην αύξηση των επιτοκίων

Το disaster story της «Ιόνιος»: Στο σφυρί το μεγάλο «ασημικό» του Μαρούλη

Κώστας Τόττης: Το στοίχημα του «βασιλιά της γκοφρέτας» στον τουρισμό και μια ιστορία 27 ετών (pic)