Της Στεφανίας Σούκη

Με ανεβασμένους τους τόνους και αυστηρότερη κριτική προς την κυβέρνηση, κατηγορώντας την για «σπασμωδικά μέτρα» εμφανίστηκε η ηγεσία του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, στη χθεσινοβραδινή, ανοικτή συνεδρίαση του ΣΕΤΕ, παρουσία και του Πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα. Οι Έλληνες ξενοδόχοι πάντως, φαίνεται ότι δε θα …γλιτώσουν από το «χαράτσι» του τέλους διανυκτέρευσης, την επιβολή του οποίου ο Ελληνας Πρωθυπουργός απέδωσε στις «ασφυκτικές πιέσεις των δανειστών», με την …παρηγοριά για τον κλάδο ότι θα εφαρμοστεί το 2018.

«Ζητάμε τόσο καιρό να κλείσει η αξιολόγηση. Διότι όσο καθυστερεί να ολοκληρωθεί, εκ των πραγμάτων, οδηγείται η κυβέρνηση στην επιβολή σπασμωδικών, επιπρόσθετων μέτρων. Ταυτόχρονα δε, με όλα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας, ο ανταγωνισμός φέτος «πετάει» ασταμάτητος», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Συνδέσμου κ. Α. Ανδρεάδης, προσθέτοντας ότι το κυβερνητικό επιτελείο αντί να διαφυλάξει τον κλάδο ως «κόρη οφθαλμού», το μόνο που κάνει είναι να προσθέτει …κόστος. Παράλληλα, όπως προκύπτει από το νέο αναπτυξιακό που έδωσε ο αρμόδιος υπουργός Γ. Σταθάκης σε διαβούλευση, βάζει …όρια στις επενδύσεις:

«Εχουμε… πλημμυρίσει από επενδυτές και περιορίζουμε γι’ αυτό τα όρια των επενδύσεων;», αναρωτήθηκε ο κ. Ανδρεάδης. «Ο αναπτυξιακός (σ.σ. έστω και με καθυστέρηση) είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά ένα βασικό του μειονέκτημα είναι ότι περιορίζει τις επενδύσεις που μπορούν να ενταχθούν σε αυτόν».

Όπως επεσήμανε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, στη δημόσια συζήτηση, οι αναφορές στην ανάπτυξη, παραμένουν γενικόλογες και σε επίπεδο ευχολογίου, επομένως ανώφελες. «Εφόσον όλοι συμφωνούμε, πως ο μόνος τρόπος να αναστραφούν οι υφεσιακές τάσεις που προκαλούνται από την εφαρμογή της δανειακής συμφωνίας, είναι η εισροή νέων κεφαλαίων, η ανάταση της επιχειρηματικότητας μέσω αναπτυξιακών εργαλείων και η προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, τότε θα έπρεπε, ήδη, να μιλάμε πάνω σε αυτές τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Για ποιες επενδύσεις να μιλήσουμε όταν δε …βγαίνουν τα νούμερα. Για παράδειγμα, μία ενδεικτική επένδυση 10 εκατ. ευρώ, που αφορά την αγορά γης και τη δημιουργία ενός ξενοδοχείου πέντε αστέρων 100 δωματίων, το οποίο κατά την λειτουργία του θα πραγματοποιεί ετήσιο κύκλο εργασιών 3 εκατ. ευρώ, υπό τις πιο καλές προϋποθέσεις θα έχει λειτουργικά μικτά κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων 1 εκατ. ευρώ.

Αν λοιπόν υπολογίσουμε τον επιπλέον ΦΠΑ που μπήκε, αυτόματα αυτό «μεταφράζεται» σε καταβολή επιπλέον 180.000 ευρώ. Επίσης, αν συνυπολογίσουμε ότι ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας από τα 10 εκατ. ευρώ επένδυση δανείστηκε τα 5 εκατ. ευρώ, βάζοντας άλλα 5 εκατ. ευρώ ίδια κεφάλαια, σημαίνει ότι τα χρήματα που δανείστηκε, τα πήρε με ένα επιτόκιο τουλάχιστον 3 με 4 μονάδες υψηλότερο από το αντίστοιχο επιτόκιο που αναλογεί για μια ίδια επένδυση στην Ισπανία. Άρα, στα 5 εκατ. ευρώ, πρέπει ο επενδυτής στην Ελλάδα να υπολογίσει επιπλέον 200 χιλ. ευρώ παραπάνω λόγω επιτοκίου. Σύνολο, δηλαδή 380 χιλ. ευρώ. Εάν επιβληθεί και τέλος διανυκτέρευσης πρέπει να προσθέσουμε και άλλα 120 χιλ. ευρώ.

Αυτό σημαίνει ότι στη δεκαετία απόσβεσης της επένδυσης, η πρόσθετη δαπάνη ισοδυναμεί με 4 έως 5 εκατ. ευρώ. Τι αθροίζει όλο αυτό; Ότι ο επενδυτής στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο στην Ισπανία, ξεκινά με μείον 4 έως 5 εκατομμύρια ευρώ σε μία χώρα πολύ ασταθέστερη και με σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο δημόσιων υποδομών. Να γιατί είναι τρομερά δύσκολο να γίνουν επενδύσεις στην Ελλάδα…».

Οι φορολογικές επιβαρύνσεις

Ο ΣΕΤΕ επισημαίνει ότι από τη μελέτη καταγραφής και συγκριτικής αξιολόγησης του φορολογικού πλαισίου, που πρόσφατα υλοποίησε, προκύπτει πως η Ελλάδα έχει τις μεγαλύτερες φορολογικές επιβαρύνσεις και κατά συνέπεια τα περισσότερα φορολογικά αντικίνητρα για την ανάπτυξη του τουρισμού σε σχέση με τις λοιπές ανταγωνίστριες χώρες. Επιπλέον, στη μελέτη επισημαίνεται ότι προκειμένου να αποφασίσουν να επενδύσουν στην Ελλάδα οι πιθανοί επενδυτές οφείλουν επιπρόσθετα να συνυπολογίσουν και τις αστάθειες στο φορολογικό και οικονομικό περιβάλλον – ήδη επίκειται η κατάθεση στη Βουλή του 7ου φορολογικού νομοσχεδίου τα τελευταία 4 έτη – καθώς και την πολυπλοκότητα της φορολογικής νομοθεσίας σε αντίθεση με τις λοιπές υπό εξέταση χώρες οι οποίες παρουσιάζουν ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο.

Χαρακτηριστικό είναι ότι το 4ο τρίμηνο του 2015 ο δείκτης κύκλου εργασιών στον τομέα παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης της ΕΛΣΤΑΤ, παρουσίασε μείωση της τάξης του 8%. Το αντίστοιχο τρίμηνο του 2014 σημειώθηκε αύξηση 11% και του 2013 αύξηση κατά 37%. Η μείωση αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη σημαντική αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, σε συνδυασμό με την έξαρση του προσφυγικού προβλήματος και τα capital controls.

«Παράλληλα, η θέση της χώρας επιβαρύνεται περαιτέρω, αφού αυξάνουμε το μη μισθολογικό εργατικό κόστος το οποίο συμπαρασύρει το συνολικό κόστος εργασίας, που παραμένει και αυτό από τα υψηλότερα μεταξύ των ανταγωνιστών, ενώ ολόκληρη η αγορά λειτουργεί υπό καθεστώς μηδενικής ρευστότητας. Στην προαναφερθείσα μελέτη εκτιμάται ότι το συνολικό κόστος για μια επιχείρηση είναι περίπου το διπλό από αυτό που παίρνει ένας εργαζόμενος σαν καθαρή αμοιβή και είναι το υψηλότερο από όλους τους ανταγωνιστές. Επίσης, στις ελάχιστες περιπτώσεις που μπορεί μια επιχείρηση να βρει χρηματοδότηση, το κόστος χρήματος είναι απαγορευτικό»….