Ανακόπηκε το 2020, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, η ανοδική πορεία της εγχώριας αγοράς των Third Party Logistics – 3PL, ύστερα από την αύξηση που παρουσίασε την προηγούμενη εξαετία.

Ωστόσο, εκτιμάται ότι η μείωση το 2020, σε σχέση με το 2019, περιορίστηκε στο 8%.

Η «συγκράτηση» της μείωσης οφείλεται στο γεγονός ότι στην περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού οι επιχειρήσεις 3PL, που ασχολούνται κυρίως με τρόφιμα, παρουσίασαν έντονη κινητικότητα λόγω της συνεχούς λειτουργίας των μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ, ενώ αναδείχτηκε και ο σημαντικός ρόλος του ηλεκτρονικού εμπορίου, που επέδρασε θετικά στην εξεταζόμενη αγορά.

Η σημαντική άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα, η οποία αναμένεται να γνωρίσει περαιτέρω ανάπτυξη, ωφέλησε και εκτιμάται ότι θα αποτελέσει σημαντική ευκαιρία στο μέλλον για τις επιχειρήσεις του εξεταζόμενου κλάδου. Η γενική αυτή διαπίστωση προκύπτει από την κλαδική μελέτη για την αγορά των «Third Party Logistics – 3PL», που εκπόνησε η ΣΤΟΧΑΣΙΣ Σύμβουλοι Επιχειρήσεων ΑΕ, στο πλαίσιο της σειράς μελετών αγοράς που φέρουν τη διακριτική ονομασία «Κλαδικές Στοχεύσεις».

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον senior consultant της ΣΤΟΧΑΣΙΣ, Αδάμ Ρεγκούζα, η συνολική εγχώρια αγορά 3PL εκτιμάται ότι παρουσίασε μείωση της τάξης του 8% το 2020 σε σχέση με το 2019, ύστερα από την αυξητική πορεία της χρονικής περιόδου 2014-2019, όπου ο Μέσος Ετήσιος Ρυθμός Μεταβολής (ΜΕΡΜ) διαμορφώθηκε σε 2%, σε αντίθεση με το ΜΕΡΜ της περιόδου 2010-2013, που ήταν -7%.

Εκτιμάται ότι, η αποθήκευση και η διανομή αποτελούν τις κύριες παρεχόμενες υπηρεσίες των επιχειρήσεων 3PL, καλύπτοντας από κοινού το 93% της αγοράς, σε αξία, με τον κλάδο τροφίμων-ποτών-καπνού να καταλαμβάνει το 46% των υπηρεσιών logistics, σε αξία. Όσον αφορά στη χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου, όπως παρατηρεί η υπεύθυνη των κλαδικών μελετών κ. Κατερίνα Ματσούκα, η κεφαλαιακή διάρθρωση των επιχειρήσεων του κλάδου διαμορφώνεται σε σχετικά σταθερά και ικανοποιητικά επίπεδα σε όλη την εξεταζόμενη χρονική περίοδο (2009-2019).

Το ΕΒΙΤDA (%) του κλάδου βελτιώθηκε αισθητά την τριετία 2017-2019, λαμβάνοντας το 2019 την υψηλότερη τιμή της χρονικής περιόδου 2009-2019. Επίσης σημειώνεται ότι την ίδια τριετία (2017-2019), οι τιμές του δείκτη κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών των επιχειρήσεων του κλάδου παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με όλη την προηγούμενη εξεταζόμενη περίοδο και δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου δεν είναι πλέον τόσο «ευπρόσβλητες» σε πιθανές μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος.

Σύμφωνα με την συντάκτρια της μελέτης, Ειρήνη Τερζίδου, ο βαθμός ικανότητας των επιχειρήσεων του κλάδου στη χρησιμοποίηση των ιδίων και συνολικών απασχολουμένων κεφαλαίων, καθώς και η αποτελεσματική αξιοποίηση αυτών, είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση των χρηματοοικονομικών δεικτών αποδοτικότητας την τριετία 2017-2019 σε σύγκριση με την προηγουμένη εξεταζόμενη χρονική περίοδο (2009-2016). Το γεγονός αυτό οφείλεται στην αντίστοιχη αύξηση των κερδών, που προκύπτει κυρίως από τη μεγαλύτερη αύξηση των πωλήσεων, σε σχέση με την αύξηση του κόστους πωληθέντων την αντίστοιχη χρονική περίοδο. Η παραπάνω ανάλυση αναδεικνύει την προσπάθεια των επιχειρήσεων του κλάδου για τον εξορθολογισμό του κόστους λειτουργίας τους.

Σημειώνεται ότι η ποσοστιαία διάρθρωση ενεργητικού-παθητικού των επιχειρήσεων του κλάδου «αποτυπώνει» την ορθολογική κάλυψη των παγίων στοιχείων ενεργητικού τη διετία 2018-2019 από ίδια κεφάλαια και μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις. Όσον αφορά στη διάρθρωση της παγκόσμιας αγοράς υπηρεσιών 3PL, ανά είδος μεταφοράς σημειώνεται ότι, οι αεροπορικές υπηρεσίες logistics αντιπροσωπεύουν το 40% της παγκόσμιας αγοράς 3PL τo 2019. Η αυξανόμενη ζήτηση της αγοράς για μικρότερο χρόνο αποστολής, η οικονομική ανάπτυξη και η αύξηση των εμπορικών δραστηριοτήτων μεταξύ πολλών χωρών, εντείνει τη χρήση αεροπορικών υπηρεσιών εφοδιαστικής.

Διαβάστε ακόμη

Λασκαρίδης – Μαρτίνος – Παπαδημητρίου: Για ποιους λόγους η ελληνική ναυτιλία θα κυριαρχεί και τις επόμενες δεκαετίες

Intralot: Πώληση έως 1.300.000 ιδίων μετοχών

Κορωνοϊός – έρευνα: Τα αντισώματα παραμένουν στο αίμα τουλάχιστον για οκτώ μήνες μετά τη μόλυνση