«Σκυτάλη» από την Τράπεζα Πειραιώς, η οποία προχώρησε προσφάτως στην αναβάθμιση του guidance για το 2024, αναμένεται να λάβουν και οι υπόλοιπες τράπεζες, με τους νέους στόχους να ανακοινώνονται παράλληλα με τα αποτελέσματα α’ εξαμήνου, δηλαδή περί τα τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου.

Ειδικότερα, την πρόθεσή της να παράσχει επικαιροποιημένη καθοδήγηση για το 2024 εξέφρασε η διευθυντική ομάδα της Εθνικής Τράπεζας, με επικεφαλής τον CEO, κ. Παύλο Μυλωνά, που έδωσε το παρών στο ευρωπαϊκό οικονομικό συνέδριο της Goldman Sachs την 4η Ιουνίου. Όπως προκύπτει από σχετικό σημείωμα της επενδυτικής τράπεζας, οι εκπρόσωποι της ΕΤΕ εστίασαν στο επιτοκιακό περιθώριο και το κόστος κινδύνου ως τα σημεία εκείνα που θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν επί τα βελτίω, δεδομένου ότι οι επιδόσεις της τράπεζας σε αυτά τα δύο πεδία είναι καλύτερες από ό, τι αναμενόταν. Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα αποτελέσματα α’ τριμήνου του τρέχοντος έτους, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο της ΕΤΕ διαμορφώθηκε στις 326 μ.β., υπερβαίνοντας κατά πολύ την εκτίμηση για περίπου 290 μ.β. για το 2024, ενώ όσον αφορά στο κόστος κινδύνου, αυτό διαμορφώθηκε σε 55 μ.β., σημαντικά χαμηλότερα του στόχου των περίπου 65 μ.β. που είχε τεθεί για το 2024, αντανακλώντας τα υψηλά ποσοστά κάλυψης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε όλα τα χαρτοφυλάκια (Στάδια 1, 2, 3).

«Παράθυρο» για βελτίωση του guidance για το τρέχον έτος είχε αφήσει από την πλευρά του και ο CEO της Alpha Bank, κ. Βασίλης Ψάλτης, στο πλαίσιο ενημέρωσης των αναλυτών, με αφορμή τα αποτελέσματα α’ τριμήνου του 2024. Αφορμή στάθηκε το χαμηλότερο επίπεδο του κόστους πιστωτικού κινδύνου εν συγκρίσει με την ετήσια πρόβλεψη (69 μ.β. έναντι πρόβλεψης για 75 μ.β. εφέτος), με τον ίδιο να σχολιάζει: «Είμαστε σίγουροι για το guidance που έχουμε δώσει, ωστόσο είναι νωρίς ακόμη, δεν το ανεβάζουμε και θα επανέλθουμε μετά τα αποτελέσματα εξαμήνου». Αξίζει να αναφερθεί πως το κόστος κινδύνου, εξαιρουμένων των εξόδων διαχείρισης και των εξόδων που σχετίζονται με συναλλαγές συνθετικής τιτλοποίησης διαμορφώθηκε το α’ τρίμηνο του 2024 σε 43 μ.β., αντανακλώντας την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου «κόκκινων» ανοιγμάτων. Υποστηρικτικά προς την κατεύθυνση της αναθεώρησης του guidance από πλευράς της Alpha Bank δε, λειτουργεί και το γεγονός ότι σε αυτό δεν έχουν ληφθεί υπόψη τα σημαντικά και πολυδιάστατα οφέλη από τη συμφωνία με την UniCredit.

Τέλος, πιθανή μία νέα αναβάθμιση των ετήσιων στόχων θεωρεί και η διοίκηση της Eurobank, με τον CEO, κ. Φωκίωνα Καραβία, να σημειώνει προς τους αναλυτές πως παρά το γεγονός ότι το αποτέλεσμα του α’ τριμήνου ήταν καλύτερο από τις αρχικές προσδοκίες, εντούτοις είναι πολύ νωρίς για να αναθεωρηθούν οι προβλέψεις, παραπέμποντας για νεώτερα προς αυτή την κατεύθυνση στα αποτελέσματα του β’ τριμήνου. Το επιχειρηματικό πλάνο της τράπεζας, άλλωστε, δεν περιλαμβάνει την περαιτέρω ενίσχυση του ποσοστού της στην Ελληνική Τράπεζα Κύπρου (προσφάτως έλαβε όλες τις απαιτούμενες εποπτικές εγκρίσεις για να ανεβάσει το ποσοστό της στο 55,3%, αποκτώντας 228.253.661 μετοχές επί συνόλου 412.805.230 κοινών μετοχών, ονομαστικής αξίας 0,50 εκάστη, προχωρώντας στο επόμενο βήμα που αφορά στην υποβολή δημόσιας προσφοράς προς τους υπόλοιπους μετόχους) και κατ’ επέκταση ούτε τις συνέργειες σε επίπεδο εσόδων και κόστους, αλλά ούτε και την αύξηση των μεγεθών του ισολογισμού.

Οι «καταλύτες»

Πέραν των οικονομικών επιδόσεων τους πρώτους μήνες του 2024 που επιβεβαιώνουν ότι το εγχώριο πιστωτικό σύστημα έχει επιστρέψει για τα καλά στην κανονικότητα, υπάρχουν και άλλοι λόγοι που συνηγορούν υπέρ της συνέχισης αυτής της καλής εικόνας.

Καταρχάς, η βραδύτερη αποκλιμάκωση των επιτοκίων, γεγονός που ευνοεί τα επιτοκιακά έσοδα και κατ’ επέκταση την κερδοφορία των τραπεζών. Μόλις την περασμένη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε να προχωρήσει στην πρώτη μείωση των επιτοκίων κατά 25 μ.β., με την επικεφαλής, κυρία Κριστίν Λαγκάρντ, ωστόσο, να επαναλαμβάνει ότι οι όποιες μελλοντικές αποφάσεις θα εξαρτηθούν από τα δεδομένα. «Βρισκόμαστε σήμερα σε μια φάση επιστροφής; Δεν θα το έλεγα» τόνισε χαρακτηριστικά. Σε κάθε περίπτωση, οι τράπεζες εκτιμούν πως τα επιτοκιακά έσοδα θα διατηρηθούν και εφέτος σε υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα: η Τράπεζα Πειραιώς αναμένει επιτοκιακά έσοδα, ύψους δύο δισ. ευρώ (σ.σ. από 1,9 δισ. ευρώ προηγούμενη καθοδήγηση), η Alpha Bank εκτιμά πως αυτά θα αυξηθούν κατά 5% εν συγκρίσει με το 2023, η Eurobank στοχεύει σε καθαρά έσοδα από τόκους 2,3 δισ. ευρώ και τέλος, η ΕΤΕ αναμένει πως αυτά θα παραμείνουν αμετάβλητα.

Επίσης, η σημαντική ενίσχυση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, καθώς οι τράπεζες, στην προσπάθεια τους να αντισταθμίσουν τις όποιες απώλειες από τα επιτοκιακά έσοδα, έχουν στραφεί σε άλλες, ιδιαίτερα προσοδοφόρες εργασίες, όπως η διαχείριση κεφαλαίων. Ενδεικτικά, η Τράπεζα Πειραιώς εκτιμά ότι τα επίμαχα έσοδα θα αντιστοιχούν σε περίπου 0,8% ως ποσοστό επί του ενεργητικού για το 2024 σε σύγκριση με προηγούμενη εκτίμηση 0,7% αντίστοιχα, ενώ η Eurobank αναμένει ότι αυτά θα «αγγίξουν» τα 630 εκατ. ευρώ.

Οι παραπάνω προβλέψεις, σε συνδυασμό με τη θετική απόκριση του SSM για την επιστροφή στα μερίσματα μετά από σχεδόν 16 χρόνια, αναμένεται να διευκολύνει την αύξηση των ποσοστών διανομής αρχής γενομένης από τα κέρδη του 2024. Υπενθυμίζεται πως Eurobank και ΕΤΕ στοχεύουν σε διανομή που θα αντιστοιχεί στο 30%, η Alpha Bank στο 20% και η Τράπεζα Πειραιώς στο 25% με 30%.

Διαβάστε ακόμη

Ρεύμα: «Πάρτι» με τα call center στην αγορά ηλεκτρισμού

Μεγάλου: «Η Τράπεζα Πειραιώς είναι μία από τις πιο αποδοτικές τράπεζες στην Ευρώπη»

Αστέρας Βουλιαγμένης: Nέα εταιρεία από την Apollo Investment – Ο σκοπός

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ