«Η εκτίμηση μας για την αύξηση του ΑΕΠ το 2022 ανεβαίνει στο 5,7% από 4,1% πριν αλλά η πρόβλεψή μας για το 2023 μειώνεται σε 0,7% από 1,1%», επισημαίνει η ιταλική τράπεζα UniCredit.

«Το ισχυρότερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο φέτος (1,2% σε τριμηνιαία βάση μετά από μια επέκταση 2,9% σε τριμηνιαία βάση το πρώτο τρίμηνο) οφείλεται στη θετική ιδιωτική κατανάλωση και την ανασυγκρότηση των αποθεμάτων», εξηγεί η τράπεζα. Αναφορικά με τον πληθωρισμό προβλέπει 10,3% φέτος και 5% το 2023, τον υψηλότερο φέτος από όλες τις χώρες στην Ευρωζώνη που παρακολουθεί.

Παράλληλα, αναμένει μια ευρεία σταθεροποίηση του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο αλλά προβλέπει ότι θα ακολουθήσει σημαντική συρρίκνωση κατά το τέταρτο τρίμηνο, καθώς η συνεχιζόμενη ώθηση από τον τουρισμό εξασθενεί και οι επίμονα υψηλές τιμές της ενέργειας μαζί με τις αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης και την αυξημένη αβεβαιότητα, επιβαρύνουν την εγχώρια ζήτηση.

Από την άλλη πλευρά, η Unicredit είναι αισιόδοξη ότι η κυβέρνηση θα πετύχει τον στόχο του ελλείμματος στο 2% του ΑΕΠ για το τρέχον έτος, καταφέρνοντας να περιορίσει την αύξηση του συνολικού ελλείμματος στο 4,6% (το 2021 βρισκόταν στο 7,4%). Η ταχύτερη από την αναμενόμενη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ (κατά μέσο όρο 8,4% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο) και μια πιο ευνοϊκή εξέλιξη της φορολογικής βάσης είναι πιθανό να ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για το αποτέλεσμα αυτό», εκτιμά η Unicredit.

O άμεσος δημοσιονομικός αντίκτυπος των κυβερνητικών παρεμβάσεων για τη μερική προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας περιορίζεται σε μόλις 2% του ΑΕΠ, δηλαδή σχεδόν στο μισό της ακαθάριστης αξίας τους, καθώς τα έσοδα από το σύστημα εμπορίας εκπομπών και από τον φόρο στα έκτακτα κέρδη των παραγωγών ενέργειας έχουν καλύψει σε μεγάλο βαθμό τη χρηματοδότησή τους. Η τράπεζα προβλέπει επίσης ότι η ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα συμβάλει στη μείωση του χρέους από 193% του ΑΕΠ το 2021 σε περίπου 175% μέχρι το τέλος του έτους.

Τι θα γίνει με την ενέργεια

Το ενεργειακό μείγμα αφήνει τη χώρα σχετικά λίγο εκτεθειμένη στη διακοπή της ροής ρωσικού φυσικού αερίου μέσω του Nord Stream 1. Ο μόνος κλάδος της μεταποίησης που εξαρτάται από το φυσικό αέριο είναι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και έχει ήδη αρχίσει να αντικαθιστά το φυσικό αέριο με λιγνίτη. Ωστόσο, η ραγδαία αύξηση της τιμής της ενέργειας είναι πιθανό να επιβαρύνει την οικονομική δραστηριότητα τους επόμενους μήνες, πλήττοντας το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων. Η επίδραση στην ιδιωτική κατανάλωση, ωστόσο, θα αμβλυνθεί εν μέρει από την απελευθέρωση των συσσωρευμένων αποταμιεύσεων, την αναπροσαρμογή των συντάξεων και τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης.

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι, ενώ η δραστηριότητα στον τομέα των υπηρεσιών παραμένει καλά υποστηριζόμενη από την ισχυρή τουριστική περίοδο, ο τομέας της μεταποίησης δέχεται αυξανόμενες πιέσεις λόγω μιας αποδυνάμωσης της ζήτησης από τους εμπορικούς εταίρους. Ο δείκτης PMI στη μεταποίηση υποχώρησε περαιτέρω κάτω από το 50 τον Αύγουστο. Η επίμονη επιβράδυνση της ζήτησης, ιδίως από το εξωτερικό, προκάλεσε τους κατασκευαστές να περιορίσουν σημαντικά την παραγωγή, να μειώσουν τις αγορές εισροών και να μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2020.

Ενθαρρυντικό είναι ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι συνεχίζει να εκτυλίσσεται μια σταδιακή βελτίωση στην αλυσίδα εφοδιασμού, αμβλύνοντας τον αντίκτυπο της ραγδαίας αύξησης των τιμών της ενέργειας στο κόστος παραγωγής, αν και δεν είναι σαφές για πόσο καιρό μπορεί να παρέχει στήριξη. Από την άλλη, οι καταναλωτές έχουν πιο απαισιόδοξοι για τα προσωπικά τους οικονομικά και σχεδιάζουν να αναβάλουν σημαντικές αγορές, συμπεραίνει η ιταλική τράπεζα.

Διαβάστε ακόμη:

Ομάδα εργασίας για την αντιμετώπιση του «ενεργειακού τουρισμού»

Αστέρας Βουλιαγμένης: Σε ξεχωριστή εταιρεία μεταβιβάζεται η Astir Beach (pics)

Pimco – CarVal: Το παρασκήνιο πίσω από το joint venture στα «κόκκινα» δάνεια και ο ρόλος της Qquant