Σημαντική ενίσχυση στα έσοδα από τόκους που θα τις επιτρέψει να εφαρμόσουν την ήδη ανακοινωθείσα μερισματική πολιτική, αναμένουν οι τράπεζες μετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να προχωρήσει σε διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων, μην παραβλέποντας, ωστόσο, να δουν και την άλλη όψη του νομίσματος, ήτοι τον κίνδυνο η άνοδος του κόστους δανεισμού αφενός, να δυσκολέψει νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην αποπληρωμή των δανείων τους και αφετέρου, να βάλει «φρένο» στη ζήτηση για νέες χρηματοδοτήσεις.

Δεδομένου ότι η αύξηση κατά 0,25 μονάδες βάσης τον Ιούλιο είναι μόνον η αρχή, όπως, άλλωστε, άφησε να εννοηθεί η Κριστίν Λαγκάρντ, συνδέοντας το εύρος της ανόδου των επιτοκίων με την πορεία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, οι τράπεζες αναμένουν πολλαπλασιασμό των εσόδων από τόκους, τα οποία το α’ τρίμηνο του 2022 επηρεάστηκαν από το «ξεφόρτωμα» των «κόκκινων» δανείων. Ενδεικτικά:

Τα καθαρά έσοδα από τόκους της Εθνικής Τράπεζας διαμορφώθηκαν σε 270 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά μόλις 3% σε ετήσια βάση, παρά την πώληση του χαρτοφυλακίου Frontier. Η μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αντισταθμίστηκε μερικώς από τα υψηλότερα καθαρά έσοδα από ομόλογα, την ανατιμολόγηση των καταθέσεων προθεσμίας (-9 μ.β. ετησίως), καθώς και τη συνεχιζόμενη αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα κατά 1,5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, η οποία συντέλεσε στην ενίσχυση των καθαρών εσόδων από τόκους εξυπηρετούμενων δανείων κατά 5% σε ετήσια βάση. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διοίκησης της τράπεζας, σε περίπτωση επιστροφής των επιτοκίων στο 0% – από -0,50% που είναι σήμερα – τα επιτοκιακά έσοδα θα ενισχυθούν κατά 80 εκατ. ευρώ, ενώ κάθε επιπλέον αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης θα προσθέτει άλλα 100 εκατ. ευρώ στα έσοδα από τόκους.

Η Τράπεζα Πειραιώς από την πλευρά της, εμφάνισε το α’ τρίμηνο του 2022 καθαρά έσοδα από τόκους, ύψους 286 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 22% ετησίως και κατά 10% τριμηνιαίως, κυρίως λόγω της απώλειας εσόδων από τόκους δανείων NPE. Εξαιρουμένων των διαφυγόντων εσόδων από τα NPEs, αυτά το επίμαχο διάστημα ανήλθαν σε 246 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας ετήσια αύξηση 11%, με συμβολή της επέκτασης του χαρτοφυλακίου δανείων και του υψηλότερου χαρτοφυλακίου σταθερού εισοδήματος. Η διοίκηση της τράπεζας αναμένει επιτοκιακά έσοδα 160 εκατ. ευρώ στην περίπτωση ανόδου του επιτοκίου της ΕΚΤ κατά 0,5% και 250 εκατ. ευρώ εάν το επιτόκιο φτάσει στο 1%.

Αύξηση κατά 1,4% κατέγραψαν το α’ τρίμηνο του 2022 τα καθαρά έσοδα από τόκους της Eurobank, «αγγίζοντας» τα 339 εκατ. ευρώ έναντι 335 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Σε περίπτωση που τα επιτόκια αυξηθούν από το -0,50% στο 1,50%, τότε η τράπεζα θα εμφανίσει κέρδη ύψους 300 εκατ. ευρώ.

Τέλος, το καθαρό έσοδο τόκων της Alpha Bank μειώθηκε το α’ τρίμηνο του 2022 κατά 14,6 εκατ. ευρώ ή 4,9% σε τριμηνιαία βάση, στα 283,2 εκατ. ευρώ. Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στην αρνητική επίπτωση, ύψους 16,8 εκατ. ευρώ που προέκυψε από τη μείωση στο καθαρό έσοδο τόκων, ως αποτέλεσμα της ολοκλήρωσης της συναλλαγής Cosmos το δ’ τρίμηνο του 2021 και κατά 6,1 εκατ. ευρώ λόγω της αρνητικής επίπτωσης του μικρότερου ημερολογιακά τριμήνου, ενώ επηρεάσθηκε θετικά από έκτακτο έξοδο που καταγράφηκε το δ’ τρίμηνο λόγω της πρόωρης εξόφλησης του προγράμματος TLTRO-III. Μη λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, το καθαρό έσοδο τόκων της τράπεζας αυξήθηκε κατά 1,2% σε τριμηνιαία βάση, κυρίως λόγω της αύξησης του χαρτοφυλακίου εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και του μειωμένου κόστους καταθέσεων. Στην Alpha Bank, μία άνοδος των επιτοκίων από το -0,50% στο 0,50% θα αποφέρει 183 εκατ. ευρώ, για να ανέβουν στα 279 εκατ. ευρώ εφόσον το επιτόκιο φτάσει στο 1,50%.

Σε εγρήγορση για αθετήσεις πληρωμών

Σε εγρήγορση, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα όποια προβλήματα προκύψουν, τόσο στο κομμάτι της εξυπηρέτησης των δανείων από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όσο και στη ζήτηση για νέο δανεισμό, λόγω της ανόδου των επιτοκίων βρίσκονται οι τράπεζες.

Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, οι «τσουχτερές» τιμές στα τρόφιμα και την ενέργεια, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους δανεισμού, αποτελούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που απειλεί να τινάξει στον αέρα:

1) Τη σημαντική μείωση των «κόκκινων» δανείων. Το στοκ των μη εξυπηρετούμενων δανείων υπολογίζεται σήμερα σε 14,1 δισ. ευρώ, όταν στα τέλη Μαρτίου του 2021 αυτό «άγγιζε» τα 53,3 δισ. ευρώ. Μέσα σε σχεδόν έναν χρόνο, δηλαδή, οι «4» κατάφεραν να βγάλουν από τους ισολογισμούς τους δάνεια, ύψους 39,2 δισ. ευρώ, ενώ σε σχέση με το 2016, οπότε και αυτά βρέθηκαν στο μέγιστο σημείο τους – τα 107 δισ. ευρώ – η μείωση «αγγίζει» τα 93 δισ. ευρώ. Για επίδραση στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους των νοικοκυριών εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων που, όμως, θα είναι μικρή κάνει λόγο η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), εκτιμώντας πως το κόστος δανεισμού στα στεγαστικά δάνεια θα παραμείνει σε χαμηλό επίπεδο για ολόκληρο το 2022. Πράγματι, σε ένα δάνειο 100.000 ευρώ με ονομαστικό επιτόκιο στο 3,04% η επιβάρυνση από την άνοδο των επιτοκίων έως και μία μονάδα κυμαίνεται μεταξύ 25 και 57 ευρώ σε μηνιαία βάση. Εάν αυτό το ποσό, ωστόσο, προστεθεί στις ήδη αυξημένες υποχρεώσεις των δανειοληπτών, τότε ο κίνδυνος να υπάρξει κάποιου είδους αθέτηση πληρωμών μεγαλώνει.

2) Τα σχέδια για πιστωτική επέκταση και δη, σε μία περίοδο, όπου η Ελλάδα έχει αναλάβει να «τρέξει» το Ταμείο Ανάκαμψης. Προς ώρας η ζήτηση για νέα δάνεια δεν φαίνεται να έχει επηρεαστεί σημαντικά, με τις τράπεζες να διατηρούν τους στόχους τους αναφορικά με τις νέες εκταμιεύσεις, παραμένοντας, ωστόσο, σε επιφυλακή.

Διαβάστε ακόμη

Τα (ακόμα πιο φρέσκα) γκάλοπ, οι δέκα επενδυτές για τα 75 ξενοδοχεία, οι insiders που αγοράζουν μετοχές και η μάχη στις τηλε-πλατφόρμες

Villas Armit: Σε νέο σφυρί οι πολυτελείς βίλες στη Μύκονο

Θεοδόσης Μιχαλόπουλος: Οι επενδύσεις και η ραγδαία ανάπτυξη της Microsoft στην Ελλάδα