Tου Αλέξανδρου Κασιμάτη

Κυνήγι της φοροδιαφυγής με όπλο τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών έχουν εξαπολύσει οι Αρχές. Τα αιτήματα για παροχή στοιχείων που αποστέλλονται είτε σε μαζική κλίμακα στο πλαίσιο συγκεκριμένων ερευνών είτε για μεμονωμένα πρόσωπα φτάνουν στις τράπεζες με ρυθμό πολυβόλου από το ΣΔΟΕ, τις ελεγκτικές υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, τους οικονομικούς εισαγγελείς, την Οικονομική Αστυνομία, την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, τον εισαγγελέα Διαφθοράς.

Οι τέσσερις τράπεζες απασχολούν σε μόνιμη βάση περισσότερους από 400 υπαλλήλους οι οποίοι έχουν αποκλειστικό αντικείμενο τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων. Οπως αναφέρουν στελέχη, σε κάθε τράπεζα φτάνουν καθημερινά περίπου 100 αιτήματα, ενώ σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να αγγίξουν ακόμη και τα 150. Ωστόσο, υπάρχουν και περίοδοι έξαρσης των αιτημάτων, όταν, π.χ., οι Αρχές πάρουν στα χέρια τους κάποια λίστα. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τα μεγαλύτερα ημερήσια ρεκόρ αιτημάτων από φορολογικές και δικαστικές υπηρεσίες καταγράφηκαν όταν οι Αρχές πήραν στα χέρια τους τις λίστες Λαγκάρντ και Μπόγιαρνς.
Τα αιτήματα συχνά είναι δύσκολο να ικανοποιηθούν, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις όπου ζητούνται παραστατικά και αντίγραφα επιταγών πριν από δέκα ή και δεκαπέντε χρόνια. Οι έρευνες αφορούν από απλούς πολίτες που έχουν οφειλές προς το Δημόσιο μέχρι και επιχειρηματίες υπεράνω υποψίας. Συνήθως επειδή τα ευρήματα βασίζονται σε ηλεκτρονικές διασταυρώσεις, οι ελεγχόμενοι δεν έχουν ιδέα. Ενδεικτικό του εύρους των ερευνών είναι ότι στις 10 Ιουνίου, με εντολή του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος Παναγιώτη Αθανασίου, δεσμεύτηκε το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του γνωστού εφοπλιστή Παναγιώτη Τσάκου. Ωστόσο, εκπρόσωποι της εταιρείας του οι οποίοι ρωτήθηκαν σχετικά δήλωσαν άγνοια.

Τα δάνεια άνω των 30 εκατ.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τις τελευταίες ημέρες έφτασε στα στελέχη των τραπεζών ακόμη μία εισαγγελική παραγγελία. Οι δικαστικές αρχές ζήτησαν από τους τραπεζίτες να παραδώσουν όλους τους φακέλους των μη εξασφαλισμένων δανείων το ύψος των οποίων υπερβαίνει τα 30 εκατ. ευρώ. Οπως είναι προφανές, η έρευνα στρέφεται στις ευθύνες των τραπεζικών στελεχών για τις συγκεκριμένες υποθέσεις.

Σημειώνεται ακόμη ότι προ ολίγων ημερών με άλλη εισαγγελική εντολή είχε ζητηθεί από τις τράπεζες να δοθούν τα στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που έχουν ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις από το 2009 μέχρι σήμερα άνω των 30 εκατ. ευρώ. Με το παραπάνω αίτημα του οικονομικού εισαγγελέα Ιωάννη Δραγάτση είχε ζητηθεί από τις τράπεζες να αναφέρουν εντός πέντε ημερών τα ποσά που έχουν καταβληθεί από τους οφειλέτες καθώς και τους νόμιμους εκπροσώπους τους, αν πρόκειται για εταιρείες, κατά την περίοδο των πληρωμών αλλά και την τρέχουσα περίοδο.

Οι Αρχές έχουν δημιουργήσει ένα κοινό αρχείο όλων των ονομάτων και εταιρειών που αναφέρονται στις διάφορες λίστες οι οποίες κατά καιρούς είναι στην κατοχή τους. Το αρχείο περιλαμβάνει τις λίστες Λαγκάρντ, Λουξεμβούργου, Μπόγιαρνς, Λιχτενστάιν, εμβασμάτων, χαρτοφυλακίων που μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό, αγορές κατοικιών στο Λονδίνο, σκαφών αναψυχής που νηολογήθηκαν στην Ολλανδία και ό,τι άλλο έχει περιέλθει στα χέρια τους τα τελευταία χρόνια.

Οι Αρχές ζήτησαν τα ονόματα όσων έχουν κόκκινα δάνεια άνω των 30 εκατ. προκειμένου να ελεγχθούν ηλεκτρονικά μέσω του συγκεκριμένου πολυ-αρχείου. Οποια ονόματα κόκκινων δανειοληπτών εντοπιστούν να έχουν λογαριασμούς ή να έχουν μεταφέρει χρήματα στο εξωτερικό, ανάλογα με τα ευρήματα είτε θα κληθούν για εξηγήσεις, είτε θα ερευνηθούν περαιτέρω.

Το γεγονός ότι υπάρχει σε εξέλιξη μια σειρά δικαστικών ερευνών για διάφορα δάνεια έχει προκαλέσει μια ιδιότυπη παράλυση στις τράπεζες. Κάθε υπογραφή ζυγίζεται δύο και τρεις φορές από τον αρμόδιο και υπό διαφορετικές οπτικές γωνίες. Αυτό δημιουργεί προβλήματα κυρίως σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης εταιρικών δανείων, αλλά και γενικότερα στις ρυθμίσεις των δανείων. Φυσικά, είναι θεμιτό και επιβεβλημένο η Δικαιοσύνη να διερευνά όποιες υποθέσεις κρίνει, αλλά μέχρι να ολοκληρωθούν οι σχετικές διαδικασίες που είναι χρονοβόρες και σύνθετες το τραπεζικό σύστημα τίθεται σε καθεστώς ομηρίας. Ο «φόβος της υπογραφής» παραλύει πρωτοβουλίες και ενέργειες που πιθανόν θα διέσωζαν εταιρείες και θέσεις εργασίας.

Με παλαιότερη εισαγγελική εντολή στο μικροσκόπιο των δικαστικών αρχών έχουν τεθεί τα δέκα μεγαλύτερα επιχειρηματικά δάνεια και τα 20 μικρομεσαίων επιχειρήσεων κάθε τράπεζας τα οποία είναι σε καθυστέρηση. Πρόκειται δηλαδή για σύνολο 120 δανείων τα οποία θα εξεταστούν σήμερα, ενώ τα περισσότερα από αυτά χορηγήθηκαν πριν από την κρίση, γεγονός το οποίο προκαλεί την ανησυχία των τραπεζών. Επιπλέον, υπάρχει σειρά άλλων δανείων ή επιχειρηματικών συμφωνιών που είναι υπό εξέταση, με πιο γνωστές τις περιπτώσεις των δανείων προς τα πολιτικά κόμματα και τα μέσα ενημέρωσης, την πώληση της Πανγαία από την Εθνική Τράπεζα κ.ά.

Οι κινήσεις λογαριασμών

Οι τράπεζες τροφοδοτούν συνεχώς τις ελεγκτικές και δικαστικές αρχές με τις τραπεζικές κινήσεις προσώπων που θεωρούνται ύποπτοι για φοροδιαφυγή. Το μεγαλύτερο από πλευράς όγκου στοιχείων είναι το αίτημα που αφορά τις κινήσεις λογαριασμών μετά το 2000, για 1-1,5 εκατομμύριο ΑΦΜ που έχει σταλεί σε όλες τις τράπεζες. Πρόκειται για πελάτες που έκαναν τα τελευταία χρόνια συγκεκριμένες κινήσεις, όπως όσες υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο ποσό κάθε χρόνο. Το 2015 είχαν ζητηθεί από τις τράπεζες ανάλογα στοιχεία για κινήσεις λογαριασμών περίπου 2.150 δικαιούχων. Η προετοιμασία για να παραδοθούν τα στοιχεία απαίτησε διάστημα σχεδόν τριών μηνών.

Μια άλλη σχετικά πρόσφατη εντολή προς τις τράπεζες αφορά τις αγορές κινητών αξιών στο εξωτερικό. Οσους δηλαδή αγόρασαν ομόλογα, μετοχές, αμοιβαία στο εξωτερικό. Ανάλογο αίτημα πέρυσι είχε σταλεί και στις χρηματιστηριακές εταιρείες για όλες τις κινήσεις άνω των 500.000 ευρώ μεταξύ Ιουνίου 2014 και Ιουνίου 2015. Κατά το παρελθόν οι τράπεζες έχουν δώσει όλες τις κινήσεις των λογαριασμών ξένων εταιρειών από το 1997 έως το 2013. Επίσης, έχουν δοθεί και οι κινήσεις στο διάστημα 1997-2011 για 1.678 πρόσωπα και 40 εταιρείες που ήταν στη λίστα Λαγκάρντ.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα αιτήματα των Αρχών αλληλοκαλύπτονται. Για παράδειγμα, η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ζήτησε όλες τις μεταφορές κεφαλαίων άνω των 100.000 ευρώ στο εξωτερικό για το διάστημα 2009 – Ιούνιος 2012. Με άλλο αίτημα τα ίδια στοιχεία δόθηκαν και στο ΣΔΟΕ, το οποίο όμως τα ζήτησε για την περίοδο 2000-2012.