Το σχέδιο «Ηρακλής 2» και οι ενέργειες στις οποίες προχώρησαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες για να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους βοήθησαν στην επιτάχυνση του μετασχηματισμού του ελληνικού τραπεζικού συστήματος , επισημαίνει η Euroxx σε έκθεσή της για τη συνολική εικόνα των τραπεζών μετά και την ολοκλήρωση των οικονομικών αποτελεσμάτων.

Ωστόσο, όπως παρατηρεί η χρηματιστηριακή, η κερδοφορία επιβαρύνθηκε από τα εμπροσθοβαρή κόστη των τιτλοποιήσεων στις οποίες προχωρούν και των προβλέψεων που λαμβάνονται λόγω Covid–19, η οποία και αντισταθμίζει τη βελτίωση σε επίπεδο προ προβλέψεων εσόδων που επωφελήθηκαν από τα κέρδη στα ελληνικά ομόλογα και τα ανθεκτικά βασικά έσοδα.

Συνολικά, στα αποτελέσματα δ’ τριμήνου των ελληνικών τραπεζών αντικατοπτρίζονται τα εξής: 

Μεικτές τάσεις στα καθαρά επιτοκιακά έσοδα (NII) με αυξανόμενες τάσεις για την Εθνική Τράπεζα (+ 3,1% σε τριμηνιαία βάση) και την Alpha Bank (+ 1,6%) λόγω της επέκτασης του χαρτοφυλακίου των εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και του οφέλους χρηματοδότησης από την αυξημένη έκθεση στα TLTRO της ΕΚΤ και την επανατιμολόγηση των προθεσμιακών καταθέσεων, ενώ στην περίπτωση της Eurobank (-0,6% σε τριμηνιαία βάση) και της Τράπεζας Πειραιώς (-0,4%), η απομόχλευση αντισταθμίστηκε σχεδόν από το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης (από το χαμηλότερο κόστος καταθέσεων και τη χρήση του TLTRO) και από τη συμβολή νέων δανείων.

Υψηλότερη παραγωγή εσόδων από προμήθειες σε τριμηνιαία βάση για όλες τις τράπεζες (εκτός από την Alpha Bank, -1,2%) με “οδηγό” την υψηλότερη παραγωγή προμηθειών από κάρτες, bancassurance και διαχείριση στοιχείων ενεργητικού. Οι τάσεις στις λειτουργικές δαπάνες ήταν ανοδικές (επίσης σε επαναλαμβανόμενη βάση) για όλες τις τράπεζες, κυρίως λόγω εποχικότητας και κόστους εθελούσιας εξόδου.

Ως αποτέλεσμα, τα βασικά έσοδα προ προβλέψεων (PPI) αυξήθηκαν σε τριμηνιαία βάση για την Εθνική Τράπεζα και την Eurobank κατά 0,1% και 0,8%, αντίστοιχα, κυρίως λόγω των υψηλότερων βασικών εσόδων. Αντίθετα, οι Alpha Bank και Πειραιώς σημείωσαν επιδείνωση στα PPI κατά 3% και 6% αντίστοιχα, σε τριμηνιαία βάση. Οι απομειώσεις δανείων αυξήθηκαν για όλες τις τράπεζες κατά περισσότερο από 100% σε τριμηνιαία βάση (εκτός από την Eurobank, -6,2%) καθώς επιβαρύνθηκαν από τις απομειώσεις λόγω Covid-19 και το κόστος τιτλοποίησης, ενώ το κόστος πιστωτικού κινδύνου (CoR) (σε μέσο όρο καθαρών δανείων) διαμορφώθηκε στο 1,6-6,2% (η Εθνική είχε το υψηλότερο επίπεδο).

Αύξηση των ακαθάριστων δανείων για την Eurobank και την Πειραιώς κατά 0,4-2,4% με τη βοήθεια των κρατικών σχεδίων και μέτρων στήριξης, ενώ η Alpha Bank και η Εθνική κατέγραψαν μείωση σε αυτό το μέτωπο κατά 0,04-15,7%.

Όλες οι τράπεζες κατέγραψαν εισροές καταθέσεων 0,7-3,2 δισ. ευρώ στην Ελλάδα και η χρηματοδότηση του Ευρωσυστήματος ανήλθε σε 41,4 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο (περίπου 14,4% του ενεργητικού έναντι 14,2% στο γ’ τρίμηνο) χάρη στα TLTRO της ΕΚΤ και του waiver που παρείχε η ΕΚΤ για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση για τις πιστωτικές πράξεις του Ευρωσυστήματος.

Επιπλέον, όλες οι τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν το απόθεμα των NPEs σε τριμηνιαία βάση λόγω των αρνητικών οργανικών σχηματισμών, επωφελούμενες επίσης από τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΒΑ σχετικά με τα μορατόρια δανείων (επεκτάθηκαν έως τον Μάρτιο του 2021 προκειμένου οι τράπεζες να χειριστούν δεύτερο κύμα της Covid-19). Η Euroxx πάντως σημειώνει ότι τα περισσότερα μορατόρια έχουν λήξει και το ποσοστό νέων NPEs (από αυτά τα δάνεια) αναμένεται κάτω από το 20%.

Τέλος, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στη ζώνη του 13,8%–17,3% στο τέταρτο τρίμηνο του 2020, ενώ σε επίπεδο B3FL ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε σε 11,3%–14,8%, αρκετά πάνω από τα όρια για τον δείκτη CET1 για το 2020–21.

Διαβάστε ακόμη:

Αγορές από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – Τι πρέπει να προσέχουν οι καταναλωτές

Ρέτσος: Τα βλέμματα όλων θα είναι στραμμένα στον Τουρισμό

Ακίνητα: Μεταβιβάσεις με 2 μόνο πιστοποιητικά – Mείωση του χρόνου αναμονής