Τη γνώση, την εμπειρία και την τεχνολογική υποδομή που απέκτησαν στο πλαίσιο της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων επιδιώκουν να αξιοποιήσουν οι servicers, αναζητώντας νέες αγορές, οι οποίες θα τους εξασφαλίσουν έσοδα, αλλά και… διάρκεια.

Ειδικότερα, στα τέλη του περασμένου μήνα ο σουηδικός Όμιλος της Intrum υπέγραψε συμφωνία με την Cembra Money Bank για την πώληση της 100% θυγατρικής της Byjuno και της Intrum Finance Services, αναλαμβάνοντας για λογαριασμό του νέου σχήματος τη συλλογή χρεών από την υπηρεσία BNPL (Buy Now Pay Later).

Πιο αναλυτικά, η Byjuno ιδρύθηκε από την Intrum AG το 2014 και είναι ένας από τους μεγαλύτερους παρόχους λύσεων BNPL της Ελβετίας. Η συμφωνία προβλέπει την συνένωση με τη Swissbilling (σ.σ. θυγατρική της Cembra), δημιουργώντας μία κορυφαία πλατφόρμα για τέτοιου είδους λύσεις στην χώρα. «Ανυπομονούμε να παρακολουθήσουμε την επιταχυνόμενη ανάπτυξη της Byjuno υπό τη διοίκηση της Cembra.

Αυτή η συναλλαγή θα επιτρέψει στην Intrum να επικεντρωθεί και να αναπτύξει τις βασικές δραστηριότητές της στην Ελβετία, τις υπηρεσίες συλλογής χρεών και πληροφόρησης πιστώσεων», σχολίασε σχετικά ο Περ Κριστόφερσον του σουηδικού Ομίλου.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η παγκόσμια αγορά BNPL αναμένεται να φτάσει τα 3,98 τρισ. δολάρια μέχρι το 2023, ενώ έως το 2026 οι υπηρεσίες BNPL θα αντιπροσωπεύουν πάνω από το 24% των παγκόσμιων συναλλαγών ηλεκτρονικού εμπορίου για φυσικά αγαθά κατά αξία από μόλις 9% το 2021.

Τα έσοδα των εταιρειών που προσφέρουν την επίμαχη λύση, ωστόσο, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των πελατών τους να αποπληρώσουν την οφειλή τους.

Όπως προκύπτει από σχετική έκθεση του Sfgate περίπου το 43% των χρηστών BNPL χάνει τουλάχιστον μία πληρωμή, ενώ το Fox Business αναφέρει ότι σχεδόν το 30% των πελατών του BNPL αγωνίζεται να αποπληρώσει την οφειλή του στις εταιρείες. Με τον πόλεμο στην Ευρώπη, την εκτίναξη του πληθωρισμού παγκοσμίως και τις συνέπειες της πανδημίας η κατάσταση μάλλον θα επιδεινωθεί, δεδομένου ότι οι καταναλωτές αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες υποχρεώσεις τους.

Οι εταιρείες, λοιπόν, έχουν δύο επιλογές: είτε να αναλάβουν οι ίδιες τον… άχαρο ρόλο της ανάκτησης των χρεών που, όμως, προϋποθέτει χρόνο και κυρίως χρήμα από πλευράς τους είτε να την αναθέσουν σε τρίτους. Σε αυτή την περίπτωση, οι servicers είναι μάλλον η ιδανική επιλογή, αφού, για παράδειγμα, η Intrum διαθέτει παρουσία σε περίπου 24 χώρες, έχοντας σημαντική εμπειρία στο συγκεκριμένο κομμάτι.

Στην Ελλάδα το BNPL έχει ήδη κάνει αισθητή την παρουσία του, με εγχώριες, αλλά και διεθνείς εταιρείες – κυρίως fintech – να έχουν αναπτύξει συνεργασίες με μεγάλους Ομίλους του λιανεμπορίου, αποτελώντας… πεδίον δόξης λαμπρόν για τους servicers. H Klarna, για παράδειγμα, που προσφάτως έκανε είσοδο στην εγχώρια αγορά, αποτελεί πελάτη της Intrum σε παγκόσμιο επίπεδο, με τις πληροφορίες να αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο συνεργασίας και εντός της Ελλάδας.

Πρόθεση των servicers, άλλωστε, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο πρόεδρος της Ένωσης Εταιριών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ) και διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece, κ. Τάσος Πανούσης, είναι να είναι παρόντες με ρόλο στην οικονομία. «Θα είμαστε εταίροι του χρηματοπιστωτικού συστήματος γιατί καθυστερήσεις θα υπάρχουν πάντοτε και η τεχνογνωσία στη διαχείρισή τους που αποκτούμε καθημερινά θα είναι πολύτιμη», εξήγησε.

Ακίνητα

Σημαντική είναι η συμβολή των servicers και στον τομέα των ακινήτων, όπου παρέχουν πλήθος υπηρεσιών, όπως εκτιμητικές εργασίες, νομιμοποίησης και τακτοποίησης ακινήτων, εργασίες ποιοτικής αναβάθμισης/ βελτίωσης και εμπορικής προώθησης τους, προσβλέποντας στην παροχή ενός καλύτερου ποιοτικά προϊόντος σε μία αγορά που ανακτά την παλαιότερη δυναμική της στην ελληνική οικονομία.

Συνολικά οι servicers διαχειρίζονται περί τα 700.000 ακίνητα, η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 40 δισ. ευρώ, τα οποία και αποτελούν καλύμματα δανείων που είτε δεν εξυπηρετούνται είτε εξυπηρετούνται κανονικά.

Ο όγκος αυτός ευνοεί τη δημιουργία συμπράξεων, όπως την πρόσφατη των Cepal Hellas και Resolute Asset Management. Η RKG – όπως ονομάστηκε η κοινοπραξία – θα παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες και θα διαχειρίζεται ακίνητη περιουσία για ένα ευρύ φάσμα πελατών, όπως τράπεζες, διαχειριστές απαιτήσεων, ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και θεσμικούς επενδυτές, εταιρίες και οργανισμούς του ελληνικού δημοσίου.

Επιπλέον, θα παρέχει υπηρεσίες σε υφιστάμενους πελάτες της Resolute στην Ελλάδα, όπως τράπεζες και επενδυτές και σε ακίνητα που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο που διαχειρίζεται η Cepal Hellas, συνολικού ύψους 28 δισ. ευρώ.

Διαβάστε ακόμα:

HSBC: Η Ελλάδα συνεχίζει δυνατά την ανάπτυξη – Ποιους κινδύνους βλέπει (γράφημα)

Πετρέλαιο: Ανεβαίνει η τιμή μετά την απόφαση του OPEC+ για μείωση της παραγωγής

Υπ. Ανάπτυξης – σούπερ μάρκετ: Συμφωνία για συγκράτηση τιμών με «εργαλείο» το «καλάθι της νοικοκυράς»